ΤΗ ΚΘ’ ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

 

Μνήμη τού Αγίου Μάρτυρος Παραμόνου

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

Εις τό, Κύριε εκέκραξσα, ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια τρία τού Μάρτυρος.

 

Ήχος δ’

Ο εξ υψίστου κληθείς

Φωτοφανείας σαφώς πεπυρσευμένος, παμμάκαρ Παράμονε, τού θείου Πνεύματος, σκότος βαθύτατον τέλεον, απεβδελύξω, πολυθεϊας καί ηυτομόλησας, ευθέτου λαβόμενος, καφού πανόλβιε, πρός τά προκείμενα σκάμματα, γενναιοφρόνως, καί νικηφόρος οφθείς κατέβαλες, τόν αλαζόνα καί πολέμιον, πάντων βροτών μεγαλύνων Χριστόν, όν ικέτευε σώσαι, καί φωτίσαι τάς ψυχάς ημών.

 

Διά τόν πάντων Θεόν καί Βασιλέα, δήμον πολυάριθμον κατασφαπόμενον, κατανοήσας Παράμονε, τώ θείω ζήλω, όλως έθελχθης καί ανεβόησας, Χριστού δούλος γνήσιος, υπάρχω πάντοτε, γνώτε παράνομοι τύραννοι, καί ως αρνίον, άκακον θύεσθαι νύν αυτόκλητος, παρεγενόμην, μή ούν μέλλετε, θύμα δεκτόν τώ τυθέντι σαρκί, δι’ εμέ εκουσίως, τού γενέσθαι κατεπείγομαι.

 

Τή επταρίθμω τιμώμενος δεκάδι, τριπλή τε ο τίμιος, εκατοντάδι χορός, τών αθλοφόρων πολύθεον, καθείλε πλάνην, παρανομούντων διά τής πίστεως, μεθ’ ού εστεφάνωσαι, αγωνισάμενος, γενναιοφρονως Παράμονε, καί ταίς χορείαις, τών Ασωμάτων χαίρων ηρίθμησαι, μεθ’ ών δυσώπει πάσης θλίψεως, καί πειρασμών λυτρωθήναι ημάς, τούς σέ ανευφημούντας, καί γνησίως μακαρίζοντας.

Δόξα…Καί νύν… Θεοτοκίον, όμοιον

Ουκ αποκρύπτω ο τάλας τά δεινά μου, ότι πάντα κέκτημαι άπερ μισεί ο Θεός, σάρκα μολύνας καί πνεύμά μου, καί νούν εννοίαις, καί αθεμίτοις έργοις καί λόγοις αισχροίς, γλώσση κατακρίνων τε τούς αμαρτάνοντας, αυτός τά χείρω εργάζομαι Θεογεννήτορ, τούτων μοι δίδου πάντων διόρθωσιν, ίνα εκνήψας τής κακίστης μου, συνηθείας προσπέσω καί κλαύσωμαι, ά δεινά εφγασάμην, τής ζωής μου τό υπόλοιπον.

Η Σταυροθεοτοκίον

Μή εποδύρου μου Μήτερ καθορώσα, εν ξύλω κρεμάμενον, τόν σόν Υιόν καί Θεόν, τόν εφ’ υδάτων κρεμάσαντα, τήν γήν ασχέτως, καί πάσαν κτίσιν δημιουργήσαντα, καί γάρ αναστήσομαι καί δοξασθήσομαι, καί τά τού Άδου βασίλεια, συντρίψω σθένει, καί αφανίσω τούτου τήν δύναμιν, καί τούς δεσμίους εκλυτρώσομαι, τής αυτού κακουργίας ως εύσπλαγχνος, καί χαρίσομαι τούτοις, βασιλείαν τήν αιώνιον.

 

Εις τόν Στίχον, τά Στιχηρά τής Οκτωήχου.

 

Απολυτίκιον

Ήχος δ’  Ταχύ προκατάλαβε

Ο Μάρτυς σου, Κύριε, εν τή αθλήσει αυτού, τό στέφος εκομίσατο τής αφθαρσίας, εκ σού τού Θεού ημών, έχων γάρ τήν ισχύν σου, τούς τυράννους καθείλεν, έθραυσε καί δαιμόνων, τά ανίσχυρα θράση, Αυτού ταίς ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τάς ψυχάς ημών.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

 

Μετά τήν συνήθη Στιχολογίαν λέγομεν τούς Κανόνας τής Οκτωήχου, καί τού Αγίου τούτον, ού η Ακροστιχίς.

