Η σύλληψις τής
Αγίας Άννης,
τής Μητρός τής
Θεοτόκου, καί η
ανάμνησις τών
Εγκαινίων.
ΕΙΣ ΤΟΝ
ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ
Εις τό,
Κύριε
εκέκραξα,
ιστώμεν
Στίχους ς’ καί
ψάλλομεν
Στιχηρά
Προσόμοια τής
Αγίας γ’.
Ήχος δ’ Ο εξ
υψίστου
κληθείς
Καρπογονούσα
η στείρα παρ’
ελπίδα,
Παρθένον τήν
μέλλουσαν, τίκτειν
Θεόν εν σαρκί,
αγαλλιάσει
φαιδρύνεται,
χορεύει
χαίρει,
μεγαλοφώνως
Άννα
κραυγάζουσα,
Φυλαί μοι
συγχάρητε,
άπασαι τού
Ισραήλ,
κυοφορώ καί τό
όνειδος τής
απαιδίας,
εναποτίθεμαι,
ως ηυδόκησεν, ο
ευεργέτης
επακούσας μου,
τής προσευχής
καί κατώδυνον,
θεραπεύσας
καρδίαν,
διωδίνων ως
υπέσχετο.
Ο εξ ανίκμου
πηγάσας ύδωρ
πέτρας, καρπόν
τή κοιλία σου,
Άννα
χαρίζεται, τήν
αειπάρθενον
Δέσποιναν, εξ
ής τό ύδωρ, τής
σωτηρίας
μέλλει
προέρχεσθαι,
Ουκέτι ως
άκαρπος, γή
παροικείς επί
γής,
ονειδισμού
ηλλοτρίωσαι,
γήν γάρ
βλαστήσεις,
καρποφορούσαν
ζωής τόν
άσταχυν, τόν τά
ονείδη
αφαιρούμενον,
πάντων βροτών
ως ηυδόκησε,
διά σπλάγχνα
ελέους,
μορφωθήναι τό
αλλότριον.
Τών Προφητών
αι προρρήσεις
εκπληρούνται,
Όρος γάρ τό άγιον,
λαγόσιν
ίδρυται,
Κλίμαξ η θεία
φυτεύεται, θρόνος
ο μέγας, τού
Βασιλέως
προετοιμάζεται,
Τόπος
ευτρεπίζεται ο
θεοβάδιστος,
Βάτος η
άφλεκτος άρχεται,
αναβλαστάνειν,
η Μυροθήκη τού
αγιάσματος, ήδη
πηγάζει τής
στειρώσεως,
τούς ποταμούς
αναστέλλουσα,
τής θεόφρονος
Άννης, ήν εν
πίστει
μακαρίσωμεν.
Καί τών
Εγκαινίων γ’
Ήχος πλ.
β’ Αί
Αγγελικαί
Δέσποτα
Χριστέ, η
αθάνατος
σοφία,
βλέμματι τώ σώ,
επιφοίτησον έξ
ύψους, εν τούτω
τώ Τεμένει, καί
ασάλευτον
φύλαξον, έως
συντελείας τού
αιώνος, τούς δέ πιστώς
Χριστέ εν
τούτω, αεί
προστρέχοντας,
τού απροσίτου
σου φωτός,
αξίωσον
εύσπλαγχνε.
Πάλαι Σολομών,
τόν Ναόν
οικοδομήσας,
ζώων αίματα, εις
θυσίαν σοι
προσήγεν, εις
τύπον τού Ναού
σου, ού εκτήσω
Φιλάνθρωπε, τώ
ίδίω αίματι
βουλήσει, μεθ’ ού
καί νύν σε
δυσωπούμεν, τόν
μόνον
εύσπλαγχνον,
όπως τό Πνεύμα
τό ευθές, πέμπης
έν τούτω άεί.
Δεύτε αδελφοί,
ευφρανθώμεν
φιλεόρτως, καί
πνευματικήν,
συστησώμεθα
χορείαν, ψυχής
δέ τήν λαμπάδα, τώ
ελαίω
φαιδρύνωμεν,
ούτω γάρ
Εγκαίνια
τιμώνται, ούτω
δοξάζεται ο
Κτίστης, ώ
πάντες άνθρωποι,
ανακαινίζονται
ψυχήν, πρός
ύψος ούράνιον.
Δόξα…
Τών Εγκαινίων
Ήχος πλ.
β’
Τήν μνήμην τών
εγκαινίων
επιτελούντες
Κύριε, σέ τόν
τού αγιασμού
δοτήρα,
δοξάζοντες
δεόμεθα, αγιασθήναι
ημών τά
αισθητήρια τών
ψυχών, τή
πρεσβεία τών
ενδόξων
Αθλοφόρων,
Αγαθέ
παντοδύναμε.
Καί νύν...
Τής Αγίας
Ήχος α’
Γερμανού
Τό απόρρητον
τοίς Αγγέλοις,
καί ανθρώποις
μεγαλείον, καί
απ’ αιώνος
χρησμοδοτούμενον,
μυστήριον παράδοξον,
σήμερον έν
τοίς λαγόσι
τής σώφρονος
Άννης
βρεφουργείται,
Μαρία η
θεόπαις,
έτοιμαζομένη είς
κατοικίαν, τού
παμβασιλέως
τών αιώνων, καί
εις ανάπλασιν
τού γένους
ημών, ήν εν
καθαρώ
συνειδότι
καθικετεύσωμεν,
αναβοώντες
πρός αυτήν,
Πρέσβευε τώ σώ Υιώ
καί θεώ ως
προστασία
υπάρχουσα ημών
τών χριστιανών,
τού σωθήναι
τάς ψυχάς ημών.
Εις τόν
Στίχον,
Στιχηρά
Προσόμοια
Ήχος πλ.
α’
Χαίροις
ασκητικών
Άννα, η θεία
χάρις ποτέ,
προσευχομένη
υπέρ τέκνου εβόησε,
τώ πάντων Θεώ
καί Κτίστη,
Αδωναϊ Σαβαώθ,
τό τής
απαιδίας οίδας
όνειδος, αυτός
τήν οδύνην μου, τής
καρδίας
διάλυσον, καί
τούς τής
μήτρας, καταρράκτας
διάνοιξον, καί
τήν άκαρπον,
καρποφόρον
ανάδειξον,
όπως τό
γεννησόμενον,
δοτόν σοι
προσάξωμεν,
επευλογούντες
υμνούντες, καί
ομοφρόνως
δοξάζοντες,
τήν σήν ευσπλαγχνίαν,
δι’ ής δίδοται
τώ κόσμω, τό
μέγα έλεος.
Στίχ. Ώμοσε
Κύριος τώ
Δαυϊδ
αλήθειαν, καί
ου μή αθετήσει
αυτήν.
Πάλαι
προσευχομένη
πιστώς, Άννα η
σώφρων, καί Θεώ ικετεύουσα,
Αγγέλου φωνής
ακούει,
προσβεβαιούντος
αυτή, τήν τών
αιτουμένων
θείαν έκβασιν,
πρός ην σώματος,
εμφανώς
διελέγετο, Η
δέησίς σου,
πρός τόν Κύριον
ήγγισε, μή
σκυθρώπαζε,
τών δακρύων απόστηθι,
εύκαρπος
χρηματίσεις
γάρ, ελαία
βλαστάνουσα,
κλάδον ωραίον
Παρθένον,
πάγκαλον άνθος
ανθήσουσαν,
Χριστόν κατά
σάρκα,
παρεχόμενον τώ
κόσμω τό μέγα
έλεος.
