ΤΗ ΚΣΤ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

 

Η σύναξις τής Υπεραγίας Θεοτόκου.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

 

Στιχολογία ού γίνεται. Εις δέ τό, Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν Στίχους ς' Καί ψάλλομεν τής Εορτής Στιχηρά Ιδιόμελα δευτερούντες τά δύο.

 

Ήχος β'  Γερμανού

Δεύτε αγαλλιασώμεθα τώ Κυρίω, τό παρόν μυστήριον εκδιηγούμενοι. Τό μεσότοιχον τού φραγμού διαλέλυται, η φλογίνη ρομφαία τά νώτα δίδωσι, καί τά Χερουβίμ παραχωρεί τού ξύλου τής ζωής, καγώ τού Παραδείσου τής τρυφής μεταλαμβάνω, ού προεξεβλήθην διά τής παρακοής. Η γάρ απαράλλακτος είκων τού Πατρός, ο χαρακτήρ τής αϊδιότητος αυτού, μορφήν δούλου λαμβάνει, εξ απειρογάμου Μητρός προελθών, ου τροπήν υπομείνας, ο γάρ ήν διέμεινε, Θεός ών αληθινός, καί ό ουκ ήν προσέλαβεν, άνθρωπος γενόμενος διά φιλανθρωπίαν, αυτώ βοήσωμεν. Ο τεχθείς εκ Παρθένου Θεός, ελέησον ημάς.

Ανατολίου  ο αυτός

Τού Κυρίου Ιησού γεννηθέντος, εκ τής Αγίας Παρθένου, πεφώτισται τά σύμπαντα, Ποιμένων γάρ αγραυλούντων, καί Μάγων προσκυνούντων, Aγγέλων ανυμνούντων, Ηρώδης εταράσσετο, ότι Θεός εν σαρκί εφάνη, Σωτήρ τών Ψυχών ημών.

Ο αυτός

Η Βασιλεία σου, Χριστέ ο Θεός, βασιλεία πάντων τών αιώνων, καί η Δεσποτεία σου, εν πάση γενεά. Ο σαρκωθείς εκ Πνεύματος Αγίου, καί εκ τής αειπαρθένου Μαρίας ενανθρωπήσας, φώς ημίν έλαμψας, Χριστέ ο Θεός, τή σή παρουσία, φώς εκ φωτός, τού Πατρός τό απαύγασμα, πάσαν κτίσιν εφαίδρυνας. Πάσα πνοή αινεί σε, τόν χαρακτήρα τής δόξης τού Πατρός. Ο Ων καί προών, καί εκλάμψας εκ Παρθένου Θεός, ελέησον ημάς.

Ο αυτός

Τί σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γής ως άνθρωπος δι' ημάς, έκαστον γάρ τών υπό σού γενομένων κτισμάτων, τήν ευχαριστίαν σοι προσάγει, οι Αγγελοι τόν ύμνον, οι ουρανοί τόν Αστέρα, οι Μάγοι τά δώρα, οι Ποιμένες τό θαύμα, η Γή τό Σπήλαιον, η έρημος τήν φάτνην, ημείς δέ Μητέρα Παρθένον. Ο πρό αιώνων Θεός, ελέησον ημάς.

Δόξα... Καί νύν... Ήχος πλ. β'

Δόξα εν υψίστοις Θεώ καί επί γής ειρήνη. Σήμερον δέχεται η Βηθλεέμ, τόν καθήμενον διά παντός σύν Πατρί. Σήμερον Άγγελοι τό βρέφος τό τεχθέν, θεοπρεπώς δοξολογούσι. Δόξα εν υψίστοις Θεώ, καί επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία.

 

Είσοδος Προκείμενον

Ήχος βαρύς

Τίς Θεός μέγας, ως ο Θεός ημών; σύ εί ο Θεός, ο ποιών θαυμάσια μόνος.

Στίχος. Εγνώρισας εν τοίς λαοίς τήν δύναμίν σου.

 

Τίς Θεός μέγας, ως ο Θεός ημών;

Στίχος. Καί είπα Nύν ηρξάμην, αύτη η αλλοίωσις τής δεξιάς τού Υψίστου.

 

Τίς Θεός μέγας, ως ο Θεός ημών;

 

Εις τόν Στίχον, Στιχηρά Ιδιόμελα.