 

Υμνείν σε τήν νύν δίδου Μάρτυς χάριν. Ιωσήφ.

 

Ωδή α’  Ήχος δ’

«Θαλάσσης τό ερυθραίον πέλαγος, αβρόχοις ίχνεσιν, ο παλαιός πεζεύσας Ισραήλ, σταυροτύποις Μωσέως χερσί, τού Αμαλήκ τήν δύναμιν, εν τή ερήμω ετροπώσατο».

 

Υμνούντος, τήν φωτοφόρον μνήμην σου, Μάρτυς Παράμονε, φωτιστικαίς τού Πνεύματος αυγαίς, τήν καρδίαν μου φώτισον, καί παραμένειν θείαις με, νομοθεσίαις ενδυνάμωσον.

 

Μαρτύρων, περιφανώς τήν εύκλειαν, μάκαρ επλούτησας, μαρτυρικαίς εμπρέψας καλλοναίς, καί ωραίοις εν στίγμασιν, ωραιωθείς Παράμονε, όθεν πιστώς σε μακαρίζομεν.

 

Ναμάτων, ζωοποιών τού Πνεύματος, υπάρχων έμπλεως, τούς αθείας καύσωνι δεινώ, εκτακέντας εδρόσισας, καί πρός τό ύδωρ Ένδοξε, τής αναπαύσεως ωδήγησας.

Θεοτοκίον

Εν χρόνω, τόν έξω χρόνου τέτοκας, βροτόν γενόμενον, όν εκτενώς ικέτευε Αγνή, ως υιόν σου καί Κύριον, τά τής ψυχής μου χρόνια, πάθη ιάσασθαι πανάμωμε.

 

Ωδή γ’

«Ευφραίνεται επί σοί, η Εκκλησία σου, Χριστέ κράζουσα, Σύ μου ισχύς Κύριε, καί καταφυγή καί στερέωμα».

 

Τήν έπαρσιν τού εχθρού, ταπεινωθείς, διά Χριστόν έθραυσας, καί τάς αυτού φάλαγγας, ξίφει καρτερίας συνέκοψας.

 

Ηκύρωσας πονηρόν, κατά τής πίστεως ημών βούλημα, καί καρτερώς ήθλησας, Μάρτυς αθλοφόρε Παράμονε.

 

Νενεύρωσαι θεϊκή, ώς στρατιώτης δυνατός χάριτι, καί χαλεπά βάσανα, Μάρτυς ώσπερ όναρ λελόγισαι.

Θεοτοκίον

Στερέωσόν μου τόν νούν, περιτρεπόμενον πολλοίς πάθεσι, Μήτηρ Θεού πάναγνε, όπως κατά χρέος δοξάζω σε.

Ο Ειρμός

«Ευφραίνεται επί σοί, η Εκκλησία σου, Χριστέ κπάζουσα, Σύ μου ισχύς Κύριε, καί καταφυγή καί στερέωμα».

 

Κάθισμα  Ήχος δ’

Ταχύ προκατάλαβε

Ο Μάρτυς Παράμονος, καρτερικώς εναθλών, τοίς ρείθροις τού αίματος, πολυθείας πυράν, ενθέως κατέσβεσεν, όθεν τών ιαμάτων, ειληφως θείαν χάριν, δαίμονας απελαύνει, καί νοσήματα παύει αυτού Χριστέ πρεσβείαις, σώσον τάς ψυχάς ημών.

Θεοτοκίον

Τήν χάριν νύν άπαντες, ανευφημήσωμεν, Μητρός τού Θεού ημών, ως δι’ αυτής τήν χαράν, τώ κόσμω αυγάσασαν, λύσιν τής αμαρτίας, ευραμένη η φύσις, άπασα τών ανθρώπων, γηθομένη κραυγάζει, Ευχαίς αυτής Κύριε, ρύσαι ημάς τών δεινών.

Η Σταυροθεοτοκίον

Σταυρώ ως εώρακας, τόν σόν Υιόν καί Θεόν, Παρθένε πανύμνητε, καί απειρόγαμε, ανύμνεις δακρύουσα, Δόξα βοώσα Λόγε, τή φρικτή σου βουλήσει θέλων γάρ ενεκρώθης, η ζωή τών απάντων, ρυόμενος τόν κόσμον, φθοράς ώς υπεράγαθος.

 

Ωδή δ’

Eπαρθέντα σε ιδούσα η Εκκλησία, επί Σταυρού τόν Ήλιον τής δικαιοσύνης, έστη εν τή τάξει αυτής, εικότως κραυγάζουσα, Δόξα τή δυνάμει σου Κύριε.