Στίχ. Εκ
καρπού τής
κοιλίας σου
θήσομαι επί
τού θρόνου μου.
Ζεύγος
καρπογονεί τό
σεπτόν, τήν
θείαν Δάμαλιν,
εξ ής
προελεύσεται,
ό Μόσχος αρρήτω
λόγω, ό
σιτευτός
αληθώς, υπέρ
όλου κόσμου
προθυόμενος,
διό γεγηθότες,
εξομολόγησιν
άπαυστον, εν κατανύξει,
τώ Κυρίω
προσάγουσι,
καί τήν
σύμπασαν, εποφείλουσαν
έχουσι.
Τούτους ούν
μακαρίσωμεν,
καί πίστει χορεύσωμεν,
εν τή Συλλήψει
ενθέως, τής εξ
αυτών τού Θεού
ημών, Μητρός
τικτομένης, δι’
ής δίδοται
πλουσίως, τό
μέγα έλεος.
Δόξα...
Τών Εγκαινίων Ήχος β’
Τόν
εγκαινισμόν
τελούντες, τού
πανιέρου Ναού
τής Αναστάσεως,
σέ δοξάζομεν
Κύριε, τόν
αγιάσαντα τούτον,
καί
τελειώσαντα τή
αυτοτελεί σου
χάριτι, καί
τερπόμενον,
ταίς εν αυτώ
ιερουργουμέναις
υπό πιστών, μυστικαίς
καί ιεραίς
τελεταίς, καί
προσδεχόμενον
εκ χειρός τών
δούλων σου, τάς
αναιμάκτους
καί αχράντους
θυσίας,
αντιδιδόντα δέ
τοίς ορθώς
προσφέρουσι,
τήν τών
αμαρτημάτων
κάθαρσιν, καί
τό μέγα έλεος.
Καί νύν...
Τής Αγίας, ο
αυτός
Σήμερον εκ
ρίζης τού
Δαυϊδ,
βασιλική
πορφυρίς εκβλαστήσασα,
τού Ιεσσαί
βλαστάνειν
απάρχεται, τό
άνθος τό
μυστικόν, έν ώ
Χριστός ο Θεός
ημών εξήνθησεν,
ο σώζων τάς
ψυχάς ημών.
Απολυτικίον
τής Αγίας Ήχος δ’
Σήμερον τής
ατεκνίας δεσμά
διαλύονται,
τού Ιωακείμ
γάρ καί τής
Άννης
εισακούων
Θεός, παρ’
ελπίδα τεκείν
αυτούς σαφώς,
υπισχνείται
θεόπαιδα, εξ ής
αυτός ετέχθη ο
απερίγραπτος,
βροτός
γεγονώς, δι’ Αγγέλου
κελεύσας
βοήσαι αυτή,
Χαίρε
Κεχαριτωμένη,
ο Κύριος μετά
σού.
Δόξα…
Καί νύν… Τών
Εγκαινίων
Ο αυτός
Ως τού άνω
στερεώματος
τήν
ευπρέπειαν,
καί τήν κάτω
συναπέδειξας
ωραιότητα, τού
Αγίου
Σκηνώματος τής
δόξης σου
Κύριε
Κραταίωσον
αυτό είς αιώνα
αιώνος, καί
πρόσδεξαι ημών
τάς εν αυτώ απαύστως
προσαγομένας
σοι δεήσεις,
διά τής Θεοτόκου,
η πάντων ζωή
καί ανάστασις.
Καί
Απόλυσις
ΕΙΣ ΤΟΝ
ΟΡΘΡΟΝ
Μετά τήν
α’ Στιχολογίαν
Κάθισμα Ήχος α’
Χορός
Αγγελικός
Ο νέος Ουρανός,
έν κοιλία τής
Άννης,
τεκταίνεται Θεού,
παντουργού
επινεύσει, εξ
ού καί
επέλαμψεν, ο
ανέσπερος
Ήλιος, κόσμον
άπαντα, φωταγωγών
ταίς ακτίσι,
τής θεότητος,
υπερβολή ευσπλαγχνίας,
ο μόνος
φιλάνθρωπος.
Δόξα…
Καί νύν... Όμοιον
Χορός
προφητικός,
προεκήρυξε
πάλαι, τήν
άμωμον αγνήν,
καί θεόπαιδα
Κόρην, ήν Άννα
συνέλαβε,
στείρα ούσα
καί άγονος,
ταύτην
σήμερον,
αγαλλιάσει
καρδίας, μακαρίσωμεν,
οι δι’ αυτής
σεσωσμένοι, ώς
μόνην πανάμωμον.
Μετά τήν β’
Στιχολογίαν
Κάθισμα Ήχος δ’
Ταχύ
προκατάλαβε
Αδάμ
ανακαινίσθητι,
καί Εύα
σκίρτησον,
ξηρά γάρ καί
άνικμος, γή
ανεβλάστησε,
καρπόν ευθαλέστατον,
τήν ανθήσασαν
κόσμω, στάχυν
αθανασίας, καί
τό όνειδος
άπαν, ήρθη τής
ατεκνίας, Μεθ’
ών συνευφρανθώμεν,
χαίροντες
σήμερον.
Δόξα…
Καί νύν... Πάλιν
τό αυτό
Μετά τόν
Πολυέλεον
Κάθισμα Ήχος δ’
Κατεπλάγη
Ιωσήφ
Αναβόησον
Δαυϊδ, τί ώμοσέ
σοι ό Θεός; Άμοι
ώμοσε φησί,
εκπεπλήρωκεν
ιδού, εκ τού
καρπού τής
κοιλίας μου
δούς τήν
Παρθένον, έξ ής
ό πλαστουργός,
Χριστός ο νέος
Αδάμ, ετέχθη
Βασιλεύς, επί τού
θρόνου μου, καί
βασιλεύει
σήμερον, ο έχων
τήν βασιλείαν
ασάλευτον, Η
στείρα τίκτει,
τήν Θεοτόκον, καί
τροφόν τής
ζωής ήμών.
Δόξα…
Καί νύν... Πάλιν
τό αυτό
Οι Κανόνες
τών Εγκαινίων,
καί τής Αγίας
Άννης δύω.
Ο Κανών τών
Εγκαινίων
Ιωάννου
Μοναχού.
Ωδή α’ Ήχος δ’
«Θαλάσσης, τό
ερυθραίον
πέλαγος,
αβρόχοις
ίχνεσιν, ο
παλαιός
πεζεύσας
Ισραήλ,
σταυροτύποις
Μωσέως χερσί,
τού Αμαλήκ τήν
δύναμιν, εν τή
ερήμω
ετροπώσατο».
Ο στύλω,
καθοδηγών τό
πρότερον, τόν
σόν λαόν Ισραήλ,
διά λουτρού
βαπτίσματος
Χριστέ, εν Σιών
κατεφύτευσας,
τήν Εκκλησίαν
κράζουσαν,
Άσωμεν άσμα τώ
Θεώ ημών.
Σήμερον, τής
απροσίτου
δόξης σου, η
επιφοίτησις,
τόν επί γής
παγέντα σοι
Ναόν, ουρανόν
κατεσκεύασεν,
εν ώ συμφώνως
ψάλλομεν,
Άσωμεν άσμα τώ
Θεώ ημών.
Ου Νόμω η’
Εκκλησία
Κύριε,
εγκαλλωπίζεται,
ου δουλικών
εκτάσεσι
χειρών, τού
Σταυρού δέ τή
χάριτι, εγκαυχωμένη
ψάλλει σοι,
Άσωμεν άσμα τώ
Θεώ ημών.
