http://www.musicale.gr/byzantina/anymnisomen/

 

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ ΗΧΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΙ ΤΟ 1930
ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΛΠΩ ΜΕΡΛΙΕ

·  I. Ύμνοι του Πάθους
και της Ανάστασης

·  ΙΙ. Ύμνοι των ακολουθιών της ημέρας και των εορτών "του ενιαυτού"

·  III. Κείμενα

 

Ψάλλουν

ο Μητροπολίτης Σάμου Ειρηναίος Παπαμιχαήλ
ο Σίμων Καράς και η Χορωδία του Συλλόγου προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής
ο Δημήτρης Παπαποστόλης
και ο Δημήτρης Καρώνης


Ι. Ύμνοι του Πάθους και της Ανάστασης

  1. Θεὸς Κύριος... συστήσασθε ἑορτὴν - Ἔθνη, ἵνα τί ἐφρυάξατε, εκλογές από τη θ’ ωδή του Κανόνος, και Ἐξέλθετε ἔθνη, στιχηρό ιδιόμελο των Αίνων του Όρθρου της Κυριακής των Βαΐων (ήχος δ' "λέγετος")
  2. Ἀλληλούϊα - Ἰδού ὁ Νυμφίος, απολυτίκιον της ακολουθίας του Νυμφίου (ήχος πλ. δ' τρίφωνος)
  3. Ἔφριξε παίδων εὐαγών - Ψυχαῖς καθαραῖς, ειρμοί των κανόνων της Μ. Δευτέρας και Μ. Τετάρτης αντίστοιχα (ήχος β') και Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, εξαποστειλάριο της ακολουθίας του Νυμφίου (ήχος γ').
  4. Πᾶσα Πνοὴ - Ἐρχόμενος ὁ Κύριος, στιχηρό ιδιόμελο των Αίνων του Όρθρου της Μ. Δευτέρας (ήχος α')
  5. Κατευθυνθήτω από τη Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων (ήχος πλ. β')
  6. Δόξα Πατρὶ - Ἐξέδυσάν με - Καὶ νῦν - Τὸν νῶτόν μου ἔδωκα, δοξαστικό των Αίνων της Ακολουθίας των Παθών (ήχος πλ. β')
  7. Τὸν τάφον σου Σωτήρ, αναστάσιμο κάθισμα του Επιταφίου Θρήνου (ήχος α' χρωματικός)
  8. Εγκώμια του Επιταφίου: Ἡ ζωή ἐν τάφῳ - Ἂξιόν ἐστί (ήχος πλ.α'), Αἱ γενεαὶ πάσαι - Ἔρραναν τὸν τάφον (ήχος γ') και Ὃτε κατήλθες, αναστάσιμο απολυτίκιο (ήχος β’)
  9. Κύριε ἐκέκραξα - Κατευθυνθήτω (ήχος πλ. α') από τη Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων
  10. Δεῦτε λάβετε φῶς (ήχος πλ. α') - Τὴν Ἀνάστασίν Σου (ήχος β’) - Εὐαγγέλιο τῆς Αναστάσεως (ἐκ τοῦ κατὰ Μάρκον, ιστ' 1-8) - Χριστός Ἀνέστη (ήχος πλ. α') - Ἀναστάσεως ἡμέρα - Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις (ήχος α’), από τον Όρθρο της Αναστάσεως.
  11. Μὴ τῆς φθορᾶς, ειρμός της θ' ωδής (αντί του “ Ἄξιόν ἐστι”) της Πεντηκοστής (ήχος βαρύς από Ζω) ΙΙ. Ύμνοι των ακολουθιών της ημέρας και των εορτών "του ενιαυτού"

 

 

Ψάλλουν

ο Μητροπολίτης Σάμου Ειρηναίος Παπαμιχαήλ
ο Σίμων Καράς και η Χορωδία του Συλλόγου προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής
ο Δημήτρης Παπαποστόλης
και ο Δημήτρης Καρώνης


ΙΙ. Ύμνοι των ακολουθιών της ημέρας
και των εορτών "του ενιαυτού"