 

Η καρδία σου ανδρεία ωχυρωμένη, καί παρρησία ένδοξε, πεπυρακτωμένη, βάσανα πολύπλοκα νηπίων τοξεύματα, Μάρτυς τού Χριστού ελογίσατο.

 

Νεκρωθέντας ταίς προστάξεσι τού τυράννου, τούς Αθλητάς Θεώμενος, ζήλον κατ’ εκείνους, ένθεον ανέλαβεν, ο Μάρτυς Παράμονος, καί πρός τό παθείν ηυτομόλησεν.

 

Νεανικώς σε τεινόμενον καί ταίς λόγχαις, ανηλεώς νυπόμενον, καί τάς μεθοδείας, τού εχθρού τροπούμενον, Χριστός εστεφάνωσεν, ο αγωνοθέτης Μακάριε.

 

Υπομονήν εκπληπόμενος τών Μαρτύρων, καί τήν αυτών τελείωσιν, Ένδοξε θαυμάζων, τούτοις εκοινώνησας, τού ζήλου τής πίστεως, καί τής υπερτίμου αθλήσεως.

Θεοτοκίον

Νεκρωθέντας τούς ανθρώπους τή παραβάσει, τώ ζωηφόρω τόκω σου, Παρθένε Μαρία, πάντας ανενέωσας, διό σε δοξάζομεν, καί θεοπρεπώς μακαρίζομεν.

 

Ωδή ε’

Σύ Κύριέ μου φώς, εις τόν κόσμον ελήλυθας, φώς άγιον επιστρέφον, εκ ζοφώδους αγνοίας τούς πίστει ανυμνούντάς σε.

 

Δώρον πολυτελές, σεαυτόν προσενήνοχας, τώ Κτίστη σου εναθλήσας, καί τήν πλάνην νικήσας, Μαρτύρων εγκαλλώπισμα.

 

Ιδρύματα σοφέ, τών Δαιμόνων καί ξόανα, συνέτριψας ηδρασμένον, λογισμόν κεκτημένος, εν πέτρα θείας πίστεως.

 

Δαιμόνων τήν πληθύν, ανδρικώς ετραυμάτισας, τώ τραύματι τής σαρκός σου, Αθλητά γενναιόφρον, διό σε μακαρίζομεν.

Θεοτοκίον

Ομότιμος Πατρί, ενυπάρχων καί Πνεύματι, ο Κύριος εξ αγνών σου, εσαρκώθη αιμάτων, Αγνή βροτός γενόμενος.

 

Ωδή ς’

«Θύσω σοι, μετά φωνής αινέσεως, Κύριε, η Εκκλησία βοά σοι, εκ δαιμόνων λύθρου κεκαθαρμένη, τώ δι’ οίκτον, εκ τής πλευράς σου, ρεύσαντι αίματι».

 

Ύπτιος εν καιρώ τών αγώνων ού γέγονας, εγηγερμένος δέ μάλλον, καί πρός θείαν άθλησιν ρωμαλέτών στεφάνων τής ος διά τούτο, δόξης επέτυχες.

 

Μαρτύρων, ομηγύρει σαυτόν συγκαταλέξας, τελειωθείση προθύμως, πρό τής σής Αοίδιμε μαρτυρίας, καί σύν τούτοις, σωτηρίου παστάδος ηξίωσαι.

 

Αι λόγχαι, μιμητήν σε Χριστού απειργάσαντο, αίς τιτρωσκόμενος Μάρτυς, πρός αυτόν ανέπτης στεφανηφόρος, θανατώσας, υπομονής τούς άφρονας ξίφεσι.

Θεοτοκίον

Ρυσαί με, τών σκανδάλων τού βίου Πανάχραντε, τόν εν νυκτί σκοτομαίνης, λογισμών ατόπων κεκρατημένον, καί κακία, τού δυσμενούς αεί σκοτιζόμενον.

Ο Ειρμός

«Θύσω σοι, μετά φωνής αινέσεως Κύριε, η Εκκλησία βοά σοι, εκ δαιμόνων λύθρου κεκαθαρμένη, τώ δι’ οίκτον, εκ τής πλευράς σου ρεύσαντι αίματι».

 

Συναξάριον

Τή ΚΘ’ τού αυτού μηνός, Μνήμη τής αθλήσεως τού Αγίου Μάρτυρος Παραμόνου, καί τών Αγίων τριακοσίων εβδομήκοντα συμμαρτύρων αυτού.

