ΤΗ Ε’ ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

 

Μνήμη τού Οσiου καί θεοφόρου Πατρός ημών Σάββα τού Ηγιασμένου.

 

ΕΝ ΤΩ ΜΙΚΡΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ

 

Ιστώμεν Στίχους δ’ καί ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

 

Ήχος α’

Πανεύφημοι Μάρτυρες ημάς

Θεωρός γεγένησαι νοϊ, νοερών δυνάμεων, ως πρακτικός θεία λόγια, διατιθέμενος, εν τή σή καρδία, εν ή καί ανάβασιν, ως κλίμακα εστήριξας Όσιε, Σάββα Πατήρ ημών, καί πρεσβεύεις δωρηθήναι ημίν, τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος. (Δίς)

 

Σάββα Οσιώτατε τήν σήν, έκ παιδός ανέθη κας, ζωήν Χριστώ τώ Θεώ ημών, υφ’ ού σθενούμενος, τής σακρός τά πάθη, λογισμώ υπέταξας, τό χείρον υποτάττων τώ κρείττονι, διό ικέτευε, δωρηθήναι ταίς ψυχαίς ημών, Τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος.

 

Θεόφρον Πατήρ ημών φωστήρ, καθωράθης μέγιστος, φωταγωγών τήν υφήλιον, θαυμάτων λάμψεσι, καί ενθέων έργων, όθεν μετά κοίμησιν, τό άδυτόν σε φώς υπεδέξατο, διό ικέτευε, δωρηθήναι ταίς ψυχαίς ημών, τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος.

Δόξα… Ήχος β’

Όσιε Πάτερ, εκ βρέφους τήν αρετήν επιμελώς ασκήσας, όργανον γέγονας τού αγίου Πνεύματος, καί παρ’ αυτού λαβών τών θαυμάτων τήν ενέργειαν, έπεισας τούς ανθρώπους καταφρονείν τών ηδέων, νύν δέ τώ θείω φωτί, καθαρώτερον ελλαμπόμενος, φώτισον καί ημών τάς διανοίας, Σάββα Πατήρ ημών.

Καί νύν... Θεοτοκίον

Τήν πάσαν ελπίδα μου, εις σέ ανατίθημι, Μήτηρ τού Θεού, φύλαξόν με υπό τήν σκέπην σου.

 

Απόστιχα Στιχηρά

 

Ήχος β’  Οίκος τού Εφραθά

Ώφθης εκ μητρικών, σπαργάνων θεοφόρε, ηγιασμένον σκεύος, Πατήρ ημών καί οίκος, τού παναγίου Πνεύματος.

 

Στίχ. Μακάριος ανήρ ό φοβούμενος τόν Κύριον.

 

Φέρων εν ταίς χερσί, σού Σάββα τού Κυρίου, Σταυρόν τά τών δαιμόνων, φαντάσματα τελείως, Πατήρ ημών ηφάνισας.

 

Στίχ. Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος.

 

Δόλους τών πονηρών, δαιμόνων θριαμβεύσας, τή τού Σταυρού δυνάμει, ετράνωσας τήν δόξαν, Χριστού Σάββα Πατήρ ημών.

Δόξα… Καί νύν… Θεοτοκίον

Δέσποινα αγαθή, τάς αγίας σου χείρας, πρός τόν Υιόν σου άρον, τόν φιλόψυχον Πλάστην, οικτειρήσαι τούς δούλους σου.

 

Τροπάριον  Ήχος πλ. δ’

Ταίς τών δακρύων σου ροαίς, τής ερήμου τό άγονον εγεώργησας, καί τοίς εκ βάθους στεναγμοίς, εις εκατόν τούς πόνους εκαρποφόρησας, καί γέγονας φωστήρ, τή οικουμένη λάμπων τοίς θαύμασι, Σάββα Πατήρ ημών Όσιε, Πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, σωθήναι τάς ψυχάς ηιμών.

 

Καί Απόλυσις

 

ΕΝ ΤΩ ΜΕΓΑΛΩ ΕΣΠΕPΙNΩ

 

Στιχολογούμεν τήν α’ στάσιν τού Μακάριος ανήρ. Εις δέ τό, Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν Στίχους ς’ καί ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

 

Ήχος πλ. α’  Όσιε Πάτερ

Σάββα θεόφρον, τών Αγγέλων Ισοστάσιε, ομόσκηνε Οσίων, συνόμιλε Προφητών, Μαρτύρων Απόστόλων συγκληρονόμε, φώς τό ανέσπερον, ο νύν κατοικών, ού ταίς φρυκτωρίαις, λαμπόμενος ταίς θείαις, τώ ακροτάτω τών εφετών, ο παρεστώς παρρησία λελαμπρυσμένος, καί ενηδόμενος αυτού ταίς θεωρίαις, καί εντρυφών αυτού, τώ κάλλει ανενδότως, Χριστόν ικέτευε, Χριστόν δυσώπει Όσιε, δωρηθήναι τή Εκκλησία Ομόνοιαν, ειρήνην, καί μέγα έλεος.

 

Σάββα παμμάκαρ, εγκρατείας λύχνος άσβεστος, φωστήρ τών Μοναζόντων ο διαυγέστατος, αγάπης φρυκτωρίαις λελαμπρυσμένος, πύργος ακλόνητος τής υπομονής, έρεισμα καί σθένος, τών πίστει σε τιμώντων, τών ιαμάτων ο θησαυρός, ο πολιστής τής ερήμου ως αληθώς, ο ως Παράδεισον αυτήν ένθεον δείξας, θείους προσφέρουσαν, καρπούς τών σωζομένων, Χριστόν ικέτευε, Χριστόν δυσώπει Όσιε, δωρηθήναι τή Εκκλησία, ομόνοιαν, ειρήνην, καί μέγα έλεος.