 

Ήχος πλ. δ'  Ιωάννου Μοναχού

Παράδοξον Μυστήριον, οικονομείται σήμερον! καινοτομούνται φύσεις, καί Θεός άνθρωπος γίνεται, όπερ ήν μεμένηκε, καί ό ουκ ήν προσέλαβεν, ου φυρμόν υπομείνας, ουδέ διαίρεσιν.

 

Στίχ. Είπεν ο Κύριος τώ Κυρίω  μου κάθου εκ δεξιών μου έως άν θώ τολυς εχθρούς σου υποπόδιον τών ποδών σου

 

Κύριε, εν Βηθλεέμ παραγέγονας, εν τώ Σπηλαίω παρώκησας, ο ουρανόν τόν θρόνον έχων, εν φάτνη ανεκλίθης, όν στρατιαί κυκλούσιν Αγγέλων, Ποιμέσι συγκατέβης, ίνα σώσης ως εύσπλαγχνος τό γένος ημών, δόξα σοι.

 

Στίχ. Εκ γαστρός πρό Εωσφόρου εγέννησά σε, ώμοσε Κύριος, καί ου μεταμεληθήσεται. Σύ Ιερεύς εις τόν αιώνα, κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ.

 

Πώς εξείπω τό μέγα Μυστήριον; ο άσαρκος σαρκούται, ο Λόγος παχύνεται, ο αόρατος οράται καί ο αναφής ψηλαφάται, καί ο άναρχος άρχεται. Ο Υιός τού Θεού, ανθρώπου Υιός γίνεται, Ιησούς Χριστός, χθές καί σήμερον ο αυτός, καί εις τούς αιώνας.

Δόξα... Καί νύν... ο αυτός

Εν Βηθλεέμ συνέδραμον Ποιμένες, τόν αληθή μηνύοντες Ποιμένα, τόν καθήμενον επί τών Χερουβίμ, καί ανακείμενον εν φάτνη, Νηπίου μορφήν δι' ημάς ανειληφότα, Κύριε δόξα σοι.

 

Απολυτίκιον  Ήχος δ'

Η γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τώ κόσμω, τό φώς τό τής γνώσεως, εν αυτή γάρ οι τοίς άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο, σέ προσκυνείν, τόν Ήλιον τής δικαιοσύνης, καί σέ γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν, Κύριε δόξα σοι.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

 

Οι Κανόνες τής Εορτής απαραλλάκτως, καθώς καί έν τή Εορτή. Από τρίτης ωδής, Kοντάκιον τής Εορτής. Αφ' έκτης τό Κοντάκιον τούτο.

 

Κοντάκιον  Ήχος πλ. β'

Ο πρό Εωσφόρου εκ Πατρός αμήτωρ γεννηθείς, επί τής γής απάτωρ εσαρκώθη σήμερον εκ σού, όθεν Αστήρ ευαγγελίζεται Μάγοις, Άγγελοι δέ μετά Ποιμένων υμνούσι, τόν άχραντον Τόκον σου, η Κεχαριτωμένη.

Ο Οίκος

Τόν αγεώργητον βότρυν βλαστήσασα, η μυστική άμπελος ως επί κλάδων, αγκάλαις εβάσταζε, καί έλεγε. Σύ εί καρπός μου, σύ εί η ζωή μου. Αφ' ού έγνων, ότι καί ο ήμην ειμί, σύ μου Θεός, τήν γάρ σφραγίδα τής Παρθενίας μου ορώσα ακατάλυτον, κηρύττω σε άτρεπτον Λόγον, σάρκα γενόμενον, ουκ οίδα σποράν, οίδά σε λύτην τής φθοράς, Αγνή γάρ ειμι, σού προελθόντος εξ εμού, ως γάρ εύρες, έλιπες μήτραν εμήν. Διά τούτο συγχορεύει πάσα κτίσις βοώσά μοι, Χαίρε η Κεχαριτωμένη.

Συναξάριον

Τή ΚΣΤ' τού αυτού μηνός, H Σύναξις τής Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου.

Στίχοι

·        Λεχώ άμωμον ανδρός μή γνούσαν λέχος,

·        Δώροις αμώμοις δεξιούμαι τοίς λόγοις.

·        Mολπήν αγνοτάτη λεχοί εικάδι έκτη αείδω.

 

Περί τής εις Αίγυπτον φυγής τής Υπεραγίας Θεοτόκου.