  1. Ὑπεραγία Θεοτόκε - Πολλοῖς συνεχόμενος πειρασμοῖς - Τὴν ὑψηλοτέραν - Ἀλαλα τὰ χείλη τῶν ἀσεβῶν (ήχος πλ. δ' τρίφωνος) - Ἀπόστολοι ἐκ περάτων (ήχος γ'), τροπάρια του Μικρού και του Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα
  2. Ό καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, κοντάκιο των Εισοδίων (ήχος δ' χρωματικός)
  3. Ἀγαπήσώ σε - Ἄξιον ἐστί, της "αρχιερατικής" θ. Λειτουργίας (ήχος β')
  4. Τὸν Δεσπότην καὶ ἀρχιερέα, "ψαλλόμενον εἰς τὸν ἀσπασμὸν τῶν ἁγίων εἰκόνων ὑπό τοῦ Ἀρχιερέως", από την Ακολουθία του Όρθρου (ήχος βαρύς από Ζω)
  5. Μακάριος ἀνήρ, από τον Εσπερινό του Σαββάτου και σε Μνήμες Αγίων (ήχος πλ. δ')
  6. Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, ειρμός της α' ωδής του Κανόνος του Ακαθίστου (ήχος δ' "λέγετος")
  7. Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου, Θεοτόκιο του Ακαθίστου (ήχος γ')
  8. Δόξα σοι τῷ δείξαντι τὸ φῶς, τροπάρια από την αργή δοξολογία της Ακολουθίας του Όρθρου (ήχος Βαρύς από Ζω τετράφωνος)
  9. Γένους βροτείου, καταβασία της δ' ωδής του κανόνος του Όρθρου των Χριστουγέννων (ήχος α')
  10. Πᾶσα πνοή - Εὐφραίνεσθε, δίκαιοι, στιχηρό ιδιόμελο των αίνων από τον Όρθρο των Χριστουγέννων (ήχος δ' "λέγετος")

Μάρκος Φ. Δραγούμης

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ Ι

Στο δίσκο αυτό περιλαμβάνεται το μεγαλύτερο μέρος της βυζαντινής μουσικής που ηχογραφήθηκε το 1930 σε δίσκους 78 στροφών από την Μέλπω Μερλιέ και τους συνεργάτες της για τον τότε "Σύλλογο Δημοτικών Τραγουδιών" (το από το 1935 Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο). Οι φωνές που ακούγονται εδώ είναι του Μητροπολίτη Σάμου Ειρηναίου Παπαμιχαήλ (1878 -1963), του Σίμωνα Καρά (1903 -1999) με τη νεοσύστατη τότε χορωδία του, και δυο ψαλτών από τα Μέγαρα, του Δημήτρη Παπαποστόλη (1869 - 1933) και του Δημήτρη Καρώνη (1891 -1955).

Στη μικρή αυτή συλλογή αντιπροσωπεύονται, εκτός από τους οκτώ ήχους, και τα τρία είδη του βυζαντινού μέλους: το ειρμολογικό, το στιχηραρικό και το παπαδικό. Και οι τέσσερις ψάλτες επιλέγησαν για την καλλιφωνία τους και προ παντός για το σεβασμό που είχαν για την προφορική παράδοση. Όπως παρατηρεί η Μερλιέ, "καλή ή κακή, η παράδοση αυτή κυριαρχεί και σήμερα, κοντά στην τυπωμένη μουσική της εκκλησίας, και πρέπει να μελετηθεί."

Η ίδια θεωρούσε ότι οι βυζαντινοί δίσκοι του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για μαθήματα και διαλέξεις, αλλά ιδίως για την εξέταση των διαφορών που υπάρχουν "μεταξύ στα τυπωμένα μουσικά κείμενα και στην προφορική παράδοση". Έτσι ήδη διαπιστώθηκε ότι ο τρόπος με τον οποίον ψάλλει ο Ειρηναίος τα τροπάρια των Βαΐων (αρ. 1) δεν είναι λανθασμένος, αλλά εντάσσεται σ' ένα παραδοσιακό σύστημα απόδοσης της κλίμακας του "λεγέτου" (κλάδου του δ' ήχου) που επιχωριάζει στην Πόλη.