Θεοτοκίον
Ασπόρως, τώ τού
Πατρός
βουλήματι, εκ
θείου Πνεύματος,
τόν τού Θεού
συνείληφας
Υιόν, καί σαρκί
απεκύησας, τόν
εκ Πατρός
αμήτορα, καί δι’
ημάς εκ σού
απάτορα.
Κανών
τής Αγίας
Άννης
Ανδρέου
Κρήτης.
Ωδή α’ Ήχος α’
«Ωδήν επινίκιον,
άσωμεν πάντες,
Θεώ τώ
ποιήσαντι,
θαυμαστά τέρατα,
βραχίονι
υψηλώ, καί
σώσαντι τόν
Ισραήλ, ότι
δεδόξασται».
Τήν Σύλληψιν
σήμερον,
θεόφρον Άννα,
τήν σήν εορτάζομεν,
ότι τήν
χωρήσασαν, τόν
μηδαμού
χωρητόν, συνέλαβες
στειρωτικών,
απολυθείσα
δεσμών.
Δικαίων
επήκουσας, τάς
ικεσίας, Αγίων
επλήρωσας, τάς
εντεύξεις
Κύριε, τών
προπατόρων
σου, καί
τούτοις δέδωκας
καρπόν, τήν σέ
τεκούσαν
Αγνήν.
Η’ Άννα ή
ένδοξος, νύν
συλλαμβάνει,
Αγνήν τήν τόν
άσαρκον,
συλλαβούσαν
Κύριον, τόν
υπεράγαθον,
καί τίκτειν
μέλλει τήν
σαρκί,
μέλλουσαν
τίκτειν
Χριστόν.
Θεοτοκίον
Τό Όρος τό
άγιον, όπερ
προείδε,
Προφήτης εν
Πνεύματι, εξ ού
λίθος
τέτμηται, τούς
τών ειδώλων
βωμούς, συντρίψας
σθένει θεϊκώ,
σύ εί Παρθένε
Αγνή.
Έτερος
Κανών τής
Αγίας Άννης, ού
η Ακροστιχίς,
άνευ τών
Θεοτοκίων.
Η τήν
χαράν τέξουσα,
τίκτεται κόρη.
Εν δέ
τοίς
Θεοτοκίοις.
Γεωργίου.
Ωδή α’ Ήχος β’
«Eν βυθώ
κατέστρωσε
ποτέ, τήν
Φαραωνίτιδα,
πανστρατιάν ή
υπέροπλος
δύναμις,
σαρκωθείς ό
Λόγος δέ, τήν παμμόχθηρον
αμαρτίαν
εξήλειψεν, ο
δεδοξασμένος Κύριος,
ενδόξως γάρ
δεδόξασται».
Η τού κόσμου
σήμερον χαρά,
λόγω
προκηρύττεται,
καί μητρικάς
οδύνας εις
ευφρόσυνον,
χαρμονήν μεθίστησι,
καί
πολύτεκνον,
τήν τής φύσεως
στείρωσιν, έσεσθαι
μηνύει, έργοις
τοίς τής
χάριτος
πληθύνουσαν.
Τό τερπνόν
παλάτιον
Χριστού, ο ευρυχωρότατος,
τών ουρανών
ουρανός ο
υπέρτερος, σήμερον
εισδέχεται, δι’
εντεύξεως, τήν
βάσιν τής υπάρξεως,
τής επαγγελίας
εχούσης,
ασάλευτον τήν
έκβασιν.
Η πορφύρα
σήμερον
Χριστού,
λαμπρώς
καταγγέλλεται,
εκ
στειρευούσης
υφανθήσεσθαι
χάριτι, νηδύος
η άσπιλος, εξ ής
φορέσας ο
Βασιλεύς τής
κτίσεως, φύσιν
τήν βροτείαν,
κόσμω
ωραιότατος
οφθήσεται.
Θεοτοκίον
Γηγενών ή
φύσις επί σοί,
μόνη
πανυπέρτατε,
θεοπρεπώς,
εγκαυχωμένη
Δέσποινα,
χαίρει καί
κηρύττει σου,
τά παράδοξα
τής αγνείας
τεράστια, καί
εν ευφροσύνη
άδουσα,
δοξάζει σε
Θεόνυμφε.
Των
Εγκαινίων
Ωδή γ’
«Ευφραίνεται
επί σοί, η
Εκκλησία σου
Χριστέ κράζουσα,
Σύ μου ισχύς
Κύριε, καί
καταφυγή καί
στερέωμα».
Ηγίασας επί
γής, τήν
Εκκλησίαν σου
Χριστέ Πνεύματι,
χρίσας αυτήν
σήμερον, τής
αγαλλιάσεως
έλαιον.
Ανέδειξας
Αγαθέ, τήν
χειροποίητον
σκηνήν
σήμερον, τής
υπέρ νούν
δόξης σου,
οικονομικώς
οικητήριον.
Θεμέλιόν σε
Χριστέ, η
Εκκλησία
αρραγές
έχουσα, τώ σώ
Σταυρώ
στέφεται, ως
βασιλικώ
διαδήματι.
Θεοτοκίον
Σύ μόνη τοίς
επί γής, τών
υπέρ φύσιν
αγαθών πρόξενος,
Μήτηρ Θεού
γέγονας, όθεν
σοι τό χαίρε
κραυγάζομεν.
Τής
Αγίας
Στερεωθήτω
η καρδία μου
Καρπόν
κοιλίας ει
παράσχοις μοι,
ανεβόα Άννα
πρός Κύριον,
μεγαλυνθήσομαι
καί σοί, τούτον
προσαναθήσομαι,
διά τούτο
συλλαμβάνει,
τήν αγνήν
Θεομήτορα.
Εν παραδείσω
ευχομένης σου,
τής φωνής
ακούει ο
Υψιστος, Άννα
θεόφρον καί
καρπόν, τή
κοιλία σου
δίδωσι,
Παραδείσου τήν
ανοίξασαν, τήν
θύραν τής
χάριτος.
Τά κατά νόμον
εκτελέσασα,
καί Θεώ
αμέμπτως
δουλεύσασα,
κυοφορείς την
αληθή,
νομοδότην
κυήσασαν, Άννα
πάνσεμνε, διό
σε οι πιστοί
μακαρίζομεν.
Θεοτοκίον
Τής
στειρευούσης
διανοίας μου,
ακαρπίαν πάσαν
απέλασον, καί
καρποφόρον
αρεταίς, τήν
ψυχήν μου ανάδειξον,
Παναγία
Θεοτόκε, τών
πιστών η
βοήθεια.
Έτερος
τής Αγίας
Εξήνθησεν
η έρημος
Ρανάτωσαν
ευφρόσυνον, αι
νεφέλαι σήμερον,
τόν γλυκασμόν
τοίς πέρασιν, η
Νεφέλη ιδού
γάρ τίκτεται,
εξ ής τό τής
ζωής μου ύδωρ
βλύσει
Χριστός.
Ανοίγονται
τής χάριτος, τά
ταμεία
σήμερον, ο προκηρύσσων
Άγγελος,
ανεβόα Άννης
τήν Σύλληψιν,
ιδού γάρ σύ τήν
Πόλιν
αποτίκτεις
Θεού.