Στίχοι

·        Ήκοντα πρός σέ, τόν πάλαι πλήξαντά σε,

·        Αίγυπτε φρίττε, καί Θεόν τούτον φρόνει.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τού εν αγίοις Πατρός ημών Ευθυμίου, Επισκόπου Σάρδεων τού Ομολογητού.

Στίχοι

·        Χριστώ παραστάς, Ευθύμιε τρισμάκαρ,

·        Πλήρης αλήκτου τυγχάνεις ευθυμίας.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Κωνσταντίνου τού εξ' Ιουδαίων.

Στίχοι

·        Ως εξ ακανθών τών Ιουδαίων ρόδον,

·        Ο θείος ανθεί καί θανών, Κωνσταντίνος.

 

Καί Μνήμη τού Οσίου πατρός ημών Ευαρέστου.

Στίχοι

·        Έσπευδεν Ευάρεστος έργω καί λόγω,

·        Εως τελευτής ευαρεστείν σοι Λόγε.

 

Μνήμη τού αγίου νέου ιερομάρτυρος Κωνσταντίνου τού Ρώσου, αθλήσαντος εν Κωνσταντινοπόλει κατά τό 1743 έτος.

 

Ταίς αυτών αγίαις πρεσβείαις, ο Θεός, ελέησον, καί σώσον ημάς. Αμήν.

 

Καταβασίαι, αι Ιαμβικαί μόνον, Έσωσε λαόν, κ.τ.λ. Η τιμιωτέρα ού στιχολογείται, αλλ' αντ' αυτής ψάλλεται η θ' Ωδή, μετά τών μεγαλυναρίων αυτής.

 

Εξαποστειλάριον

Επεσκέψατο ημάς, εξ ύψους ο Σωτήρ ημών, ανατολή ανατολών, καί οι εν σκότει καί σκιά, εύρομεν τήν αλήθειαν, καί γάρ εκ τής Παρθένου ετέχθη ο Κύριος. (Εκ γ')

 

Εις τούς Αίνους, ιστώμεν Στίχους δ' καί ψάλλομεν στιχηρά Ιδιόμελα.

 

Ήχος δ'

Ανδρέου Ιεροσολυμίτου

Ευφραίνεσθε Δίκαιοι, ουρανοί άγαλλιάσθε, σκιρτήσατε τά όρη, Χριστού γεννηθέντος. Παρθένος καθέζεται, τά Χερουβίμ μιμουμένη, βαστάζουσα εν κόλποις, Θεόν Λόγον σαρκωθέντα. Ποιμένες τόν τεχθέντα δοξάζουσι. Μάγοι τώ Δεσπότη, δώρα προσφέρουσιν. Άγγελοι ανυμνούντες λέγουσιν Ακατάληπτε Κύριε, δόξα σοι.

Ο αυτός

Ο Πατήρ ηυδόκησεν, ο Λόγος σάρξ εγένετο, καί η Παρθένος έτεκε, Θεόν ενανθρωπήσαντα. Αστήρ μηνύει, Μάγοι προσκυνούσι, Ποιμένες θαυμάζουσι, καί η κτίσις αγάλλεται.

Ο αυτός

Θεοτόκε Παρθένε, η τεκούσα τόν Σωτήρα, ανέτρεψας τήν πρώτην κατάραν τής Εύας, ότι Μήτηρ γέγονας, τής ευδοκίας τού Πατρός, βαστάζουσα εν κόλποις, Θεόν Λόγον σαρκωθέντα. Ού φέρει τό μυστήριον έρευναν, πίστει μόνη τούτο πάντες δοξάζομεν, κράζοντες μετά σού καί λέγοντες. Ανερμήνευτε κύριε, δόξα σοι.

Ο αυτός

Δεύτε ανυμνήσωμεν, τήν Μητέρα τού Σωτήρος, τήν μετά τόκον πάλιν οφθείσαν Παρθένον. Χαίροις Πόλις έμψυχε, τού Βασιλέως καί Θεού, εν ή Χριστός οικήσας, σωτηρίαν ειργάσατο. Μετά τού Γαβριήλ ανυμνούμέν σε, μετά τών Ποιμένων δοξάζομεν κράζοντες. Θεοτόκε, πρέσβευε, τώ εκ σού σαρκωθέντι, σωθήναι ημάς.