 

Σάββα θεόφρον, αρετών στύλος ο πύρινος, πυρσός ο εκ θαλάσσης, τής κοσμικής τούς λαούς, λιμένα πρός τόν θείον καθοδηγών, πλάνης τά πνεύματα ο καταβαλών, Πνεύματος Αγίου τό καθαρόν δοχείον, ο ποδηγέτης τών Μοναστών, ηκριβωμένη τε στάθμη τής εγκρατείας, τής ταπεινώσεως, περίβλεπτον τό ύψος, κρήνη η βρύουσα, ιάσεων πελάγη, Χριστόν ικέτευε, Χριστόν δυσώπει Όσιε, δωρηθήναι τή Εκκλησία, ομόνοιαν, ειρήνην, καί μέγα έλεος.

Δόξα... Ήχος πλ. β’

Τό κατ’ εικόνα τηρήσας αλώβητον, νούν ηγεμόνα κατά παθών ολεθρίων, ασκητικώς ενστησάμενος, εις τό καθ’ ομοίωσιν ως δυνατόν ανελήλυθας, ανδρικώς γάρ τήν φύσιν εκβιασάμενος, έσπευσας τό χείρον καθυποτάξαι τώ κρείττονι, καί τήν σάρκα δουλώσαι τώ πνεύματι, Όθεν Μοναζόντων, ανεδείχθης ακρότης, πολιστής τής ερήμου, ευδρομούντων αλείπτης, κανων αρετής ακριβέστατος, καί νύν εν ουρανοίς, τών εσόπτρων λυθέντων Μακάριε, καθαρώς εποπτεύεις, τήν αγίαν Τριάδα, εντυγχάνων αμέσως, υπέρ τών πίστει καί πόθω τιμώντων σε.

Καί νύν... Θεοτοκίον

Τίς μή μακαρίσει σε, Παναγία Παρθένε; τίς μή ανυμνήσει σου τόν αλόχευτον τόκον; ο γάρ αχρόνως εκ Πατρός εκλάμψας Υιός μονογενής, ο αυτός εκ σού τής Αγνής προήλθεν, αφράστως σαρκωθείς, φύσει Θεός υπάρχων, καί φύσει γενόμενος άνθρωπος δι’ ημάς, ούκ εις δυάδα προσώπων τεμνόμενος, αλλ’ εν δυάδι φύσεων ασυγχύτως γνωριζόμενος, Αυτόν ικέτευε, σεμνή Παμμακάριστε, ελεηθήναι τάς ψυχάς ημών.

 

Είσοδος. Φώς ιλαρόν, τό Προκείμενον τής ημέρας, καί τά Αναγνώσματα.

 

Σοφίας Σολομώντος τό Ανάγνωσμα

(Κεφ. 3, 1-9)

Δικαίων ψυχαί εν χειρί Θεού, καί ου μή άψηται αυτών βάσανος. Έδοξαν εν οφθαλμοίς αφρόνων τεθνάναι, καί ελογίσθη κάκωσις η έξοδος αυτών, καί η αφ' ημών πορεία σύντριμμα, οι δέ εισιν εν ειρήνη. Καί γάρ εν όψει ανθρώπων εάν κολασθώσιν, η ελπίς αυτών αθανασίας πλήρης. Καί ολίγα παιδευθέντες, μεγάλα ευεργετηθήσονται, ότι ο Θεός επείρασεν αυτους, καί εύρεν αυτούς αξίους εαυτού. Ως χρυσόν εν χωνευτηρίω εδοκίμασεν, αυτούς, καί ως ολοκαρπωμα θυσίας προσεδέξατο αυτούς. Καί εν καιρώ επισκοπής αυτών αναλάμψουσι, καί ως σπινθήρες εν καλάμη διαδραμούνται. Κρινούσιν έθνη, καί κρατήσουσι λαών, καί βασιλεύσει αυτών Κύριος εις τούς αιώνας. Οι πεποιθότες επ' αυτόν συνήσουσιν αλήθειαν, καί οι πιστοί εν αγάπη προσμενούσιν αυτώ, ότι χάρις καί έλεος εν τοίς οσίοις αυτού, καί επισκοπή εν τοίς εκλεκτοίς αυτού.

Σοφίας Σολομώντος τό Ανάγνωσμα

(Κεφ. 5, 15-23 & 6, 1-3)

Δίκαιοι εις τόν αιώνα ζώσι, καί εν Κυρίω ο μισθός αυτών, καί η φροντίς αυτών παρά Υψίστω. Διά τούτο λήψονται τό βασίλειον τής ευπρεπείας, καί τό διάδημα τού κάλλους εκ χειρός Κυρίου, ότι τή δεξιά αυτού σκεπάσει αυτούς, καί τώ βραχίονι υπερασπιεί αυτών. Λήψεται πανοπλίαν, τόν ζήλον αυτού, καί οπλοποιήσει τήν κτίσιν εις άμυναν εχθρών. Ενδύσεται θώρακα, δικαιοσύνην, καί περιθήσεται κόρυθα, κρίσιν ανυπόκριτον. Λήψεται ασπίδα ακαταμάχητον, οσιότητα, οξυνεί δέ απότομον οργήν εις ρομφαίαν, συνεκπολεμήσει αυτώ ο κόσμος επί τούς παράφρονας. Πορεύσονται εύστοχοι βολίδες αστραπών, καί ως από ευκύκλου τόξου τών νεφών, επί σκοπόν αλούνται, καί εκ πετροβόλου θυμού πλήρεις ριφήσονται χάλαζαι. Αγανακτήσει κατ' αυτών ύδωρ θαλάσσης, ποταμοί δέ συγκλύσουσιν αποτόμως. Αντιστήσεται αυτοίς πνεύμα δυνάμεως καί λαίλαψ εκλικμήσει αυτούς, καί ερημώσει πάσαν τήν γήν ανομία, καί η κακοπραγία περιτρέψει θρόνους δυναστών. Ακούσατε ούν βασιλείς καί σύνετε, μάθετε δικασταί περάτων γής. Eνωτίσασθε οι κρατούντες πλήθους, καί γεγαυρωμένοι επί όχλοις εθνών. Ότι εδόθη παρά Κυρίου η κράτησις υμίν, καί η δυναστεία παρά Υψίστου.