Το ενδιαφέρον αυτού του δίσκου είναι προφανές. Η φωνή του Ειρηναίου κυκλοφορεί στο ευρύτερο κοινό για πρώτη φορά, ενώ οι επόμενες ηχογραφήσεις που γνωρίζουμε από τον Σίμωνα Καρά με τη χορωδία του σε βυζαντινά μέλη πραγματοποιήθηκαν σαράντα χρόνια αργότερα μετά από τις εγγραφές που ακούγονται εδώ. Όσο για τους σεμνούς "ανώνυμους" ψάλτες από τα Μέγαρα, κάθε σχόλιο περιττεύει. Τις πηγές με τα καθαρά κρυστάλλινα νερά τις βρίσκουμε πάντα μακριά από τα "βρωμερά νερά των αγκυροβολίων", εκεί που κυκλοφορούν ελεύθερα οι "αίγαγροι", όπως τόσο ποιητικά το εκφράζει ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Κωστής Δρυγιανάκης

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ ΙI

70 χρόνια μετά την πραγματοποίηση τους, οι ηχογραφήσεις αυτές βλέπουν το φως μιας ευρύτερης δημοσιότητας, όπως το ευχόταν (από τότε!) η πρωτεργάτριά τους, η Μέλπω Μερλιέ.

Η Μέλπω Μερλιέ κάλυψε με τις ηχογραφήσεις της, δειγματικά βέβαια, τρία ψαλτικά πεδία. Το ένα είναι η ζωντανή παράδοση του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, εκπροσωπούμενη εδώ από τον Ειρηναίο, που η ίδια η Μερλιέ φαίνεται να εκτιμά σαν τη σημαντικότερη παράδοση και της αφιερώνει τις περισσότερες ηχογραφήσεις. Το δεύτερο είναι η έρευνα των νέων μουσικολόγων στην Αθήνα, που αναζητά τις ρίζες και την αποκατάσταση της εκκλησιαστικής παράδοσης - ο Καράς είναι ακριβώς μια τέτοια περίπτωση. Το τρίτο, είναι η ψαλτική όπως ασκείται από τους κατά τόπους ιεροψάλτες στην επαρχία.

Τα τρία αυτά πεδία έχουν τις ιδιαιτερότητες τους. Η Πατριαρχική παράδοση μεταφέρει μια συστηματική παιδεία και μια αρκετά ιδιότυπη τεχνική εκφοράς, που πιθανά ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για ένταση της φωνής (σε μια εποχή όπου δεν υπήρχαν μικρόφωνα). Στον Καρά, διακρίνεται ένα φλογερό πάθος για το ζωντάνεμα των παλαιών παραδόσεων. Αντίθετα στον Παπαποστόλη και τον Κορώνη είναι φανερές, αν και χωρίς να αλλοιώνουν το ύφος, οι επιδράσεις από τη δημοτική παράδοση κυρίως, αλλά και κάποιες αποχρώσεις από το ελαφρό τραγούδι εκείνης της εποχής.

Αυτός ο δίσκος αποτελεί μια επετειακή, ας το πούμε, έκδοση για τη συμπλήρωση της δεύτερης χιλιετίας του Χριστιανισμού - και ο Χριστιανισμός, ιδιαίτερα ο Ορθόδοξος, έχει μια ιδιαίτερη σχέση με το παρελθόν και τις παραδόσεις.

Η πατίνα του χρόνου αποτελεί αισθητικό στοιχείο. Αποφασίσαμε λοιπόν κι εμείς να μην εκσυγχρονίσουμε τελείως την ποιότητα των ηχογραφήσεων, αφήνοντας ζωντανό τον απόηχο της άλλης εποχής.

Κλείνοντας, είναι αδύνατο να αποφύγει κανείς ένα σχόλιο για τη σπουδαιότητα του έργου της Μέλπως Μερλιέ και του Σίμωνα Καρά στην διατήρηση της Ελληνικής μουσικής παράδοσης και, κυρίως, στην επικοινωνία της με το σημερινό κόσμο. Για αναρίθμητους ακροατές, συμπεριλαμβανομένου και του υπογράφοντος, αποτέλεσε μια αφετηρία, μια πηγή έμπνευσης αλλά και έναν αισθητικό οδηγό, μέσα στο χάος που δημιουργεί ο καταιγισμός των πληροφοριών στο μουσικό χώρο. Ας είναι αυτή η έκδοση ένας μικρός φόρος τιμής στη μνήμη τους.