Νενέκρωται η
φύσις μέν, τών
ανθρώπων
πρότερον, νύν
δέ ζωής τά
σύμβολα, τή
Συλλήψει τής
Άννης δέχεται,
ακάρπου γάρ
ρίζης άρτι
φύεται.
Θεοτοκίον
Ως άνθρακα
φλογίζοντα,
αμαρτίας
Άχραντε, τόν
σαρκωθέντα
Κύριον, υπέρ
φύσιν εκ σού
δεχόμενοι, τού
πλήθους τών
πταισμάτων
καθαιρόμεθα.
Κοντάκιον
τών Εγκαινίων
Ήχος β’ Τούς
ασφαλείς
Εγκαινισμόν
εν ταίς
καρδίαις
Πνεύματος, καί
φωτισμόν εν
τοίς εγκάτοις
καίνισον, τοίς
εν πίστει εκτελούσι
τά Εγκαίνια,
τού οϊκου καί
Ναού σου ού ηυδόκησας,
κτισθήναι εν
τώ σώ θείω
ονόματι, ο
μόνος εν Αγίοις
δοξαζόμενος.
Ο Οίκος
Μνήμην τελών
τών Εγκαινίων
ο σοφώτατος
πάλαι Σολομών,
τώ Θεώ αλόγων
ζώων
προσέφερεν
ολοκαυτώματα καί
θυσίας, ότε δέ
νύν η αλήθεια
καί η χάρις
ήλθεν εν γή, τάς
θυσίας ευθύς
μετεποίησε,
θύσας γάρ
θυσίαν, εις
σωτηρίαν τήν
ημών εαυτόν ως
Φιλάνθρωπος,
τήν Εκκλησίαν
ηγίασε, καί
ασάλευτον
ταύτην
ανέδειξεν, ο
μόνος έν
Αγίοις
δοξαζόμενος.
Κάθισμα
τής Αγίας
Άννης
Ήχος δ’
Κατεπλάγη
Ιωσήφ
Ευλογίας
απαρχήν, τής
ακαρπίας τώ
βλαστώ,
εδωρήσω Αγαθέ,
Άννη βοώση δι’
ευχής, Σύ
μεταπλάττεις
τάς φύσεις τών
έν γενέσει, διό
μου, ώ Σωτήρ,
νενεκρωμένην
αυτήν, τήν
φύσιν ως Θεός,
πάλιν
καινούργησον,
ίνα καρπόν
προσάξω σοι,
βοώσα, τώ
παντεπόπτη καί
Κτίστη μου, Σοί
δόξα πρέπει,
Θεέ τών όλων,
καί μόνε
Φιλάνθρωπε.
Δόξα...
Τών Εγκαινίων
Ήχος ο
αυτός
Ταχύ προκατάλαβε
Εν πίστει τά
Εγκαίνια,
επιτελούσι
πιστοίς, τού Οίκου
σου Κύριε,
πέμψον ηιμίν
φωτισμόν, καί
χάριν καί
έλεος, φύλαττε
δέ καί τούτον,
εις αιώνα
αιώνος, νίκας
επιβραβεύων,
τοίς πιστοίς
Βασιλεύσι,
πρεσβείαις τής
Θεοτόκου, μόνε
Φίλάνθρωπε.
Καί νυν...
Τής Αγίας
Ήχος ο
αυτός
Ο
υψωθείς εν τώ
Σταυρώ
Ιωακείμ ο
ιερός καί η
Άννα, δώρα
προσήγαγον
τοίς πρίν
ιερεύσι, καί μή
δεχθέντες
άγονοι
τυγχάνοντες,
δέησιν
προσηύξαντο,
τώ Δοτήρι τών
όλων, καί τής προσευχής
αυτών,
επακούσας
δωρείται,
τούτοις τήν όντως
πύλην τής ζωής,
ής τήν Αγίαν
τιμήσωμεν
Σύλληψιν.
Τών
Εγκαινίων
Ωδή δ’
«Επαρθέντα σε
ιδούσα η
Εκκλησία, επί
Σταυρού τον Ήλιον
τής
δικαιοσύνης,
έστη εν τή
τάξει αυτής,
εικότως
κραυγάζουσα,
Δόξα τή
δυνάμει σου
Κύριε».
Ουκ έν θύμασιν
αλόγων η
Εκκλησία, αλλά
τώ σώ τιμίω, εκ
πλευράς
ζωηφόρου,
αίματι
ραντίζεται,
εικότως
κραυγάζουσα,
Δόξα τή
δυνάμει σου
Κύριε.
Τά σκηνώματα
Κυρίου
ηγαπημένα,
τοίς κατιδείν
ποθούσιν
ανακεκαλυμμένως,
τήν δόξαν τού
προσώπου αυτού,
συμφώνως καί
κράζουσι, Δόξα
τή δυνάμει σου
Κύριε.
Εικονίζουσα
τήν χάριν η
Εκκλησία, τού
εκλεκτού λαού
σου τό
πολύτιμον
μύρον, σήμερον
αλείφεται τήν
θείαν τού
Πνεύματος,
χάριν αοράτως
λαμβάνουσα.
Θεοτοκίον
Απειρογάμως
εκύησας ώ
Παρθένε, καί
μετά τόκον ώφθης
παρθενεύουσα
πάλιν, όθεν
ασιγήτοις
φωναίς, τό χαίρε
σοι Δέσποινα,
πίστει
αδιστάκτω
κραυγάζομεν.
Τής
Αγίας
Εν
Πνεύματι
προβλέπων
Ω θείας
αγγελίας! ώ
ξένης λαλιάς!
ει καγώ
συλλήψομαι,
Αγγέλου πρός
αυτήν,
αποσταλέντος,
η Άννα εκπληττομένη,
μεγαλοφώνως
ανεβόα, Τώ Θεώ
μου, δόξα τώ ποιούντι
παράδοξα.
Συγχάρητέ μοι
πάσαι, φυλαί
τού Ισραήλ, εν
γαστρί
συνέλαβον, τόν
νέον Ουρανόν,
έξ ού τό άστρον
ανατελεί μετ’
ολίγον, τής
σωτηρίας
Ιησούς ό
φωτοδότης,
Άννα γηθομένη
εκραύγαζεν.
Υπήκουσε τής’
Άννης, Θεός
τούς
στεναγμούς,
καί προσέσχε
Κύριος, δεήσει
τή αυτής, καί
ατεκνίας τό
νέφος
διασκεδάσας,
φωτί αυγάζει
ευτεκνίας
παραδόξως,
όθεν
συλλαμβάνει
τήν μόνην
Αγνήν.
Θεοτοκίον
Παρθένε
Θεοτόκε,
αμόλυντε
Σκηνή,
μολυνθέντα
πταίσματι
καθάρισόν με
νύν, τών
οικτιρμών σου
καθαρωτάταις
ρανίσι, καί δός
μοι χείρα
βοηθείας, ϊνα
κράζω, Δόξα σοι,
Αγνή
θεοδόξαστε.
Έτερος
τής Αγίας
Ελήλυθας
εκ Παρθένου
Τό κάλυμμα,
τού σκιώδους
διαίρεται
σήμερον, Νόμου
καί τής
χάριτος, η
ευλογία
προκύπτουσα,
λάμπει τηλαυγέστατα,
τή προκηρύξει
τού τόκου τής
θεόπαιδος.
Ελήλυθεν,
ουρανόθεν
μηνύων ο
Άγγελος, Άννη
τά προοίμια,
τής παγκοσμίου
χαράς εμφανώς,
λέγων, Τής
δεήσεως υπέρ
ελπίδα
εισδέχου τήν
εκπλήρωσιν.