Στίχοι

·        Ο Παράμονος νύπεταί σοι Χριστέ μου.

·        Γνούς γάρ Θεόν μόνον σε, σοί θνήσκει μόνω.

·        Ξίφει κεφαλάς άνδρες επτάκις δέκα

·        Σύν εξαπλή διδούσι πεντηκοντάδι.

·        Παράμονον δ’ ενάτη κτάνον εικάδι έγχεα μακρά.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τού Αγίου Μάρτυρος Φιλουμένου.

Στίχοι

·        Φιλουμένου πείρουσιν ήλοις τούς πόδας,

·        Χριστόν φιλούντος καί Θεώ φιλουμένου.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Νικολάου, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, καί τού Αγίου Ιερομάρτυρος τού εν Περσίδι, καί τών Αγίων έξ Μαρτύρων, ούς διωκομένους, πέτρα ραγείσα υπεδέξατο αυτούς.

Στίχοι

·        Ήνοιξε πέτραν εις ταφήν έξ ανδράσιν,

·        Ο νεκρός ευρών εις ταφήν Χριστός πέτραν.

 

Τή αυτή ημέρα, ό Άγιος Ουρβανός Επίσκοπος Μακεδονίας, εν ειρήνη τελειούται.

Στίχοι

·        Ο χερσίν ούτος εκπνέων τών Αγγέλων,

·        Ουρβανός εστιν, ού βίος κατ’ Αγγέλους.

 

Τή αυτή ημέρα, ό Άγιος Διονύσιος, Επίσκοπος Κορίνθου, ξίφει πληγείς τελειούται.

Στίχοι

·        Διονύσιος εις τελών θυηπόλων,

·        Ξίφος μετελθών, είς εστι καί Μαρτύρων.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Όσιος Παγκόσμιος εν ειρήνη τελειούται.

Στίχοι

·        Σύμπας ο κόσμος ουδέν ήν Παγκοσμίω.

·        Εδέμ γάρ ήρα καί μόνης, ήν λαμβάνει.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Όσιος Πιτυρούν εν ειρήνη τελειούται.

Στίχοι

·        Τή σή θελήσει πρός σέ χωρεί Χριστέ μου,

·        Ο σών Πιτυρούν εργάτης θελημάτων.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Άγιος Μάρτυς Ούαλλερίνος ξίφειτελειούται.

Στίχοι

·        Διά στέφος πάντιμον οίσω καί ξίφος.

·        Ο Μάρτυς εκραύγαζεν Ούαλλερίνος.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Άγιος Φαίδρος, ρητίνης ζεούσης καταχεθείσης αυτώ, τελειούται.

Στίχοι

·        Πολλούς πρός άλλα, πρός δέ ρητίνης ζέσιν,

·        Στερρώς αθλούντα, Φαίδρον έγνωμεν μόνον.

 

Ταίς τών Αγίων σου πρεσβείαις, ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.

 

Ωδή ζ’

«Εν τή καμίνω, Αβραμιαίοι Παίδες τή Περσική, πόθω ευσεβείας μάλλον ή τή φλογί, πυρπολούμενοι εκραύγαζον, Ευλογημένος εί, εν τώ ναώ τής δόξης σου Κύριε».

 

Τών ιαμάτων, καί τών θαυμάτων χάριν σοφέ, Μάρτυς εκ Θεού πλουτήσας περιφανώς, ιατρεύεις τούς κραυγάζοντας, Ευλογημένος εί, εν τώ ναώ τής δόξης σου Κύριε.

 

Υφαπλουμένων, κολαστηρίων ουκ εφρόντισας, όλην τήν φροντίδα έχων εν ουρανοίς, καί κραυγάζων Αξιάγαστε, Ευλογημένος εί, εν τώ ναώ τής δόξης σου Κύριε.

 

Σύ τών αιμάτων, Αθλητά τώ πυρί έφλεξας, ύλην αθείας ένδοξε πονηράν, τή δέ δρόσω τών θαυμάτων σου, τούς εν τώ καύσωνι, τών δυσχερών δροσίζεις Παράμονε.

Θεοτοκίον

Χαίρε η μόνη, τήν χαράν τοίς ανθρώποις κυήσασα, χαίρε ουρανέ καί θρόνε Χερουβικέ, καί περίδοξον παλάτιον, τού Βασιλεύοντος, τών αιώνων πανάμωμε Δέσποινα.