ΥΓ. Χρωστάω επίσης ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Χρήστο Καλαντζή, τον Κώστα Καραγκούνη και τον παπα-Γιάννη Κάρκα (από τα Μέγαρα). Υπήρξαν πολύτιμοι συμπαραστάτες σ' όλη την εμπλοκή μου με την εκκλησιαστική παράδοση και, χωρίς την συμβολή τους, αυτή η έκδοση πιθανόν δεν θα είχε καν αποτολμηθεί. Κ.Δ.
Θεοχάρης Στ. Ανεστίδης

Ο ΣΑΜΟΥ ΚΑΙ ΙΚΑΡΙΑΣ ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ
ΚΑΙ ΤΟ "ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΥΦΟΣ"


Ο Μητροπολίτης Σάμου και Ικαρίας Ειρηναίος Παπαμιχαήλ διακόνησε την Εκκλησία του Χριστού περισσότερο από μισόν αιώνα και διακρίθηκε για την πλήρη συναίσθηση της υψηλής του αποστολής, την προσήλωση του στην εκκλησιαστική παράδοση καθώς και την θεολογική και εν γένει πνευματική του παιδεία.

Ο Ειρηναίος, κατά κόσμον Ιωάννης, γιος πρεσβυτέρου, γεννήθηκε το 1878 στο Κατιρλί της Βιθυνίας, τόπο από όπου είλκε την καταγωγή του και ο Οικουμενικός

Πατριάρχης Παρθένιος Δ' ο Μογιλάλος (ΙΖ" αιώνας). Την εγκύκλιο μόρφωση του έλαβε στην εξατάξια αστική σχολή της γενέτειρας του. Το 1898 ενεγράφη στην περιώνυμη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε ως αριστούχος το 1905, ενώ, το 1903, είχε χειροτονηθεί διάκονος από τον τότε Σχολάρχη, Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως και μετέπειτα Σερρών, Απόστολο Χριστοδούλου. Μετά από την αποφοίτηση του, επί δύο χρόνια περίπου, διηύθυνε το Σχολαρχείο της κοινότητας Αρτάκης (Μητρόπολη Κυζίκου) και κήρυττε τον θείο λόγο. Το 1907, επί πατριαρχίας Ιωακείμ Γ, εισήλθε στην υπηρεσία του Πατριαρχείου ως διάκονος της σειράς, ενώ συγχρόνως δίδασκε τα θρησκευτικά στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο. Στις 10 Μαρτίου 1913 χειροτονήθηκε επίσκοπος και του δόθηκε η έδρα της Μητροπόλεως Δαρδανελλίων και Λαμψάκου, η οποία ιδρύθηκε, τότε, από τον Πατριάρχη Γερμανό Ε'. Με την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και εφ' όσον τα Δαρδανέλλια βρέθηκαν στην δίνη των πολεμικών επιχειρήσεων, εγκαταστάθηκε στην Πόλη, όπου και συμμετείχε στα πράγματα του Πατριαρχείου. Συνοδικός έγινε το 1918, με τον Προύσης Δωρόθεο τοποτηρητή του Οικουμενικού Θρόνου. Τον Φεβρουάριο του 1922, επί πατριαρχίας Μελετίου Δ', μετατέθηκε στην Μητρόπολη Ελασσώνος, την οποία εποίμανε έως το 1924. Τον επόμενο χρόνο, επανέκτησε τον τίτλο του Μητροπολίτη Δαρδανελλίων και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Η μετάβαση του στο Παρίσι, για λόγους υγείας, στάθηκε η αφορμή για να παρακολουθήσει συστηματικά μαθήματα φιλοσοφίας και φιλολογίας στην Σορβόννη. Στις 10 Απριλίου 1926 εξελέγη Μητροπολίτης Σάμου και παρέμεινε στην έδρα αυτή έως τον θάνατο του (29 Ιουνίου 1963). Το θεολογικό και φιλοσοφικό του έργο συγκεντρώθηκε στους πέντε τόμους των Μελετημάτων, ενώ μετέφρασε και εξέδωσε το Περί προορισμού του ανθρώπου και το Πνεύμα και Ελευθερία του Νικολάου Μπερντιάεφ.