Ξηραίνεσθαι,
τής κακίας τά
ρεύματα
άρχεται, καί βρύειν
τής χάριτος, οι
ποταμοί
διευθύνονται,
σήμερον τού
τόκου σου,
κηρυττομένου
Παρθένε
πανυπέραγνε.
Θεοτοκίον
Ρητόρων σε,
κατ’ αξίαν
γεραίρειν
Πανύμνητε,
γλώσσαι αι
πολύφθογγοι,
αμηχανούσαι
συστέλλονται,
φόβω δέ τά
θαύματα, καί
σιωπή
ευφημούσαι
μεγαλύνουσι.
Τών
Εγκαινίων
Ωδή ε’
«Σύ Κύριέ μου
φώς, είς τόν
κόσμον
ελήλυθας, φώς
άγιον
επιστρέφον, εκ
ζοφώδους
αγνοίας, τούς
πίστει
ανυμνούντάς
σε».
Σύ πάλαι εν
Σινά, σκηνήν
αχειροποίητον,
υπέδειξας τώ
θεόπτη, Μωϋσεί
διαγράφων,
Χριστέ τήν
Εκκλησίαν σου.
Σύ Κύριε
σκηνήν, επί γής
κατεσκεύασας,
ή τάξεσιν ουρανίαις,
τών βροτών τάς
χορείας,
συνάπτει τή
δυνάμει σου.
Σέ Κύριε πηγήν,
τής ζωής
επιστάμεθα, σύ
Άγιε τήν ειρήνην,
ελθών
ευηγγελίσω,
Χριστέ τή
Εκκλησία σου.
Θεοτοκίον
Σέ όπλον
αρραγές, κατ’
εχθρών
προβαλλόμεθα,
σέ άγκυραν καί
ελπίδα, ημών
σωτηρίας,
Θεόνυμφε
κεκτήμεθα.
Τής
Αγίας
Τήν σήν
ειρήνην δός ημίν
Εκ ρίζης η
βλαστήσασα,
Δαυίδ καί
Ιεσσαί, Άννα
νύν βλαστάνειν
απάρχεται, τήν
θείαν ράβδον
τήν βλαστήσασαν,
τό μυστικόν
άνθος, Χριστόν
τόν παντων
Κτίστην.
Μητέρα
γενομένην με, η
Άννα εκβοά,
όψονται λαοί
καί
θαυμάσουσιν,
ιδού γάρ κύω ως
ηυδόκησεν, ο τά δεσμά
λύσας, τά τής
στειρώσεώς
μου.
Νεάνιν ήν
συνέλαβον, εγώ
Προφητικαί,
πόρρωθεν φωναί
προκατήγγειλαν,
Όρος καί Πύλην
αδιόδευτον,
περιχαρώς
Άννα, εβόα τοίς
παρούσιν.
Έτερος
τής Αγίας
Μεσίτης
Θεού
Ο τόμος Θεού,
δι’ αγγέλου
σήμερον
κηρύττεται, εν
ώ περ ο
σύνθρονος,
Λόγος τού
Πατρός νύν
εγγραφήσεται,
καί πιστούς εν
τή Βίβλω,
εγγράψει τής
χρηστότητος.
Υμνούσι νυνί,
τού ξένου
μηνύματος τήν
δόξαν τρανώς,
οι δίκαιοι
πλέκοντες, τήν
ευχαριστήριόν
σοι αίνεσιν, τώ
τήν χάριν τού
τόκου, δι’ ευχής
εκπληρώσαντι.
Σοφίας Θεού,
κεκρυμμένης
σήμερον
δηλούται ημίν,
αληθώς
μυστήρια,
καταγγελλομένης
τής Συλλήψεως,
τής αχράντου
Παρθένου, καί
μόνης
Θεομήτορος.
Θεοτοκίον
Γαλήνην
πιστοί, καί
λιμένα έχοντες
Παρθένε αγνή, τήν
σκέπην σου
πάντοτε, τάς
επαναστάσεις
τάς τών θλίψεων,
αποφεύγομεν
πάσας, επί σοί
ορμιζόμενοι.
Τών
Εγκαινίων
Ωδή ς’
«Θύσω σοι, μετά
φωνής αινέσεως
Κύριε, η
Εκκλησία βοά
σοι, εκ
δαιμόνων
λύθρου
κεκαθαρμένη,
τώ δι’ οίκτον, εκ
τής πλευράς
σου ρεύσαντι
αίματι».
Τού κάλλους, ο
Βασιλεύς
Χριστός
επεθύμησε, τής
εκλεκτής
Εκκλησίας, καί
Εθνών μητέρα
απέδειξεν, εκ
δουλείας,
υιοθετουμένων
διά τού
Πνεύματος.
Φρίττουσι, τών
δυσμενών
δαιμόνων αί
φάλαγγες, τήν
τού Χριστού
Εκκλησίαν, τού
Σταυρού τώ
τύπω σημειουμένην,
καί σκιάζει, η
άγιαστικη τού
Πνεύματος έλλαμψις.
Ου ψάμμον, άλλά
Χριστόν
θεμέλιον
έχουσα, η εξ’
Εθνών
Εκκλησία,
στεφανούται,
κάλλει τώ
απροσίτω, καί τή
αίγλη τής
βασιλείας έγ
καλλωπίζεται.
Θεοτοκίον
Ω θαύμα, τών
απάντων
θαυμιάτων
καινότερον! ότι
Παρθένος εν
μήτρα, τόν τά
σύμπαντα
περιέχοντα,
απειράνδρως,
συλλαβούσα ουκ
εστενοχώρησε.
Τής
Αγίας
Τόν
Προφήτην Ιωνάν
Πώς χορείται
εν γαστρί, η
χωρήσασα τόν
Θεόν; πώς γεννάται
τόν Χριστόν, η
γεννήσασα
σαρκί; θηλάζει
δέ, πώς η τόν
Κτίστην γάλα
θηλάσασα;
Τής δεήσεως
ημών,
επακούσας ο
Θεός,
γονιμώτατον καρπόν,
νύν δεδώρηται
υμίν,
πανεύφημοι,
Ιωακείμ τε καί,
Άννα σήμερον.
Τήν αγνήν
Περιστεράν,
συλλαβούσα εν
γαστρί, χαρμονής
πνευματικής,
επληρώθη
αληθώς,
προσάγουσα,
χαριστηρίους
ωδάς η Άννα Θεώ.
Θεοτοκίον
Τρικυμίαι
λογισμών, καί
παθών
επαγωγαί, καί
βυθός αμαρτιών,
τήν αθλίαν μου
ψυχήν,
χειμάζουσι,
βοήθησόν μοι
αγία Δέσποινα.
Έτερος
τής Αγίας
Εν
αβύσσω
πταισμάτων
Αγαλλέσθω
φαιδρώς η
προμήτωρ ημών,
σήμερον γάρ δέχεται,
χαράς
μηνύματα, τήν
λύπην
απωθούμενα, τή
Συλλήψει τής
μόνης
θεόπαιδος.
Τό τής δόξης
διάδημα
πλέκεται, καί η
αλουργίς η
βασίλειος
σήμερον, υπέρ
ελπίδα άπασαν,
εν νηδύϊ
ακάρπω
υφαίνεται.
Ιδού πάσα η
κτίσις
γεραίρει σου,
τά υπερφυή καί
μεγάλα
μυστήρια, σύ
γάρ υπάρχεις
Δέσποινα, καί
βροτών καί
Αγγέλων
τεράστιον.