Σοφίας Σολομώντος τό Ανάγνωσμα

(Κεφ. 4, 7-15)

Δίκαιος, εάν φθάση τελευτήσαι, εν αναπαύσει έσται. Γήρας γάρ τίμιον ού τό πολυχρόνιον, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δέ εστι φρόνησις ανθρώποις, καί ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. Ευάρεστος Θεώ γενόμενoς, ηγαπήθη, καί ζών μεταξύ αμαρτωλών, μετετέθη. Ηρπάγη, μή κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, ή δόλος απατήση ψυχήν αυτού, βασκανία γάρ φαυλότητος αμαυροί τά καλά, καί ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νούν άκακον. Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς, αρεστή γάρ ήν Κυρίω η ψυχή αυτού, διά τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας. Οι δέ λαοί ιδόντες καί μή νοήσαντες, μηδέ θέντες επί διανοία τό τοιούτον, ότι χάρις καί έλεος εν τοίς οσίοις αυτού, καί επισκοπή εν τοίς εκλεκτοίς αυτού.

 

Εις τήν Λιτήν

 

Στιχηρά’ ιδιόμελα  Ήχος β’

Ασκητικόν γυμνάσιον συγκροτήσας επί γής, Όσιε Σάββα, τών παθών τάς προσβολάς, εν τή ροή τών δακρύων σου, πάσας απήμβλυνας, Κλίμαξ θεία καί σεπτή, εις ουρανούς ανάγουσα, τοίς πάσιν εγνωρίσθη, ο θεόληπτος βίος σου, Ευσεβείας γάρ καρπούς εν αυτώ ενδειξάμενος, θεραπεύεις δι’ αυτών τάς ασθενείας τών παθών, τών πιστώς εκβοώντων σοι, Χαίροις τής Εώας αστήρ χρυσαυγέστατος, καί τών Μοναζόντων λαμπαδούχε καί ποιμήν, Χαίροις Αοίδιμε, τό τής ερήμου κάλλιστον θρέμμα, καί τής Εκκλησίας ακράδαντον έρεισμα, Χαίροις τών πλανωμένων ο μέγας οδηγός, Χαίροις τό ημέτερον καύχημα, καί τής οικουμένης φαιδρόν αγαλλίαμα.

Ο αυτός

Τόν επί γής Άγγελον, καί εν ουρανοίς άνθρωπον Θεού, τού κόσμου τήν ευκοσμίαν, τήν τρυφήν τών αγαθών καί τών αρετών, τών Ασκητών τό καύχημα, Σάββαν τιμήισωμεν, πεφυτευμένος γάρ εν τώ οίκω τού Θεού, εξήνθησε δικαίως, καί ωσεί κέδρος εν ερήμω, επλήθυνε τό ποίμνιον τού Χριστού, τών λογικών προβάτων, εν οσιότητι καί δικαιοσύνη.

Ήχος ο αυτός

Όσιε Πάτερ, εκ βρέφους τήν αρετήν επιμελώς ασκήσας, όργανον γέγονας τού Αγίου Πνεύματος καί παρ’ αυτού λαβών τών θαυμάτων τήν ενέργειαν, έπεισας τούς ανθρώπους καταφρονείν τών ηδέων, νύν δέ τώ θείω φωτί, καθαρώτερον ελλαμπόμενος, φώτισον καί ημών τάς διανοίας, Σάββα Πατήρ ημών.

Δόξα… Ήχος ο αυτός. Θεοφάνους.

Τών υπέρ νούν αγαθών δεξάμενος έρωτα, πάντα τά εν τώ κόσμω τερπνά υπερείδες θεόληπτε, εντεύθεν γάρ τώ καρπώ ουχ εάλως, καθάπερ Αδάμ τόν όφιν δέ εναποκρουσάμενος δι’ εγκρατείας, αγγελικώς τόν βίον διήνυσας, καί νύν εν ουρανοίς αυλίζη, επαπολαύων τού ξύλου τής ζωής, Θεόν ιλεούμενος υπέρ ημών, τών πιστώς εκτελούντων, ηγιασμένε Σάββα τήν μνήμην σου.

Καί νύν... Θεοτοκίον

Τήν πάσαν ελπίδα μου εις σέ ανατίθημι, Μήτηρ τού Θεού, φύλαξόν με υπό τήν σκέπην σου.

 

Εις τόν Στίχ. Στιχηρά Προσόμοια.

 

Ήχος πλ. α’  Αυτόμελον

Χαίροις ασκητικών αληθώς, αγωνισμάτων τό ευώδες κειμήλιον, σταυρόν γάρ επ’ ώμων άρας, καί τώ Δεσπότη Χριστώ, σεαυτόν Παμμάκαρ αναθέμενος, σαρκός κατεπάτησας, τό χαμαίζηλον φρόνημα, ταίς αρεταίς δέ, τήν ψυχήν κατελάμπρυνας, καί πρός ένθεον, ανεπτέρωσας έρωτα, Όθεν τήν παναγίαν σου, κυκλούντες πανεύφημε, λάρνακα Σάββα τής θείας, φιλανθρωπίας αιτούμεθα, τυχείν σαίς πρεσβείαις, καί τώ κόσμω δωρηθήναι τό μέγα έλεος.

 

Στίχ. Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος τών οσίων αυτού.

 

Άνθραξ θεοφεγγής τώ πυρί, προσομιλήσας θεοφόρε τού Πνεύματος, εδείχθης έν κόσμω Σάββα, καταλαμπρύνων ψυχάς, τών πιστώς θεόφρον προσιόντων σοι, πρός φώς οδηγών αυτούς, τό ανέσπερον Όσιε, ερημικούς δέ, δροσιζόμενος άνωθεν, θεία χάριτι κατεμάρανας άνθρακας, Όθεν καί τόν τής νίκης σοι, προδήλως δεδώρηται στέφανον Πάτερ τής θείας, δικαιοσύνης ο πρύτανις, Χριστός, όν δυσώπει, ταίς ψυχαίς ημών δοθήναι, τό μέγα έλεος.

 

Στίχ. Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τόν Κύριον.