Ο Ειρηναίος υπήρξε ηδύμολπος ιερουργός και εκτελεστής άριστος της εκκλησιαστικής μουσικής. Όταν έψαλλε έθελγε το εκκλησίασμα και ενέπνεε στις ψυχές την κατάνυξη. Είχε εξαιρετική μουσική αντίληψη και επιδεκτικότητα. Προσόντα, τα οποία αξιοποίησε κατά την περίοδο της διακονίας του στον πατριαρχικό ναό, τους χορούς του οποίου διηύθυναν ο Πρωτοψάλτης Ιάκωβος Ναυπλιώτης και ο Λαμπαδάριος Κωνσταντίνος Κλάββας. Στην Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία ο Ειρηναίος διδάχθηκε και υιοθέτησε το "πατριαρχικόν ύφος". Κύρια χαρακτηριστικά του ύφους αυτού αποτελούν η σοβαρότητα, η ιεροπρέπεια, η καθαρή άρθρωση, η ορθότητα στην εκτέλεση των διαστημάτων και, κυρίως, ο ρυθμός. Αναφέρει επ' αυτού ο αείμνηστος Πρωτοψάλτης Θρασύβουλος Στανίτσας: "Το πατριαρχικόν ύφος είναι μια απλή ψαλμωδία, ορθώς και κατ' επίγνωσιν -ψαλλομένη, αποτελούσα μίαν συζυγίαν ήχων, τέχνης, ιεράς προσομιλίας, ψυχικής συντριβής, διαλογικού δυναμισμού, βιωματικής συγκινήσεως, δεκτικής ικανότητος. Το ύψιστον, το οποίον προσπαθεί να επιτύχει, δεν είναι η ευχαρίστησις, η τέρψις τον ακροατού ή του πιστού. Είναι η μετάθεσις τον εαυτού τον εις το εξαϋλωμένον αντικείμενον της λατρείας του". Το "πατριαρχικόν ύφος" με την απλή και κατανυκτική μελωδία του αποκρούει την "αρμονικήν ηδυπάθειαν" και επιζητεί την "άπωσιν" του λογισμού από τα εγκόσμια προς τα επουράνια. Οι άρχοντες των πατριαρχικών χορών γνωρίζουν ότι η εκκλησιαστική μουσική είναι μέσον, είναι όργανο λατρείας. Όταν ψάλλουν η ψαλμωδία τους είναι ταπεινή, ως δει παρακλητική. Είναι εκκλησιαστική διακονία που σκοπόν έχει να υπογραμμίσει τα νοήματα του λόγου που ανακαινίζουν τον άνθρωπο και ζωοποιούν την ψυχή του.

Τα τροπάρια που αποδίδονται εδώ από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Σάμου Ειρηναίο αναδεικνύουν το μουσικό χάρισμα του φιλόμουσου και πεφωτισμένου αυτού εκκλησιαστικού ανδρός και παρέχουν στους μουσικόφιλους την γνωριμία και την μέθεξη στο ιδιαίτερο αυτό μουσικό ύφος, το λεγόμενο "πατριαρχικόν". Επομένως, αποτελεί ευχής έργον για την μουσική παρακαταθήκη της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας η παρούσα έκδοση του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου. Κωστής Δρυγιανάκης

ΣΙΜΩΝ ΚΑΡΑΣ

Ο Σίμων Καράς γεννήθηκε στο Λέπρεον (Στροβίτσι η παλαιότερη ονομασία) της Ηλείας, το 1903. Όπως μας πληροφορεί ο στενός συνεργάτης του Νίκος Μπαζιάνας, η μύηση του στη μουσική ξεκίνησε από πολύ νεαρή ηλικία, από τον πατέρα του – τον μπάρμπα-Γιαννάκη - που έπαιζε ταμπουρά, και από τον παπα-Στάθη Λαμπρινόπουλο, ένα καλλίφωνο και μορφωμένο ιερέα, που του έμαθε τα πρώτα μουσικά γράμματα, στο Γυμνάσιο, και τον ενθάρρυνε να συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές.