Ιδού θείων
χαρίτων πηγή
νοητή, δι’
επαγγελίας τού
Κτίστου καί
χάριτος,
αναστομούσθαι
άρχεται, εν
ανίκμω νηδύϊ
εκβλύζουσα.
Κοντάκιον
τής Αγ. Άννης
Ήχος δ’
Επεφάνης
σήμερον
Εορτάζει
σήμερον, η
οικουμένη, τήν
τής Άννης σύλληψιν,
γεγενημένην εν
Θεώ, καί γάρ
αυτή απεκύησε,
τήν υπέρ λόγον,
τόν Λόγον
κυήσασαν.
Ο Οίκος
Σύ ο τή Σάρρα
δούς ποτέ, εν
γήρα βαθυτάτω,
τή σή επιστασία,
καί εν
επαγγελία υιόν
τόν μέγαν,
Ισαάκ σύ ο διανοίξας
τήν
στειρεύουσαν
νηδύν τής
Άννης, Παντοδύναμε,
μητρός Σαμουήλ
τού Προφήτου
σου, καί νύν επιδών
επ’ εμέ, δέξαι μου
τάς δεήσεις,
καί πλήρωσόν
μου τάς
αιτήσεις, εβόα εν
κλαυθμώ η
σώφρων Άννα
καί στείρα, καί
επήκουσεν
αυτής ο
ευεργέτης,
Όθεν εν χαρά
συνέλαβε τήν
Παρθένον, τήν
υπερλόγον, τόν
Λόγον
κυήσασαν.
Συναξάριον
Τή Θ’ τού αυτού
μηνός, η
Σύλληψις τής
Αγίας Άννης, μητρός
τής υπεραγίας
Θεοτόκου.
Στίχοι
·
Ουχ ώσπερ Εύα
καί σύ τίκτεις
εν λύπαις.
·
Χαράν γάρ Άννα
ένδον κοιλίας
φέρεις.
·
Τή δ’ ενάτη
Μαρίην
Θεομήτορα
σύλλαβεν’ Άννα.
Τή αυτή ημέρα,
Μνήμη τής
Αγίας
Προφήτιδος
Άννης, τής
μητρός Σαμουηλ
τού Προφήτου.
Στίχοι
·
Τί σοι
επαινέσειεν,
Άννα, τις πλέον;
·
Τό
καρτερόφρον ή
τό τής
ευτεκνίας;
Τή αυτή ημέρα,
Μνήμη τού
Οσίου Πατρός
ήμών Στεφάνου
τού
νεολαμπούς,
τού εν τώ Αγίω
Αντίπα
κειμένου.
Στίχοι
·
Εξήγαγες γής
τόν στέφανον
καί βίου.
·
Στέφει δέ
δόξης
εστεφάνωσας
Λόγε.
Τή αυτή ημέρα,
Μνήμη τών
Αγίων Mαρτύρων
Σωσιθέου,
Ναρσού καί
Ισαάκ, διά
ξίφους τελειωθέντων.
Στίχοι
·
Σωσίθεον
σωθείσιν
εγγράφει
λόγος,
·
Υπέρ Θεού
σώζοντος
εκτετμημένον.
·
Πέρσης κάραν
σοι, Χριστέ,
Ναρσής
προσφέρει,
·
Κρείττόν γε
δώρον
σμυρνοχρυσολιβάνου.
·
Πάθους τό
λείπον Ισαάκ
Σάρρας τέκνου,
·
Σφαγείς
ανεπλήρωσεν
Ισαάκ νέος.
Ταίς αυτών
Αγίαις
πρεσβείαις, ο
Θεός, ελέησον,
καί σώσον ημάς.
Αμήν.
Τών
Εγκαινίων
Ωδή ζ’
«Εν τή καμίνω,
Αβραμιαίοι
Παίδες τή
Περσική, πόθω ευσεβείας
μάλλον ή τή
φλογί,
πυρπολούμενοι
εκραύγαζον,
Ευλογημένος
εί, εν τώ ναω τής
δόξης σου Κύριε».
Δροσοβόλος
μέν, η
καμινιαία φλόξ
εδείχθη ποτέ,
νύν δέ, εξ
ελαίου χρίσμα
πνευματικόν,
αγιάζει τούς κραυγάζοντας,
Ευλογημένος
εί, εν τώ ναώ τής
δόξης σου
Κύριε.
Ως εν καμίνω,
τή θεοδόχω
ταύτη, νέα
σκηνή, πάντες,
οι εξ Ισραήλ
του
πνευματικού,
δροσιζόμενοι
βοήσωμεν,
Ευλογημένος
εί, εν τώ ναώ τής
δόξης σου
Κύριε.
Οι τετρωμένοι,
τώ γλυκυτάτω
θείω έρωτι,
δεύτε, εν παστάδι
ταύτη τή
μυστική,
συναφθώμεν τώ
νυμφίω Χριστώ,
Ευλογημένος
εί, εν τώ ναώ τής
δόξης σου
κράζοντες.
Θεοτοκίον
Τό τού Υψίστου,
ηγιασμένον
θείον σκήνωμα,
χαίρε, διά σού
γάρ δέδοται η
χαρά, Θεοτόκε
τοίς κραυγάζουσιν,
Ευλογημένη σύ,
εν γυναιξί
πανάμωμε
Δέσποινα.
Τής
Αγίας
Τούς εν
καμίνω Παίδας
σου
Τής απαιδίας
όνειδος
φυγείν,
ικέτευεν, Άννα
τόν Δεσπότην
τού παντός, καί
τής αυτής ό
συμπαθής φωνής
ακούσας, τήν
αυτόν
κυήσασαν,
καρπόν παρέσχεν
αυτή, καθώς
ηυδόκησεν.
Βασιλική
πορφύρα εν τή
σή, απάρχεται,
Άννα εξυφαίνεσθαι
γαστρί, ήν ο
Θεός καί
Βασιλεύς
πάντων φορέσας,
τοίς βροτοίς
οφθήσεται, καί
ταπεινώσει
εχθρούς, τούς
πολεμούντας
ημάς.
Τό μύρον τό
ευώδες εν
γαστρί,
συνέλαβες,
Άννα τήν τό
μύρον τής ζωής,
υπερφυώς,
εισδεξαμένην
τόν Δεσπότην,
τόν πνοαίς τής
χάριτος, τάς
διανοίας ημών
ευωδιάσαντα.
Θεοτοκίον
Ως τής Τριάδος
ένα σε Χριστέ,
δοξάζομεν, ότι
εκ Παρθένου
σαρκωθείς,
δίχα τροπής ανθρωπικώς,
πάντας
ηνέσχου, μή
εκστάς τής
φυσεως, τής
πατρικής,
Ιησού, εί καί
ηνώθης ημίν.
Έτερος
τής Αγίας
Αντίθεον
πρόσταγμα
Κρηπίς
υπεστήρικται
τής σωτηρίας,
καί βάσις τής χάριτος,
η τής Παρθένου
Σύλληψις, εν ή
υπέρ έννοιαν
γεννήσεται,
τών γηγενών η
ελπίς,
μελπόντων Xριστώ
διηνεκώς,
Ευλογητός εί
καί
υπερένδοξος.
Τό Όρος τό
άγιον
επαγγελία, τού
Κτίστου τήν
ύπαρξιν,
σήμερον
προμηνύεται,
λαμβάνον καί
άπασαν, κατακαλύπτον
τήν γήν, τρόπω
τής γεννήσεως,
διό τόν
ευεργέτην
Χριστόν
δοξάζομεν.