Δόξα... Ήχος πλ. β'

Σήμερον η αόρατος φύσις, τοίς βροτοίς εκ Παρθένου συνάπτεται. Σήμερον η άπειρος ουσία, εν Βηθλεέμ σπαργάνοις ενειλίσσεται. Σήμερον ο Θεός δι' αστέρος Μάγους εις προσκύνησιν άγει, προμηνύοντας αυτού τήν τριήμερον ταφήν, ως εν χρυσώ καί σμύρνη καί λιβάνω, διό ψάλλομεν. Ο σαρκωθείς εκ Παρθένου, Χριστέ ο Θεός, σώσον τάς ψυχάς ημών.

Καί νύν... Ήχος β'

Σήμερον ο Χριστός, εν Βηθλεέμ γεννάται εκ Παρθένου. Σήμερον ο άναρχος άρχεται, καί ο Λόγος σαρκούται. Αι Δυνάμεις τών ουρανών αγάλλονται, καί η γή σύν τοίς ανθρώποις ευφραίνεται, οι Μάγοι τά δώρα προσφέρουσιν, οι Ποιμένες τό θαύμα θαυμάζουσιν, ημείς δέ ακαταπαύστως βοώμεν. Δόξα εν υψίστοις Θεώ, καί επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία.

 

Δοξολογία Μεγάλη

 

Εις τήν Λειτουργίαν, τά Αντίφωνα τής Εορτής. Αντί τού Τρισαγίου, Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε. Εις τό Εξαιρέτως, Στέργειν μέν ημάς. Κοινωνικόν, τής Εορτής. Καί μετ' αυτό, Η γέννησίς σου Χριστέ.

 

ΤΗ ΑΥΤΗ ΗΜΕΡΑ

 

Ψάλλομεν εν τοίς, Αποδείπνοις τήν Ακολουθίαν τού αγίου. Ιερομάρτυρος Ευθυμίου.

Ο Κανών, ού η Ακροστιχίς.

 

Τεχθείς σε Χριστός σπαργάνοις στέφει, Πάτερ. Θεοφάνους.

 

Ωδή α'  Ήχος δ'

«Θαλάσσης τό ερυθραίον πέλαγος, αβρόχοις ίχνεσιν, ο παλαιός πεζεύσας Ισραήλ, σταυροτύποις Μωσέως χερσί, τού Αμαλήκ τήν δύναμιν, εν τή ερήμω ετροπώσατο».

 

Τεχθέντα τόν αεί όντα Κύριον, καί σπαργανούμενον, σπαργανωθείς μαστίγων αικισμοίς, ευσεβώς προσεκύνησας, καί πρός αυτόν Ευθύμιε, μετ' ευθυμίας προσεχώρησας.

 

Εν φάτνη ανακλιθείς ο Κύριος, δώρον γενέθλιον, τών σών αιμάτων Μάκαρ τούς κρουνούς, καί πληγών σου τούς μώλωπας, υπέρ χρυσόν καί λίβανον, καί υπέρ σμύρναν προσεδέξατο.

 

Xρυσόν μέν παρά τών Μάγων δέχεται, τεχθείς ο Κύριος, τής πρός αυτόν αγάπης δέ τής σής, Ιεράρχα τό γνήσιον, καί τό στερρόν καί εύτονον, τής ανενδότου καρτερίας σου.

 

Θανάτω τόν τού Δεσπότου θάνατον, εκμιμησάμενος, δεσποτικάς εβόησας φωνάς, υπέρ τών αναιρούντων σε, ειλικρινώς ευχόμενος, Ιεροφάντα πανσεβάσμιε.

Θεοτοκίον

Εκ σού τής Υπεραγίας σήμερον, ο τού παντός Ποιητής, σωματικώς γεννάται καθ' ημάς, καί σπαργάνοις ειλίσσεται, ο σπαργανώσας θάλασσαν, ομίχλη Μήτηρ αειπάρθενε.

 

Ωδή γ'

«Eυφραίνεται επί σοί, η Εκκλησία σου Χριστέ κράζουσα. Σύ μου Ισχύς Κύριε, καί καταφυγή καί στερέωμα».

 

Ιχώρας μαρτυρικούς, αντί λιβάνου καί χρυσού σμύρνης τε, ώς Ιερεύς προσήνεγκας, τώ εν Βηθλεέμ γεννηθέντι Χριστώ.