Ο Καράς ήρθε στην Αθήνα το 1921, ως φοιτητής της Νομικής, την οποία τελείωσε, αν και δεν πήρε δίπλωμα. Ταυτόχρονα, άρχισε τις προσωπικές του μουσικές σπουδές και έρευνες, έξω από τα οργανωμένα ωδεία, και, πάντα κατά τον Νίκο Μπαζιάνα, "εντρυφά σε θεωρητικά έργα αρχαίων Ελλήνων, Βυζαντινών και μεταβυζαντινών συγγραφέων, αναζητά, αποκρυπτογραφεί και ερμηνεύει παλιά μουσικά χειρόγραφα διαφόρων βιβλιοθηκών (του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, του Αγίου Όρους, της Εθνικής Βιβλιοθήκης κλπ.). Έτσι, αναδεικνύεται βαθμιαία σ' έναν μοναδικό αυτοδίδακτο μουσικοδιδάσκαλο, σ' έναν επιφανή θεωρητικό, γνώστη της σημειογραφίας των διαφόρων μορφών και εξελίξεων της βυζαντινής αλλά και της αρχαίας Ελληνικής μουσικής".

Για τρία χρόνια (1931 - 34), ο Καράς έψαλλε στο εκκλησάκι του Προφήτη Ελισσαίου στο Μοναστηράκι (εκεί όπου έψαλλε παλαιότερα ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και λειτουργούσε ο παπα-Νικόλας Πλανάς). Είχε ήδη ιδρύσει, το 1929, το "Σύλλογο προς Διάδοσιν της Εθνικής Μουσικής", στον οποίο και προήδρευσε ισοβίως, αναπτύσσοντας πολύπλευρη και σημαντικότατη δραστηριότητα, τόσο στο χώρο της ψαλτικής τέχνης όσο και σ' αυτόν του δημοτικού τραγουδιού - με την λειτουργία Σχολής εξαετούς (και μάλιστα εντελώς δωρεάν) φοιτήσεως, την οργάνωση Εκκλησιαστικής Χορωδίας και "Μεικτής Χορωδίας Εθνικών Τραγουδιών", ομάδας παραδοσιακών χορών κλπ. Συστηματικά οι χορωδίες του συλλόγου εμφανίζονταν στην εκπομπή Ελληνικοί Αντίλαλοι, μια εκπομπή στην οποία ο Καράς παρουσίαζε παραδοσιακή μουσική απ' όλη την Ελλάδα, από την ίδρυση του Ε.Ι.Ρ. (του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας), το 1937, μέχρι και το 1973, δηλαδή για πάνω από 35 χρόνια. Η έκδοση βιβλίων και δίσκων (από το 1972 και μετά) για την Ελληνική μουσική ήταν άλλο ένα από τα σημαντικά έργα του Καρά και του Συλλόγου. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα αυτά έλαβαν χώρα σε μια εποχή που η Ελλάδα περνούσε μια κρίση ταυτότητας, αποποιούμενη τον πλούτο της παράδοσης της, στρεφόμενη στα πολιτιστικά πρότυπα του Δυτικού κόσμου. Οι άοκνες προσπάθειες και η σιδερένια θέληση του Καρά κατάφεραν να ξεπεράσουν τις οικονομικές και πρακτικές δυσκολίες, την κρατική αδιαφορία και την έλλειψη μέσων. Ο Σύλλογος εξελίχθηκε σε παράδειγμα προς μίμηση, ενώ ο ίδιος ο Σίμων Καράς κέρδισε τον αμέριστο σεβασμό όλου του μουσικού κόσμου.