 

Κλίμαξ ουρανομήκης σαφώς, η πολιτεία σου θεόφρον γεγένηται, δι’ ήσπερ πρός ύψος ήρθης, καί τώ Δεσπότη Χριστώ, ομιλείν παμμάκαρ κατηξίωσαι, τόν νούν ελλαμπόμενος, ταίς εκείθεν ελλάμψεσι, μαρμαρυγαίς δέ, ταίς αυτού φωτιζόμενος, τήν ισάγγελον, εκομίσω φαιδρότητα, ώ καί νύν παριστάμενος, ικέτευε Όσιε, τούς εκτελούντας τήν θείαν, καί πανσεβάσμιον μνήμην σου, σύν σοί παραστήναι, καί τώ κόσμω δωρηθήναι, τό μέγα έλεος.

Δόξα,.. Ήχος πλ. δ’

Τών Μοναστών τά πλήθη, τόν Καθηγητήν σε τιμώμεν, Σάββα Πατήρ ημών, διά σού γάρ τήν τρίβον, τήν όντως ευθείαν, πορεύεσθαι έγνωμεν, Μακάριος εί, τώ Χριστώ δουλεύσας, καί εχθρού θριαμβεύσας τήν δύναμιν, Αγγέλων συνόμιλε, Δικαίων ομόσκηνε, καί Οσίων, μεθ’ ών πρέσβευε τώ Κυρίω, ελεηθήναι τάς ψυχάς ημών.

Καί νύν… Θεοτοκίον

Ανύμφευτε Παρθένε, η τόν Θεόν αφράστως συλλαβούσα σαρκί, Μήτηρ Θεού τού Υψίστου, σών οικεκετών παρακλήσεις δέχου Πανάμωμε, η πάσι χορηγούσα, καθαρισμόν τών πταισμάτων, νύν τάς ημών ικεσίας προσδεχομένη, δυσώπει σωθήναι πάντας ημάς.

 

Απολυτίκιον  Ήχος πλ. δ’

Ταίς τών δακρύων σου ροαίς, τής ερήμου τό άγονον εγεώργησας, καί τοίς εκ βάθους στεναγμοίς, εις εκατόν τούς πόνους εκαρποφόρησας, καί γέγονας φωστήρ, τή οικουμένη λάμπων τοίς θαύμασι, Σάββα Πατήρ ημών Όσιε, Πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, σωθήναι τάς ψυχάς ηιμών.

Δόξα… Καί νύν… Θεοτοκίον

Ο δι’ ημάς γεννηθείς εκ Παρθένου, καί σταύρωσιν υπομείνας αγαθέ, ο θανάτω τόν θάνατον σκυλεύσας, καί Έγερσιν δείξας ως Θεός, μη παρίδης ούς έπλασας τη χειρί σου, δείξον τήν φιλανθρωπίαν σου ελεήμον, δέξαι τήν τεκούσάν σε Θεοτόκον πρεσβεύουσαν υπέρ ημών καί σώσον Σωτήρ ημών, λαόν απεγνωσμένον.

 

Καί Απόλυσις

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

 

Μετά τήν α’ Στιχολογίαν.

 

Kάθισμα  Ήχος α’

Τόν τάφον σου Σωτήρ

Τόν βίον ευσεβώς, επί τής γής εκτελέσας, δοχείον καθαρόν, σύ τού Πνεύματος ώφθης, φωτίζων τούς εν πίστει σοι, προσιόντας Μακάριε, όθεν αίτησαι, τόν σόν Δεσπότην φωτίσαι, τάς ψυχάς ημών, τών ανυμνούντων σε Σάββα, θεόφρον Πατήρ ημών.

Θεοτοκίον

Μητέρα σε Θεού, επιστάμεθα πάντες, παρθένον αληθώς, καί μετά τόκον φανείσαν, οι πόθω καταφεύγοντες, πρός τήν σήν αγαθότητα, σέ γάρ έχομεν, αμαρτωλοί προστασίαν, σέ κεκτήμεθα, εν πειρασμοίς σωτηρίαν, τήν μόνην Πανάμωμον.

 

Μετά τήν β’ Στιχολογίαν.

 

Κάθισμα

Τήν Σοφίαν καί Λόγον

Τόν Σταυρόν τού Κυρίου άρας Σοφέ, καί αυτώ μέχρι τέλους ακολουθών, τόν νούν ουχ υπέστρεψας, εντώ κόσμω θεόσοφε, εγκρατεία καί πόνοις, τά πάθη ενέκρωσας, καί ναόν ητοίμασας, σαυτόν τώ Κυρίω σου, όθεν χαρισμάτων, αμοιβήν εκομίσω, ιάσθαι νοσήματα, καί διώκειν τά πνεύματα, θεοφόρε μακάριε, Πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, τών πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοίς εορτάζουσι πόθω, τήν άγίαν μνήμην σου.

Θεοτοκίον

Τήν Σοφίαν καί Λόγον εν σή γαστρί, συλλαβούσα αφράστως Μήτηρ Θεού, τώ κόσμω εκύησας, τόν τόν κόσμον κατέχοντα, καί εν αγκάλαις έσχες, τόν πάντας συνέχοντα, τόν τροφοδότην πάντων, καί Πλάστην τής κτίσεως, όθεν δυσωπώ σε, Παναγία Παρθένε, ρυσθήναι πταισμάτων μου, όταν μέλλω παρίστασθαι, πρό προσώπου τού Κτίστου μου, Δέσποινα Παρθένε Αγνή, τήν σήν βοήθειαν τότε μοι δώρησαι, καί γάρ δύνασαι, όσα θέλεις Πανάμωμε.

 

Μετά δέ τό Πολυέλεον.

 

Κάθισμα   Ήχος δ’

Τήν Σοφίαν καί Λόγον

Τά επίγεια πάντα καταλιπών, καί εν κόσμω υπάρχων σωματικώς, τώ πνεύματι γέγονας, τών Αγγέλων συμμέτοχος, τά γάρ παρόντα πάθη νεκρώσας τού σώματος, τής Τριάδος εδείχθης θεράπων Μακάριε, Όθεν καί νοσούντων, θεραπεύεις τά πάθη, καί λόγω τά πνεύματα, απελαύνεις τή χάριτι, θεοφόρε Πατήρ ημών. Πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, τών πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοίς εορτάζουσι πόθω, τήν αγίαν μνήμην σου.