Ελύθησαν
χάριτι τής
ατεκνίας, οι
Δίκαιοι
σήμερον, καί
Εύας τών τής
λύπης δεσμών,
μηνύματα
έλαβον, απολυτρώσεως,
όθεν καί τήν
έκβασιν
Χριστόν,
επεκαλούντο
τόν τής ζωής
χορηγόν.
Θεοτοκίον
Ο ών
απερίγραπτος
εν τοίς
αχράντοις,
κόλποις τού
Γεννήτορος, εν
σοί Παρθένε
άχραντε, σαρκί
περιφέρεται,
δι’ οίκτον
άφατον, όθεν
καί προσίεται,
γραφήν, εν τή
εικόνι ο
Υπεράγαθος.
Τών
Εγκαινίων
Ωδή η’
«Χείρας
εκπετάσας
Δανιήλ,
λεόντων
χάσματα, εν λάκκω
εφραξε, πυρός
δέ δύναμιν
έσβεσαν, αρετήν
περιζωσάμενοι,
οι ευσεβείας
ερασταί, Παίδες
κραυγάζοντες,
Ευλογείτε,
πάντα τά έργα
Κυρίου τόν
Κύριον».
Σήμερον
χιτώνα νοητόν,
υφαντόν
άνωθεν, εκ
θείας χάριτος,
η Εκκλησία σου
Κύριε, νύμφη ώς
περ εστολίσατο,
καί τούς
οικείους
συγκαλεί, πρός
ευφροσύνην
λαούς,
Ευλογείτε,
πάντα τά έργα
βοώσα τόν
Κύριον.
Σήμερον ο
δεύτερος Αδάμ,
Χριστός
ανέδειξε,
Παράδεισον
νοητόν, Σκηνήν
αγίαν τήν
φέρουσαν, κατά
ξύλου τού τής
γνώσεως, τό
ζωηφόρον τού
Σταυρού, όπλον
τοίς
ψάλλουσιν,
Ευλογείτε,
πάντα τά έργα
Κυρίου τόν Κύριον.
Πατρός εξ
ανάρχου τόν
Υιόν, καί
Πνεύμα Άγιον,
μίαν θεότητα,
τελείαν
άναρχον
άκτιστον,
ομοούσιον ασύγχυτον,
εν υποστάσεσι
τρισί,
σέβοντες
ψάλλομεν, Ευλογείτε
πάντα τά έργα
Κυρίου τόν Kύριον.
Θεοτοκίον
Σύ μόνη εν
πάσαις
γενεαίς,
Παρθένε
άχραντε, Μήτηρ
εδείχθης Θεού,
σύ τής
θεότητος
γέγονας, ενδιαίτημα
Πανάμωμε, μή
φλογισθείσα τώ
πυρί τού
απροσί του
φωτός, όθεν
πάντες, σέ
ευλογούμεν
Μαρία Θεόνυμφε.
Τής
Αγίας
Ον
φρίττουσιν
Αγγελοι
Δαυϊδ ήν
προέφησε,
Βασίλισσαν
ιδού, γαστρί
υποδέχομαι, η
Άννα εκβοά, καί
τέξω τήν
πάντων
προστασίαν
πιστών, τήν τόν
Βασιλέα, Xριστόν
μέλλουσαν
τίκτειν.
Η γή ήν
κατώκησεν, ό
γής
Δημιουργός, τό
Σκήπτρον τό άγιον,
η νέα Κιβωτός, η
Στάμνος τού
Μάννα, εν νηδύϊ
μητρός, τής
αυτήν
τεκούσης,
απάρχεται
βλαστάνειν.
Η Βάτος ή άφλεκτος,
Λυχνία η χρυσή,
ο έμψυχος
θάλαμος,
Κυρίου τού Θεού,
η έντιμος
Ράβδος, εν
γαστρί τής
μητρός, τής αυτήν
τεκούσης,
απάρχεται
βλαστάνειν.
Θεοτοκίον
Ανάστησον
κείμενον, εις
βάθη με κακών,
τούς νύν πολεμούντάς
με, πολέμησον
εχθρούς,
τρωθέντα
ατόποις, ηδοναίς
τήν ψυχήν, Αγνή
μή παρίδης, αλλ’
οίκτειρον καί
σώσον.
Έτερος
τής Αγίας
Κάμινος
ποτέ
Τύπον τηλαυγή,
τής φύσεως τού
γένους, η τής
στειρώσεως
υπέφηνεν,
Άννης
απολύτρωσις,
Θεού γνώσιν
γάρ
στειρεύουσα,
υπέρ ελπίδα
λέλυται έγνω
γάρ τόν Δεσπότην,
καί ευσεβείας
πληθύνει
καρπούς.
Άρμα τό
φρικτόν, τού
μόνου
Βασιλέως, επί
τής γής κατασκευάζεται,
εξ Άννης
λαμβάνον
αρχήν, εν ώ
μέλλει
εποχούμενος, ο
Κτίστης
παραγίνεσθαι,
όπως με πρός τό
ύψος,
αναβιβάση τής
χάριτος,
Ίδεν επί σοί,
παράδοξα η
κτίσις,
θεογεννήτορ υπερένδοξε,
ξένη σου η
Σύλληψις, καί η
πρόοδος εξαίρετος,
τού σώματός τε
άπασα, αύξησιν
γνωρισμάτων,
τής αφθαρσίας
εμφαίνουσα.
Ύδωρ τό ζωής,
εκ σού Παρθένε
βλύσαν, ο
Ποιητής καί συνοχεύς
τού παντός, τής
πλάνης τώ
καύσωνι, τό
ανθρώπινον
φλεγόμενον,
εδρόσισεν,
ηγίασεν,
έδειξε
καρποφόρον.
υιοθετήσας τή
χάριτι.
Τών
Εγκαινίων
Ωδή θ’
«Λίθος
αχειρότμητος
όρους, εξ
αλαξεύτου σου
Παρθένε,
ακρογωνιαίος
ετμήθη,
Χριστός
συνάψας τάς
διεστώσας
φύσεις, διό
επαγαλλόμενοι,
σέ Θεοτόκε
μεγαλύνομεν».
Δεύτε καθαρά
τή καρδία, καί
νηφαλέα
διανοία, τής
τού Βασιλέως
θυγατρός, τής
Εκκλησίας τήν
ωραιότητα,
υπέρ χρυσίον
λάμπουσαν,
κατανοούντες
μεγαλύνωμεν.
Χαίρε καί
ευφραίνου η
Νύμφη, τού
Βασιλέως τού
μεγάλου,
κατοπτριζομένη
τηλαυγώς, τού
σού Νυμφίου τήν
ωραιότητα, σύν
τώ λαώ σου
κράζουσα, Σέ
Ζωοδότα
μεγαλύνομεν.
Τήν εξ ύψους
άμυναν Σώτερ,
τή Εκκλησία
σου παράσχου,
άλλον ούκ
οίδεν, ειμή σέ
Θεόν τόν
ρύστην, τόν υπέρ
ταύτης πάλαι,
τήν σήν ψυχήν
προθέμενον, εν
επιγνώσει σέ
δοξάζουσα.
Θεοτοκίον
Δέχου τάς
λιτάς τού λαού
σου, καί τώ Υιώ
σου Θεοτόκε,
πρέσβευε
Παρθένε
εκτενώς, ημάς
κινδύνων καί
περιστάσεων,
ρυσθήναι τούς
υμνούντάς σε,
σύ γάρ
προστάτις καί
ελπίς ημών.