Στις προκείμενες ηχογραφήσεις, που είναι οι παλαιότερες της Εκκλησιαστικής Χορωδίας του Συλλόγου, η οργανωμένη λειτουργία και ο εκπαιδευτικός της ρόλος είναι ήδη σαφής. Έτσι, βλέπουμε μια μεγαλύτερη ομάδα χορωδών (ακούγονται και παιδιά) στα ευκολότερα τροπάρια (Κύριε εκέκραξα), ενώ στα πιο απαιτητικά συμμετέχουν λιγότεροι, με τον Καρά να ακούγεται ευκρινώς επικεφαλής (Εξέδυσαν με, Μη της φθοράς). Είναι εντυπωσιακό το περιπαθές ύφος και η κατανυκτική ατμόσφαιρα που δημιουργείται, ιδιαίτερα στους αίνους της Μ. Πέμπτης (αρ. 6), όπως επίσης και η φρεσκάδα της νεανικής φωνής του 27χρονου τότε Σίμωνα Καρά, χαρακτηριστικό που βέβαια απουσιάζει από τους κατά πολύ μεταγενέστερους δίσκους του Συλλόγου. Καινοτομική σε σχέση με τις ηχογραφήσεις της εποχής εκείνης, είναι η συνύπαρξη πρωτοψάλτη και χορωδών, που μεταφέρει την πραγματική αίσθηση του εκκλησιαστικού ψαλτικού χορού, αποφεύγοντας την παγίδα του μονοφωνάρη-σολίστ αλλά και της χορωδίας Ευρωπαϊκού τύπου. Με όλο το ερευνητικό, διδακτικό και οργανωτικό έργο του, ο Σίμων Καράς συντέλεσε στην αναβάθμιση της Ελληνικής μουσικής παράδοσης, τόσο στο διεθνές ακροατήριο όσο, κυρίως, στο ίδιο το Ελληνικό. Ο θάνατος του, αν και σε πολύ προχωρημένη ηλικία, το 1999, στέρησε την Ελλάδα από έναν από τους διαπρεπέστερους μουσικολόγους και πρωτοψάλτες της.
Λυκούργος Αγγελόπουλος

ΣΙΜΩΝ ΚΑΡΑΣ: Η ΠΡΩΤΗ ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ

Η μουσική δραστηριότητα του Σίμωνος Καρά εκτείνεται στο μεγαλύτερο μέρος του εικοστού αιώνα, του αιώνα που έζησε (1903 -1999). Το έργο του ωστόσο, θεωρητικό και πρακτικό, αρχίζει να βλέπει το φως της ευρύτερης δημοσιότητας, όταν ο ίδιος έχει περάσει τα δύο τρίτα της ζωής του κι έχει ολοκληρώσει την ερευνά του, δίνοντας απαντήσεις σε κάθε μουσικό θέμα που τον προβλημάτισε. Είναι σαν να τον ακούω τώρα, να λέει "δεν μπορούσα να κοιμηθώ, αν δεν έλυνα το πρόβλημα που με απασχολούσε".

Αυτή η φλόγα που τον έκαιγε από τα παιδικά του χρόνια, ήταν εκείνη που οδήγησε τη σκέψη και την ερευνά του και τον βοήθησε να διατυπώσει τα ασφαλή συμπεράσματα του, θεωρητικά και πρακτικά, συμπεράσματα που ανοίγουν δρόμους, και συνδέουν τις παλιότερες μεθόδους με τη σημερινή των δυο τελευταίων αιώνων.

Τη νεανική αφετηρία της πορείας του Σίμωνος Καρά μας δίνει ανάγλυφη η ηχογράφηση του Αρχείου της Μέλπως Μερλιέ.

Θα έλεγα πως δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση να ακούσεις αυτή την πρώτη ηχογράφηση - μονωδιακή και χορωδιακή - έχοντας κατά νου τη θεωρητική διδασκαλία του συστήματος, όπως αργότερα τη διατύπωσε αναλυτικά ο ίδιος ο Σ. Καράς (κυρίως ως προς τη δομή και λειτουργία των ήχων και κατά συνέπεια και των ισοκρατημάτων), αν δεν υπολογίσεις σοβαρά την κατάσταση της μουσικής μας το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, και τον μουσικό και κοινωνικό περίγυρο της δεκαετίας του '20 και του '30. Όταν, δηλαδή, κακοποιημένες ρυθμικά και μελωδικά βυζαντινές μελωδίες με τη συνοδεία μιας δεύτερης και τρίτης φωνής σε κάθετη εναρμόνιση, παρουσιάζονταν ως οι γνήσιες, "αποκεκαθαρμένες" από ανατολίτικες επιρροές για να αντικαταστήσουν τη δυτικού τύπου πολυφωνία που είχε εισαχθεί βιαίως και ως ξένο σώμα, κυρίως στη θ. Λειτουργία σε κεντρικούς ναούς της Αθήνας.