Δόξα… Καί νύν… Θεοτοκίον

Τήν ουράνιον Πύλην καί Κιβωτόν, τό πανάγιον Όρος, τήν φωταυγή, Νεφέλην υμνήσωμεν, τήν ουράνιον Κλίμακα, τόν λογικόν Παράδεισον, τής Εύας τήν λύτρωσιν, τής οικουμένης πάσης, τό μέγα Κειμήλιον, ότι σωτηρία, εν αυτή διεπράχθη, τού κόσμου καί άφεσις, τών πολλών εγκλημάτων, διά τούτο βοώμεν αυτή, Πρέσβευε τώ σώ Υιώ καί Θεώ, τών πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοίς προσκυνούσιν εν πίστει, τόν άχραντον τόκον σου.

 

Οι Αναβαθμοί, τό α' Αντίφωνον τού δ' Ήχου.

 

Οι Αναβαθμοί  Αντίφωνον Α'

·        Εκ νεότητός μου πολλά πολεμεί με πάθη, αλλ' αυτός αντιλαβού, καί σώσον Σωτήρ μου.

·        Οι μισούντες Σιών, αισχύνθητε από τού Κυρίου, ως χόρτος γάρ, πυρί έσεσθε απεξηραμμένοι.

Δόξα... Καί νύν...

Αγίω Πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται, καί καθάρσει υψούται λαμπρύνεται, τή τριαδική Μονάδι ιεροκρυφίως.

 

Προκείμενον  Ήχος δ’

Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος.

Στίχ. Τί ανταποδώσωμεν τώ Κυρίω.

 

Τό, Πάσα πνοή. Εύαγγέλιον Οσιακόν, καί ο Ν’.

 

Δόξα… Ταίς τού σου Οσίου…

 

Καί νύν... Ταίς τής Θεοτόκου...

 

Είτα το, ιδιόμελον  Ήχος πλ. β’

Όσιε Πάτερ, εις πάσαν τήν γήν εξήλθεν ο φθόγγος τών κατορθωμάτων σου, δι’ ών εν τοίς ουρανοίς εύρες μισθόν τών καμάτων σου, Τών δαιμόνων ώλεσας τάς φάλαγγας, τών Αγγέλων έφθασας τά τάγματα, ών τόν βίον αμέμπτως εζήλωσας, Παρρησίαν έχων πρός Χριστόν τόν Θεόν, ειρήνην αίτησαι ταίς ψυχαίς ήμών.

 

Ο Κανών τής Θεοτόκου καί τού Αγίου, ού η Ακροστιχίς.

 

Τον Πανάριστον εν Ασκηταίς Σάβαν έξοχα μέλπω. Θεοφάνους

 

Ωδή α’  Ήχος πλ. δ’

«Αρματηλάτην Φαραω εβύθισε, τερατουργούσα ποτέ, Μωσαϊκή ράβδος, σταυροτύπως πλήξασα, καί διελούσα θάλασσαν, Ισραήλ δέ φυγάδα, πεζόν οδιτην διέσωσεν, άσμα τώ Θεώ αναμέλποντα».

 

Τή φωταυγεία τού Αγίου Πνεύματος, Σάββα καταύγασον, τούς ευσεβείς πόθω, ύμνοις ευφημούντάς σε, τών Ασκητών τό καύχημα, Μοναζόντων τό κλέος, τόν τής ερήμου κοσμήτορα, τόν τής παρθενίας Διδάσκαλον.

 

Όλον τόν πόθον πρός Θεόν ανέτεινας, από νεότητος, καί πρός αυτόν έχων, πάσάν σου τήν έφεσιν, τά τής σαρκός κινήματα, καί παθών τάς εφόδους, δι’ εγκρατείας ενέκρωσας, Σάββα θεοφόρε πανεύφημε.

 

Νενικηκως τόν τώ καρπώ κρυπτόμενον, όφιν επάτησας, καί τούς αυτού βρόχους, κούφως υπερβέβηκας, θεοσεβείας πτέρυξιν, ανιπτάμενος Πάτερ, ζωήν δέ χαίρων ετρύγησας, από τού φυτού τού τής γνώσεως.

 

Περιλαμπόμενος φωτί τής χάριτος, τό πύρ εισέδραμες, ώσπερ οι τρείς παίδες, μείνας ακατάφλεκτος, σέ τού Θεού φυλάξαντος, καί μηνύσαντος πάσι, τήν εσομένην σοι ύστερον, Πάτερ προκοπήν καί λαμπρότητα.

Θεοτοκίον

Ακατασχέτοις καθ’ ημών ο θάνατος, ορμαίς εκέχρητο, αλλά τώ σώ τόκω προσεγγίσας ώλετο, καί προσβαλων κατήργηται, Θεοτόκε Παρθένε, ζωήν γάρ όντως αϊδιον, σεσωματωμένην γεγέννηκας.

 

Ωδή γ’

«Ο στερεώσας κατ’ αρχάς, τούς ουρανούς εν συνέσει, καί τήν γήν επί υδάτων εδράσας, εν τή πέτρα με Χριστέ, τών εντολών σου στήριξον, ότι ουκ έστι πλήν σου, άγιος μόνε Φιλάνθρωπε».

 

Νούν ηγεμόνα τών παθών, Πανόλβιε καταστήσας, βραβευτής δικαιοσύνης εδείχθης, τώ γάρ κρείττονι σαφώς, τό χείρον καθυπέταξας, όθεν ως φοίνιξ Πάτερ, εν τοίς ερήμοις εξήνθησας.

 

Ακολουθήσαι διαγνούς, τοίς ίχνεσι τού Δεσπότου, μετανάστης τής πατρίδος εγένου, καί τήν έρημον οικών, τό τρόπαιον ανέστησας, κατά τών αντιπάλων, θεία δυνάμει ρωννύμενος.