 

Στερρότητι λογισμού, καί γενναιότητι ψυχής ήλεγξας, τόν δυσσεβή Λέοντα, κατά τού Σωτήρος λυττήσαντα.

 

Στεφάνου εκμιμητής, τού πρωτομάρτυρος Χριστού γέγονας, τών φονευτών Ευθύμιε, υπέρ σωτηρίας ευχόμενος.

 

Ετήρησας εμμελώς, τήν τού Σωτήρος εντολήν Όσιε, καί τήν ψυχήν τέθεικας, υπέρ τών σών φίλων Πατήρ ημών.

Θεοτοκίον

Χωρίον χωρητικόν, τού αχωρήτου πλαστουργού γέγονας, τούτον σαρκί χωρήσασα, Κεχαριτωμένη πανάχραντε.

 

Ωδή δ'

«Επαρθέντα σε ιδούσα η Εκκλησία, επί σταυρού τόν Ήλιον τής δικαιοσύνης, έστη εν τή τάξει αυτής, εικότως κραυγάζουσα. Δόξα τή δυνάμει σου Κύριε».

 

Ραπιζόμενος τό πρόσωπον τό τή θεία, Χαριτωθέν λαμπρότητι, τής άνω σοφίας, γέγονας συμμέτοχος, Χριστού παμμακάριστε, τού υπέρ η μών ραπισθέντος σαρκί.

 

Ιερωσύνης τό σέβας ουκ αιδεσθέντες, οι ασεβείς καί πρόμαχοι, κακίας εργάται, γήρας ου τιμήσαντες, τό σόν οι παράνομοι, ανελεημόνως εμάστιζον.

 

Σπαργανουμένω καί φάτνη ανακειμένω, τώ Λυτρωτή Ευθύμιε, πολύτιμον δώρον, Πάτερ προσενήνοχας, τό τίμιον αίμά σου, πόθω δι' αυτόν εκχυνόμενον.

 

Τοίς τού Σωτήρος σπαργάνοις ενειλημένος, καί τήν αυτού αγάπησιν, περιεζωσμένος, τούτω πρεσεπέλασας, τώ λύθρω σπαζόμενος, τώ εκ μιαιφόνου χυθέντι χειρός.

Θεοτοκίον

Ο τάς αύλους ουσίας δημιουργήσας, σωματικώς ως άνθρωπος, εκ σού Θεομήτορ, σήμερον γεγέννηται, αυτώ μελωδήσωμεν. Δόξα εν υψίστοις Χριστώ τώ Θεώ.

 

Ωδή ε'

«Σύ Κύριέ μου φώς, εις τόν κόσμον ελήλυθας, φώς άγιον επιστρέφον εκ ζοφώδους αγνοίας, τούς πίστει ανυμνούντάς σε».

 

Σοί έμψυχος εικών, τώ Σωτήρι προσάγεται, τιμήσασα τήν εικόνα, τής αχράντου σαρκός σου, καί τύπον τόν τού σώματος.

 

Σοί Δέσποτα Ποιμήν, ευθυμίας φερώνυμος, τά στίγματα τής σαρκός σου, περιφέρων οικείω, εν σώματι προσφέρεται.

 

Πύρ έσβεσας θυμού, τών ανόμων Ευθύμιε, τοίς χεύμασι τών αδίκως, χυθέντων σου αιμάτων, Παμμάκαρ Ιερώτατε.

 

Ανέστειλας ορμήν, τών αθέων Μακάριε, τή ρώμη τών διδαχών σου, καί τού Κτίστου εικόνα, σχετικώς σύ τετίμηκας.

Θεοτοκίον

Ρούς έστη τής φθοράς η Παρθένος αφθόρως γάρ, γεγέννηκε τόν τήν φύσιν, τών ανθρώπων φθαρείσαν, φθοράς ελευθερώσαντα.

 

Ωδή ς'

«Θύσω σοι, μετά φωνής αινέσεως κύριε, η Εκκλησία βοά σοι, εκ δαιμόνων λύθρου κεκαθαρμένη, τώ δι' οίκτον, εκ τής πλευράς σου ρεύσαντι αίματι».

 

Γυμνώσει, τού τών πάντων Σωτήρος τήν γύμνωσιν, εκμιμησάμενος Πάτερ, καί μαστίγων πόνους εγκαρτερήσας, τό σόν αίμα, τώ εκείνου επέχεας αίματι.