Αυτή την εποχή οι αυθεντικοί ψάλτες θέλουν να αντιπαρατάξουν με πολυμελείς χορούς τη μεγαλοπρέπεια και κατάνυξη της μονόφωνης εκκλησιαστικής μουσικής και οι μουσικοί προσπαθούν να εφαρμόσουν ένα είδος οριζόντιας αρμονίας , όπως ο Κ. Ψάχος με τη συνηχητική γραμμή και ο Σ. Καράς με το διπλό ισοκράτημα.

Αυτό το ισοκράτημα το διακρίνουμε σε πολλά σημεία στην παρούσα ηχογράφηση, ακόμα και σε μουσικές φράσεις που η μεταγενέστερη θεωρητική θεμελίωση του ίδιου του Σ. Καρά μας διδάσκει πως δεν μπορεί να εφαρμοστεί, όπως, για παράδειγμα, στον πλάγιο του τετάρτου ήχο των στίχων του Μακάριος Ανήρ (αρ. 16).

Παράλληλα, όμως, με ξεχωριστό ενδιαφέρον ανακαλύπτουμε όχι μόνο τη νεανική φωνή του Σίμωνος Καρά, αλλά και την τέχνη και την τεχνική του, καθώς και όλα εκείνα τα στοιχεία και τα θέματα, που μεταγενέστερα θα τον απασχολήσουν, ως την πλήρη διατύπωση της διδασκαλίας του για τη γραπτή μουσική παράδοση, και την προφορική που ερμηνεύει τη γραπτή: την οκτωηχία και την εξ αυτής προκύπτουσα πολυηχία, τη μικροδιαστηματική ποικιλία, την ενέργεια των σημαδιών και τέλος την ερμηνεία.

Χωρίς αμφιβολία, η ηχογράφηση αυτή είναι και ιστορική και διδακτική. Μάρκος Φ. Δραγούμης

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΩΝΗΣ

Στη συλλογή των δίσκων του Μουσικού Λαογραφικού Αρχείου που ηχογραφήθηκαν το 1930, τα Μέγαρα αντιπροσωπεύονται από 28 τραγούδια, που όλα (εκτός από ένα) αποδόθηκαν από τους Δημήτρη Παπαποστόλη και Δημήτρη Καρώνη (10 και 17 τραγούδια αντίστοιχα). Κι επειδή ο πρώτος ήταν πρωτοψάλτης στην Αγία Παρασκευή των Μεγάρων κι ο δεύτερος βοηθός του, η Μερλιέ ζήτησε να ηχογραφηθούν και σε τρεις βυζαντινούς ύμνους. Ο Δημήτρης Παπαποστόλης, γιος ιερέα, κατά κύριο επάγγελμα μουσικοδιδάσκαλος, ήταν τότε 61 χρονών. Δάσκαλος του ήταν ο ιερέας Γρηγόριος Νικολακέας, που καταγόταν από το Προάστιον της Λακωνίας (Δήμος Καρδάμυλων), και είχε μάθει την ψαλτική στην Καλαμάτα. Ο Παπαποστόλης ήταν γνωστός στα Μέγαρα με το όνομα "Κοντομήτρος". Πέθανε το 1933. Ο Δημήτρης Καρώνης, ξυλουργός το επάγγελμα, ήταν περίπου είκοσι χρόνια νεότερος και είχε διδαχθεί την ψαλτική από τον Παπαποστόλη. Είχε μεγάλο ενδιαφέρον για την Βυζαντινή παράδοση και υπήρξε μέλος της Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών. Πέθανε το 1955.