 

Ρωμαλεότητι φρενών, Παμμάκαρ ωχυρωμένος, τάς ποικίλας τού εχθρού μεθοδείας, εθριάμβευσας σοφέ, καί πάσιν εφανέρωσας, καί τήν οφρύν εκείνου τήν επηρμένην κατέβαλες.

 

Ιλαρωτάτη σε ψυχή, καί προσηνεί διαθέσει, αρεταίς κατακοσμούμενον βλέπων, ο λαμπρότατος φωστήρ, Ευθύμιος εδέξατο, φωτιστικώς θεσπίζων, τήν σήν Παμμάκαρ φαιδρότητα.

Θεοτοκίον

Σωτηριώδους δι’ ημάς, τού Λόγου οικονομίας, φωτεινή σύ Μητροπάρθενε πύλη, εγνωρίσθης αληθώς, σύ γάρ ημίν εισήγαγες, τήν νοητήν ακτίνα, τής υπερθέου θεότητος.

 

Κάθισμα   Ήχος πλ. δ’

Τήν Σοφίαν καί Λόγον

Τούς θορύβους τού βίου καταλιπών, τόν σταυρόν σου επ’ ώμων αναλαβών, όλον ανατέθεικας, σεαυτόν τώ Κυρίω σου, καί σαρκός δέ έξω, καί κόσμου γενόμενος, τού Αγίου εγένου, συνόμιλος Πνεύματος, όθεν καί πρός ζήλον, τούς λαούς διεγείρων, τάς πόλεις εκένωσας, καί ερήμους επόλισας, θεοφόρε Πατήρ ημών, Πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, τών πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοίς εορτάζουσι πόθω, τήν αγίαν μνήμην σου.

Δόξα… Καί νύν… Θεοτοκίον

Τήν ψυχήν μου Παρθένε τήν ταπεινήν, από βρέφους μολύνας ο μιαρός, καί λόγοις καί πράξεσιν, εμαυτόν κατερρύπωσα, καί ουκ έχω τί πράξω, ή πού καταφεύξομαι, αλλ’ ούδ’ άλλην ελπίδα, πλήν σου Κόρη επίσταμαι, Φεύ μοι ο αχρείος! διά τούτο ικέτης, πρός σέ τήν Πανάχραντον, νύν προστρέχω καί δέομαι, ομολογών σοι τό, Ήμαρτον, Πρέσβευε τώ σώ Υιώ καί Θεώ, τών πταισμάτων άφεσιν δοθήναί μοι, εις σέ γάρ πάσας Παρθένε, τάς ελπίδας ανέθηκα.

 

Ωδή δ’

«Σύ μου ισχύς Κύριε, σύ μου καί δύναμις, σύ Θεός μου, σύ μου αγαλλίαμα, ο Πατρικούς κόλπους μή λιπών, καί τήν ημετέραν, πτωχείαν επισκεψάμενος, διό σύν τώ Προφήτη, Αββακούμ σοι κραυγάζω, Τή δυνάμει σου δόξα Φιλάνθρωπε».

 

Τήν τής ψυχής, ανακαθαίρων κατάστασιν, καί πλατύνων, θείοις θεωρήμασι, χωρητικήν, ταύτην αληθώς, θείων χαρισμάτων, ειργάσω θεομακάριστε, αφή δέ τών χειρών σου, ασθενούντας ιάσω, μιμητής τού Δεσπότου γενόμενος.

 

Ο κατά σού, Πάτερ δεινώς θρασυνόμενος, κατεπόθη, ως Δαθάν ό δείλαιος, ως Αβειρών εξαφανισθείς, σέ γάρ αοράτως, η θεία χάρις εφύλαττε, πολλών προνοουμένη διά σού σωζομένων, καί τοίς σοίς επομένων διδάγμασι.

 

Νόμω Θεού, παιδαγωγήσας θεσπέσιε, τάς αισθήσεις, πρός τήν κατανόησιν, τών ασωμάτων καί νοητών, σού επιτηδείαν, κατέστησας τήν διάνοιαν, προβαίνων ανενδότως, από δόξης εις δόξαν, εκ δυνάμεως Πάτερ εις δύναμιν.

 

Ευεργετείν, τούς ομοφύλους προθέμενος, εν ερήμω, πόλεις ώκοδόμησας, θεοπρεπείς καί ψυχωφελείς καί εν γή διψώση, πηγάς υδάτων εξήγαγες, καί όμβρους ουρανόθεν, παραδόξως θεόφρον, εν ανύδροις χωρίοις κατήγαγες.

Θεοτοκίον

Νεοθαλής, αθανασίας Παράδεισος, καί ωραίος, όντως αναδέδειξαι, ξύλον ζωής, εν σοί φυτευθέν, θεαρχικωτάτως, κυοφορούσα καί τίκτουσα, τό πάσιν αποστάζον, ζωηφόρους ελπίδας, τοίς πιστώς Θεοτόκον φρονούσί σε.

 

Ωδή ε’

«Ίνα τί με απώσω, από τού προσώπου σου τό φώς τό άδυτον, καί εκάλυψέ με, τό αλλότριον σκότος τόν δείλαιον, αλλ’ επίστρεψόν με, καί πρός τό φώς τών εντολών σου, τάς όδούς μου κατεύθυνον δέομαι».

 

Ακλινεί διανοία, πρός τόν σόν ποθούμενον ανατεινόμενος, παρ’ αυτού τήν χάριν, τών μεγίστων θαυμάτων τήν άφθονον, εκομίσω Πάτερ, καί τούς πιστώς προσερχομένους, συμπαθώς εθεράπευσας Όσιε.

 

Σαρκικών βαρημάτων, όγκον αποθέμενος, σκεύος θεότευκτον, εκλογής εγένου, τού αγίου θεσπέσιε Πνεύματος, αποχή βρωμάτων, καί προσευχή καί καρτερία, καί ταπεινοφροσύνη κοσμούμενος.