 

Αγάπην, καί ελπίδα καί πίστιν θεόφρονα, τάς δι' αιώνος μενούσας, αρετάς πλουτήσας τώ γεννηθέντι, εκ Παρθένου, δωροφορείς παμμάκαρ Ευθύμιε.

 

Νομίμως, τώ Χριστώ λειτουργήσας τήν ένθεον, ιερουργίαν τού λόγου, μισθόν τούτου Πάτερ αντεκομίσω, θεορρήμον, τό σέ τελειωθήναι δι' αίματος.

Θεοτοκίον

Ο πλάσας, κατ' εικόνα ιδίαν τόν άνθρωπον, διά πολλήν ευσπλαγχνίαν, αναπλάττει τούτον εκ σού Παρθένε, Θεομήτορ, ολοκλήρως αυτόν ενδυσάμενος.

 

Κάθισμα  Ήχος α'

Τόν τάφον σου Σωτήρ

Προσήνεγκας Χριστώ, εκ Παρθένου τεχθέντι, Ευθύμιε σοφέ, ώς οι Μάγοι τά δώρα, αθλήσας καρτερώτατα, Ιεράρχα τό αίμά σου, όθεν είληφας, διπλούν τό στέφος τής νίκης, καί παρίστασαι, τή Παναγία Τριάδι, πρεσβεύων σωθήναι ημάς.

 

Ωδή ζ'

«Εν τή καμίνω, Αβραμιαίοι Παίδες τή Περσική, πόθω ευσεβείας μάλλον ή τή φλογί, πυρπολούμενοι εκραύγαζον. Ευλογημένος εί εν τώ ναώ τής δόξης σου Κύριε».

 

Ιερωσύνης, Ιερωτάτης τό θεόσδοτον, χρίσμα, συγκεράσας αίματι τώ εκ σού, Ιερώτατον απέδειξας, Ευλογημένος εί, ο Θεός μου κραυγάζων καί Κύριος.

 

Συ εφειλκύσω, χάριν τού θείου Πρωτομάρτυρος, ούπερ ανεδείχθης άριστος μιμητής, ευλογίαις αμειβόμενος, τούς αναιρούντάς σε, ανηλεώς παμμάκαρ Ευθύμιε.

 

Στήσας τούς πόδας, επί πέτραν τής πίστεως ασφαλώς, πάσαις προσβολαίς Παμμάκαρ τών πειρασμών, απερίτρεπτος διέμεινας, Ευλογημένος εί, ο Θεός μου κραυγάζων καί Κύριος.

Θεοτοκίον

Τό τού Υψίστου, ηγιασμένον θείον σκήνωμα, χαίρε, διά σού γάρ δέδοται η χαρά, Θεοτόκε τοίς κραυγάζουσιν. Ευλογημένη σύ, εν γυναιξίν υπάρχεις, Πανάμωμε.

 

Ωδή η'

«Χείρας εκπετάσας Δανιήλ, λεόντων χάσματα, εν λάκκω έφραξε, πυρός δέ δύναμιν έσβεσαν, αρετήν περιζωσάμενοι, οι ευσεβείας ερασταί, Παίδες κραυγάζοντες. Ευλογείτε, πάντα τά έργα Κυρίου τόν Κύριον».

 

Έστης επί βήματος στερρώς, αγωνιζόμενος, Πάτερ Ευθύμιε, τόν τελειότατον όρον γάρ, τής αγάπης εμελέτησας θεόληπτε, ώσπερ ελόμενος θανείν, υπέρ τών φίλων σου, τών βοώντων. Πάντα τά έργα, υμνείτε τόν Κύριον.

 

Φαιδρός καί τόν λόγον καί τόν νούν, φαιδράν εκέκτησο, ψυχήν καί πρόσωπον, νύν δέ φαιδρότερος γέγονας, μέχρις αίματος Ευθύμιε, πρός Βασιλείς θεοστυγείς αντιταξάμενος, καί κραυγάζων, Πάντα τά έργα, υμνείτε τόν Κύριον.

 

Επέθεντο Μάκαρ επί σέ, οι επί γής κραταιοί τού θανατώσαί σε, παρανομώτατα πράττοντες, αλλ' αυτός ανατεινομενος, πρός τόν τεχθέντα Λυτρωτήν, εξ απειράνδρου Μητρος, ανεβόας. Πάντα τά έργα, υμνείτε τόν Κύριον.