Τής
Αγίας
Τήν ζωοδόχον
πηγήν
συλλαμβάνουσα,
Άννα θεόφρον, χαράν
νύν ανάλαβε,
τόν Nαόν
τόν άγιον,
ένδον εν
κοιλία σου,
εισδεχομένη,
φωτί
δικαιοσύνης,
αστραπτομένη τόν
Κτίστην
μεγάλυνον.
Η ξυνωρίς η
σεπτή καί
αοίδιμος, τού
πρό αιώνος Υιού
οι προπάτορες,
οι τού Νόμου
φύλακες,
ακριβείς γενόμενοι,
οι απαρχήν τής
χαράς
γεγεννηκότες,
Ιωακείμ τε καί
Άννα
τιμάσθωσαν.
Ήν Δανιήλ Όρος
μέγα τεθέαται,
καί Ιωήλ Γήν
Αγίαν εώρακε,
Πύλην
αδιόδευτον,
άλλος ήν
προέφησεν,
εσφραγισμένην
Πηγήν καί
θείον Πόκον,
τήν Θεοτόκον
Παρθένον
υμνήσωμεν.
Η πορφυρίς η τό
έριον βάψασα,
τής απορρήτου
τού Λόγου
σαρκώσεως, τό
θυμιατήριον τό
χρυσούν, η
Τράπεζα, εν ή ο
άρτος Χριστός
εναπετέθη, η
Θεοτόκος
Παρθένος
δοξάζεται.
Έτερος
τής Αγίας
Ανάρχου
Γεννήτορος
Κροτείτωσαν
σήμερον, τών
Προφητών οι
πρόκριτοι, ιδού
γάρ αί
προρρήσεις,
αυτών τής
χάριτος,
άρχονται
πληρούσθαι
αξίως, εν τή
σεπτή,
Συλλήψει τής μόνης,
αγνής
Θεομήτορος, εν
ή πάντες
αγαλλόμεθα.
Ο θρόνος ό
ένδοξος,
προτίθεται τού
Κτίσαντος, η σωτήριος
Πύλη, νύν
ευτρεπίζεται,
μόνω τώ
Δεσπότη καί
Κτίστη,
διαβατή μόνω
τηρουμένη, δι’
ής εισαγόμεθα,
εις ζωήν τήν
ατελεύτητον.
Ρημάτων
δεήσεως,
Ιωακείμ σύν
Άννη βοά, σύ
επήκουσας
μόνος, ό
Ποιητής καί
Θεός, καί τής
ατεκνίας τήν
λύσιν, σύ
παρασχών,
ρίζαν αφθαρσίας,
εδωρήσω Κύριε,
καί ημίν τοίς
σέ δοξάζουσιν.
Η κλίμαξ
στηρίζεται, δι’
ής ο Κτίστης
Κύριος, καταβάς
ανελκύσει, άνω
τήν φύσιν ημών,
Χαίροις ουρανέ
σύν Αγγέλοις,
χαίρε Θεού, η
σύμπασα
κτίσις, χαίροις
τό ανθρώπινον
γένος, χάριτι
Θεούμενον.
Θεοτοκίον
Υμνώ σου τήν
άφατον,
φιλανθρωπίαν
Δέσποινα, σύ γάρ
εί φωτισμός
μου, σύ μου τό
καύχημα, σύ μου
χορηγός τής
σοφίας, σύ μου
χαρά, σύ μου
προσδοκία, σύ
μου τό οχύρωμα,
τό κραταίωμα
καί στήριγμα.
Εξαποστειλάριον
τών εγκαινίων
Εν
πνεύματι τώ
Ιερώ
Ήν τώ αχράντω
αίματι,
εξηγόρασας
Λόγε,
πανθαύμαστον
καί πάντιμον,
καί σεπτήν
Εκκλησίαν,
εγκαίνισον εν
Πνεύματι,
Αγαθέ καί
κάλλυνον,
ακτίσι ταίς
θειοτάταις, ο
τή δόξη
δοξάζων, τούς
αξίως σού Ναού,
Εγκαίνια
εκτελούντας.
Τής
Αγίας Άννης,
όμοιον
Εισήκουσε τού
στεναγμού, τού
τής σώφρονος
Άννης, ο Κύριος
ως
εύσπλαγχνος,
καί παρέσχετο
ταύτη, τήν μόνην
απειρόγαμον,
τήν τό φώς
εκλάμψασαν,
τοίς πέρασιν
απορρήτως, ήν ο
θείος καί
κλεινός,
καθορών
Ιωακείμ,
ηγάσθη καί
εγεγήθει.
Έτερον Ο
ουρανόν τοίς
άστροις
Η τού Θεού
σοφία,
οικοδομεί τόν
εαυτής, οίκον
εκ στείρας
νηδύος, τήν
Θεοτόκον
Μαριάμ, ήν
μακαρίσωμεν
πάσαι, αί
γενεαί κατά
χρέος.
Εις τούς
Αίνους,
ιστώμεν
Στίχους ς’ καί
ψάλλομεν
Στιχηρά
Προσόμοια.
Ήχος β’ Οίκος
τού Εφραθά
Απόθεσθε Αδάμ,
καί Εύα πάσαν
λύπην, η μήτηρ
τής χαράς γάρ,
έν στείρα
παραδόξως,
καρπογονείται
σήμερον.
Προπάτωρ
Αβραάμ, καί
πάντες
Πατριάρχαι,
ευφραίνεσθε
ορώντες, τού
Θεού τήν
Μητέρα, εκ
ρίζης υμών φύουσαν.
Χαίρε Ιωακείμ,
καί Άννα χαίρε,
ότι, χαράς καί
σωτηρίας, τήν
πρόξενον τώ
κόσμω,
καρπογονείτε
σήμερον.
Χορός τών
Προφητών,
αγάλλεσθε,
ιδού γάρ, Άννα
καρπόν εκφύει,
δι’ ού αί
προφητείαι,
υμών
περαιωθήσονται.
Συγχάρητε
φυλαί, πάσαι τή
στείρα, Άννη,
ότι καρπόν
κοιλίας,
εκφύει παρ’
ελπίδα, ζωής
ημίν τήν
πρόξενον.
Τά πέρατα τής
γής,
ευφραίνεσθε,
ιδού γαρ, τού
Κτίστου τών
απάντων, η
Μήτηρ εξ
ακάρπου,
γαστρός φύεται
σήμερον.
Δόξα...
τών Εγκαινίων
Ήχος πλ.
α’
Ο επί τών
κόλπων τών
πατρικών
επαναπαυόμενος
Λόγε, τό Πνεύμά
σου τό Άγιον,
εγκαίνισον εν
τώ Ναώ, τώ εις τό
όνομά σου
ανεγηγερμένω.
Καί νύν...
Ήχος β’
Σήμερον εκ
ρίζης τού
Δαυϊδ,
βασιλική
Πορφυρίς εκβλαστήσασα,
του Ιωακείμ
βλαστάνειν
απάρχεται, τό άνθος
τό μυστικόν, έν
ώ Χριστός ο
Θεός ημών
εξήνθησεν, ο
σώζων τάς
ψυχάς ημών.
Δοξολογία
μεγάλη, καί
Απόλυσις.
Εις τήν
Λειτουργίαν.
Τυπικά, καί εκ
τών Κανόνων, Ωδή
γ’ καί ς’.