 

Κήρυξ θείων δογμάτων, μεγαλοφωνότατος κεχειροτόνησαι, τών Συνόδων Πάτερ, τών Αγίων συνήγορος γέγονας, Βασιλείς σοφίζων, οίς εμφανώς χάριτι θεία, τειχιζόμενος ώφθης μακάριε.

 

Η θεόθεν δοθείσα, χάρις σοι θεόπνευστε διαβεβόηται, διεδόθη πάσιν, εις τά τής οικουμένης ακρότατα, εναργείς ποιούσα, θεοπρεπώς τάς αποδείξεις, τών θαυμάτων τήν θείαν ενεργειαν.

Θεοτοκίον

Τών πιστών η προστάτις, τείχος ακατάλυτον, τών ευφημούντων σε, η παντί τώ γένει, τών ανθρώπων φανείσα σωτήριος, ως Θεόν τεκούσα, σωματικώς επιφανέντα, τήν ψυχήν μου διάσωσον Πάναγνε.

 

Ωδή ς’

«Iλάσθητί μοι Σωτήρ, πολλαί γάρ αι ανομίαι μου, καί εκ βυθού τών κακών, ανάγαγε δέομαι, πρός σέ γάρ εβόησα, καί επάκουσόν μου, Ο Θεός τής σωτηρίας μου».

 

Αγάπην πρός τόν Θεόν, καί τόν πλησίον κτησάμενος, τού Νόμου καί Προφητών, πληροίς τό κεφάλαιον, τήν γάρ υπερέχουσαν, πασών ασυγκρίτως, αρετήν Πάτερ κατώρθωσας.

 

Ισάγγελον επί γής, σύ πολιτείαν διήνυσας, ισάγγελον δέ τιμήν, Χριστός σοι δεδώρηται, Αγίων τά τάγματα, συνοδοιπορούντα, τή ψυχή σου παρασχόμενος.

 

Σοφίας γόνος οφθείς, αρχήν σοφίας επόθησας, τόν φόβον τόν τού Θεού, ώ καί στοιχειούμενος, πρός τήν τελειότητα, τήν ενδεχομένην, τοίς ανθρώποις Πάτερ έφθασας.

Θεοτοκίον

Σωτήρα καί Λυτρωτήν, Θεόν τών όλων καί Κύριον, τεκούσα διά σαρκός, ημίν ομιλήσαντα, διάσωσον Πάναγνε, τούς προσκαλουμένους, εκ κινδύνων σε τήν Δέσποιναν.

 

Κοντάκιον  Ήχος πλ. δ’

Τή υπερμάχω

Ως από βρέφους τώ Θεώ θυσία άμωμος, προσενεχθείς δι’ αρετής, Σάββα μακάριε, τώ σέ πρίν γεννηθήναι επισταμένω, εχρημάτισας Οσίων εγκαλλώπισμα, πολιστής τε τής ερήμου αξιέπαινος, διό κράζω σοι, Χαίροις Πάτερ αοίδιμε.

Ο Οίκος

Σοφίας υπάρχων βλάστημα, Σάββα Όσιε, παιδιόθεν επόθησας Σοφίαν τήν ενυπόστατον, ή συνοικήσασά σοι, από γής σε εχώρισε, καί πρός ύψος ανήγαγεν, εξ αϋλων ανθέων πλέξασα στέφανον, καί τή σή επιθείσα ηγιασμένη κάρα θεόφρον, ώπερ κεκοσμημένος, εξιλέωσαι τό θείον, τού δοθήναί μοι σοφίαν λόγου επαξίως, όπως ανυμνήσω τήν αγίαν σου κοίμησιν, ήν εδόξασε Χριστός ο Θεός ημών, διό καί ημείς κράζομέν σοι, Χαίροις Πάτερ αοίδιμε.

 

Συναξάριον

Τή Ε’ τού αυτού μηνός, Μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Σάββα τού Ηγιασμένου.

Στίχοι

·        Ψυχήν όπισθεν τού Θεού κολλών πάλαι,

·        Έμπροσθεν αυτού νύν παρίσταται Σάββας.

·        Θεσπεσίοιο πόλου πέμπτη Σάββας εντός εσήχθη.

 

Τή αυτή η μέρα, Μνήμη τού αγίου μάρτυρος Αναστασίου.

Στίχοι

·        Αναστάσιον τιμώ ως σεβόμενον,

·        Τήν ανάστασιν τού Χριστού καί Θεού μου.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Άγιος Μάρτυς Διογένης, λιθοβοληθείς, τελειούται.

Στίχοι

·        Χαίρων υπ’ ανδρών ενδιδύσκεται πλάνων,

·        Χιτώνα Μάρτυς λάϊνον Διογένης.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Άγιος Μάρτυς, Αβέρκιος ξίφει τελειούται.

Στίχοι

·        Έπαθλον Αβέρκιε σοί τομής μέγα.

·        Ου γάρ κότινος, ουρανός δέ τό στέφος.

 

Τή αυτή ημέρα, ο Όσιος Nόννος εν ειρήνη τελειούται.

Στίχοι

·        Φυγόντα Nόννον αντικειμένου πέδην,

·        Πεδούσι νεκρόν κείμενον ταίς κειρίαις.

 

Μνήμη τού Οοίου Πατρός ημών Νεκταρίου τού έν τώ κελλίω τού Ιάγαρι, κειμένω κατά τάς Καρεάς τού Άθω, ασκήσαντος εν έτει 1470.

 

Ο Όσιος Φιλόθεος ό Καρεώτης, ο χρηματίσας πνευματικός Πατήρ τού ανωτέρω Νεκταρίου, ο καί προορατικού χαρίσματος ηξιωμένος, εν ειρήνη τελειούται.

 

Οι Άγιοι Όσιοι Μάρτυρες, οι εν τοίς κελλίοις τού Άθω κατοικούντες, οι τούς Λατινόφρονας ελέγξαντες, τόν Βασιλέα, φημί, Μιχαήλ καί τόν Πατριάρχην Βέκκον, ο μέν πρώτος αγχόνη, οι δέ λοιποί ξίφει τελειούνται.