 

Ωδή η’

«Χείρας εκπετάσας Δανιήλ, λεόντων χάσματα, εν λάκκω έφραξε πυρός δέ δύναμιν έσβεσαν, αρετήν περιζωσάμενοι, οι ευσεβείας ερασταί, Παίδες κραυγάζοντες, Ευλογείτε πάντα τά έργα, Κυρίου τον Κύριον».

 

Αγρυπνόν σε φύλακα Πιστών, κατεπλουτήσαμεν, κατακοιμίζοντα, δαιμόνων φάσματα πάντοθεν, καί σαρκός άγρια κύματα, καί καταιγίδας λογισμών, Μάρτυς πολύαθλε, τών βοώντων, Πάντα τά έργα υμνείτε τόν Κύριον.

 

Ρείθροις σών αιμάτων ιερών, πορφύραν έβαψας, σαυτώ παλαίωσιν, μηδόλως μέλλουσαν δέχεσθαι, καί λαμπρώς ωραϊζόμενος, τά επουράνια οικείς, βοών μακάριε, Ευλογείτε, πάντα τά έργα Κυρίου τόν Κύριον.

 

Ιερείον ώσπερ καθαρόν, καί θύμα άμωμον, καί καλλιέρημα, όλοκαυτουμενον άνθραξιν, ιεράς Μάρτυς αθλήσεως, τώ αθλοθέτη σου Χριστώ, προσήχθης μέλπων σοφέ, Ευλογείτε πάντα τά έργα Κυρίου τόν Κύριον.

Θεοτοκίον

Νόμου σε σκιαί καί Προφητών προδιεχάραξαν, σεπτά κηρύγματα, αρρήτως μέλλουσαν έσεσθαι, τού Θεού λοχεύτριαν, θεοχαρίτωτε Αγνή, ώ πάντες μέλπομεν, Ευλογείτε, πάντα τά έργα Κυρίου τόν Κύριον.

Ο Ειρμός

«Χείρας εκπετάσας Δανιήλ, λεόντων χάσματα εν λάκκω έφραξε, πυρός δέ δύναμιν έσβεσαν, αρετήν περιζωσάμενοι, οι ευσεβείας ερασταί, Παίδες κραυγάζοντες, Ευλογείτε, πάντα τά έργα Κυρίου τόν Κύριον».

 

Ωδή θ’

«Λίθος αχεφότμητος όρους, εξ αλαξεύτου σου Παρθένε, ακρογωνιαίος ετμήθη, Χριστός συνάψας, τάς διεστώσας φύσεις, διό επαγαλλόμενοι, σέ Θεοτόκε μεγαλύνομεν».

 

Ίδε φωταυγούς Αθλοφόρου, φωτοψανής έλαμψε μνήμη, πάντων τών Πιστών τάς καρδίας, φωταγωγούσα τώ θείω Πνεύματι, περιχαρώς χορεύσωμεν, τούτον εν πίστει μακαρίζοντες.

 

Ως τή επτακύκλω δεκάδι, καί τή τριπλή εκατοντάδι, ακαταγωνίστων Μαρτύρων, συναγελάζων, μεθ’ ών τό σώμά σου, Μάρτυς Χριστού κατάκειται, σύν τούτοις πρέσβευε σωθήναι ημάς.

 

Στάδιον ανύσαντες πόνων, πολυειδών μεμεστωμένον, καί μετά Χριστού τού τόν κόσμον, νενικηκότος λαμπρώς νικήσαντες, στεψανηφόροι Μάρτυρες, τούς ουρανούς περιπολεύετε.

 

Ήρθης από γής καί τά γέρα, τών σών αγώνων εκομίσω, νύν δέ ποταμούς αναβλύζεις, ημίν θαυμάτων τοίς σέ γεραίρουσι, καί ευσεβώς τήν μνήμην σου, πανηγυρίζουσι Παράμονε.

Θεοτοκίον

Φώτισον ψυχής μου τάς κόρας, αμαυρωθείσας αβλεψία, τής φθοροποιού αμαρτίας, Θεογεννήτορ πάναγνε Δέσποινα, σύ γάρ Πιστών βοήθεια, καί φωτισμός υπάρχεις Άχραντε.

Ο Ειρμός

«Λίθος αχειρότμητος όρους, εξαλαξεύτου σου Παρθένε, ακρογωνιαίος ετμήθη, Χριστός συνάψας τάς διεστώσας φύσεις, διό επαγαλλόμενοι, σέ Θεοτόκε μεγαλύνομεν».

 

Καί η λοιπή τού Όρθρου Ακολουθία κατά τήν τάξιν, καί Απόλυσις.