Θεοτοκίον

Ιδού νύν εξέλιπε σαφώς, εκ τής Ιούδα φυλής, άρχων ηγούμενος, σύ γάρ Πανάμωμε τέτοκας, ώ τό πρίν ήν αποκείμενον, τήν προσδοκίαν τών εθνών, Χριστόν ώ ψάλλομεν Ευλογείτε, πάντα τά έργα, Κυρίου τόν Κύριον.

 

Ωδή θ'

«Λίθος αχειρότμητος όρους, εξ αλαξεύτου σου Παρθένε, ακρογωνιαίος ετμήθη Χριστός, συνάψας, τάς διεστώσας φύσεις, διό επαγαλλόμενοι, σέ Θεοτόκε μεγαλυνομεν».

 

Πρός τόν γαληνότατον όρμον, μετέστης Πάτερ τών εντεύθεν ώσπερ γάρ στρουθίον ερρύσθης, εκ τής παγίδος τών θηρευόντων σε, ευλογών τόν ρυσάμενον, Ιερομάρτυς ευθυμότατα.

 

Αίγλη τής εξ ύφους φανείσης, ανατολής πεφωτισμένος, καί φωτοφανείαις αστέρος, τού εξ Ιούδα νύν ανατείλαντος, υπερφυώς λαμπόμενος, πρός τόν Δεσπότην εξεδήμησας.

 

Τά τού Παραδείσου νύν πλάτη, χωροβατείν κατηξιώθης ού τών Μακαρίων λαμπρότης, καί τών αγίων η αγαλλίασις, ως Αθλητήν Ευθύμιε, σέ νικηφόρον υπεδέξαντο.

 

Έχων πρός Θεόν παρρησίαν, ως Ιεράρχης τε καί Μάρτυς, τού νύν ενεστώτος χειμώνος, τής Εκκλησίας γαλήνην αίτησαι, καί τών πταισμάτων άφεσιν, τοίς σέ υμνούσι Παμμακάριστε.

Θεοτοκίον

Ράβδος ανεβλάστησας ρίζης, τού Ιεσσαί ημίν τεκούσα, άνθος τής θεότητος Χριστόν, Θεογεννήτορ Πάναγνε σήμερον, τόν ως Θεόν αχώρητον, καί νύν ως βρέφος σπαργανούμενον.

 

Στιχηρά  Ήχος πλ. δ'

Ώ τού παραδόξου θαύματος!

Έτι τώ λύθρω σταζόμενον, καί πεφυρμένος θερμώ, καί ατμίζοντι αίματι, τώ Χριστώ παρέστηκας, θεορρήμον Ευθύμιε, τών σών πληγών ούν, Πάτερ τούς μώλωπας, ανθ' ικεσίας νύν ροτεινόμενος, τούτον δυσώπησον, υπέρ τών υμνούντων σε, καί εκτενώς, μάκαρ εξιλέωσαι, υπέρ τής ποίμνης σου.

 

Δώρα προσήνεγκας Όσιε, τώ γεννηθέντι Χριστώ, καί σαρκί νηπιάσαντι, πολιάν αιδέσιμον, κοσμουμένην χαρίσμασιν, Ιεραρχίας, Πάτερ καί αίματι, πεφοινιγμένην τής σής αθλήσεως, πίστιν ορθόδοξον, καί ελπίδα πρόθυμον, καί αρραγή, όντως καί ασάλευτον, αγάπην πάνσοφε.

 

Γλώσσα κινουμένη Πνεύματι, καί φθεγγομένη σαφώς, αληθείας διδάγματα, θεοσδότου χάριτος, τηλαυγώς αποστάζουσα, τής ευσεβείας λύρα θεόφθογγος, όρθοδοξίας κρηπίς ακράδαντος, στόμα μελίρρυτον, θησαυρός φρονήσεως, Εκκλησιών, σάλπιγξ μεγαλόφωνος, εδείχθης Οσιε.

Δόξα... Καί νύν... Ήχος δ'

Σπηλαίω παρώκησας, Χριστέ ο Θεός, φάτνη υπεδέξατο, Ποιμένες καί Μάγοι προσεκύνησαν. Τότε δή τών Προφητών επληρούτο τό κήρυγμα, καί Αγγέλων αι δυνάμεις, εθαύμαζον βοώσαι, καί λέγουσαι. Δόξα, τή συγκαταβάσει σου, μόνε φιλάνθρωπε.