 

Ταίς αυτών αγίαις πρεσβείαις, ο Θεός, ελέησον καί σώσον ημάς. Αμήν.

 

Ωδή ζ’

«Θεού συγκατάβασιν, τό πύρ ηδέσθη εν Βαβυλώνι ποτέ, διά τούτο οι Παίδες, εν τή καμίνω άγαλλομένω ποδί, ως εν λειμώνι χορεύοντες έψαλλον, Ευλογητός ό Θεός, ο τών Πατέρων ημών».

 

Απέθου τά πρόσκαιρα, τών αιωνίων διαμειβόμενος, σύν Αγγέλοις χορεύεις, ως τών Αγγέλων πολιτευσάμενος, τήν πολιτείαν, μεθ’ ών καί συνέψαλλες, Ευλογητός ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Βοά χαριστήρια, η σή μεγίστη Λαύρα καί πάντιμος, οικιστήν σε καί κτίστην, καί πολιούχον προβαλλομένη Σοφέ, καί καυχωμένη κραυγάζει πρός Kύριον, Ευλογητός ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Απαύστως ικέτευε, Σάββα θεόφρον υπέρ τής ποίμνης σου, εκτενώς τε δυσώπει, τούς σούς καμάτους διαιωνίζειν αεί, καρποφορούντας, τούς πόθω κραυγάζοντας, Ευλογητός ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον

Νυμφώνα πανάχραντον, τής υπέρ λόγον Λόγου σαρκώσεως, καί Παστάδα καί θρόνον, ορθά φρονούντες σέ ονομάζομεν, καί γεγηθότες, τώ τόκω σου ψάλλομεν, Ευλογητός ό Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Ωδή η’

«Επταπλασίως κάμινον, τών Χαλδαίων ο τύραννος, τοίς θεοσεβέσιν, εμμανώς εξέκαυσε, δυνάμει δέ κρείττονι, περισωθέντας τούτους ιδών, τόν Δημιουργόν, καί Λυτρωτήν ανεβόα, οι Παίδες ευλογείτε, ιερείς ανυμνείτε, λαός υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας».

 

Εν ευφροσύνη Όσιε, τών Αγίων τά τάγματα, τής καθαρωτάτης, σού ψυχής προτρέχουσιν, εις τόπον ανέσεως, εις φωτεινά σκηνώματα, ένθα τών Αγίων, οι χοροί ποδηγούντες, μεθ’ ών νύν αναμέλπεις, Ιερείς ευλογείτε, λαός υπερυψούτε, Χριστόν εις τούς αιώνας.

 

Ξένα τά σά θαυμάσια, τούς γάρ θήρας ημέρωσας, προκατηρεμίσας, τών παθών τά κύματα, προλέγεις τά μέλλοντα, προφητικώ χαρίσματι, στίφη τών δαιμόνων, φυγαδεύων ελαύνεις, ευτόνοις αγρυπνίαις, προσευχαίς καί νηστείαις, Σταυρού τε τή αμάχω, δυνάμει θεοφόρε.

 

Ο Μωϋσή τό πρότερον, από στύλου φθεγγόμενος, στύλον από γής, εις ουρανούς ολόφωτον, εκτείνας σοι έδειξεν, ένθα καί νύν κατάκειται, τό καρτερικόν σου, καί πολύαθλον σώμα, ώ πίστει παρεστώτες, ευσεβώς μελωδούμεν, Λαός υπερυψούτε, Χριστόν εις τούς αιώνας.

 

Χαρμονικώς η μνήμη σου, εκτελείται Πανεύφημε, τήν χαροποιόν γέρ αρετήν ενδέδυσαι, τό όντως ιμάτιον, τού σωτηρίου καί καθαρόν, καί φωτοειδή τής ευφροσύνης χιτώνα, ώ νύν ωραϊσμένως, μελωδείς ανενδότως, Λαός υπερυψούτε, Χριστόν εις τούς αιώνας.

Θεοτοκίον

Απειρογάμως τέτοκας, καί Παρθένος διέμεινας, καί τώ ξένω τόκω σου, συνήψας άπαντα, τόν χρόνιον πόλεμον, καί τήν μακράν διάστασιν λύσασα, Χριστόν τόν τής ειρήνης δοτήρα, βαστάζοντα εν κόλποις, όν πιστώς ευλογούντες, σέ πόθω ανυμνούμεν, τήν μόνην Θεοτόκον.

 

Ωδή θ’

«Εξέστη επί τούτω ο ουρανός, καί τής γής κατεπλάγη τα πέρατα, ότι Θεός, ώφθη τοίς ανθρώποις σωματικώς, καί η γαστήρ σου γέγονεν, ευρυχωροτέρα τών ουρανών, διό σε Θεοτόκε, Αγγέλων καί ανθρώπων, ταξιαρχίαι μεγαλύνουσιν».

 

Μυρίζει σου η θήκη πνευματικήν, ευωδίαν πλουσίως ευφραίνουσα, τούς σούς υιούς, σέ περιεστώτας ειλικρινώς, ενθυμουμένους Όσιε, τήν Αγγελικήν σου διαγωγήν, καί τήν σοί δεδομένην, λαμπρότητα καί δόξαν, καί τήν αϊδιον τερπνότητα.

 

Ερράγη εν ερήμω ύδωρ καί γή, η διψώσα εις έλη εγένετο, ταίς προσευχαίς, μετασκευασθείσα Πάτερ ταίς σαίς, ασκητικαί γάρ φάλαγγες, ταύτην κατοικούσι ποταμηδόν, η χώρα Ιορδάνου, εξήνθησεν ως κρίνον, αρδευομένη τοίς σοίς δάκρυσι.

 

Λαμπρότης τών Αγίων εν ουρανοίς, ως δικαίω σοι Πάτερ ανέτειλε, τόν γάρ Χριστόν, τήν δικαιοσύνην τήν αληθή, περιφανώς ηγάπησας, ού τήν πολιτείαν ιχνηλατών, τήν τούτου ζωηφόρον, Παμμάκαρ εμιμήσω, ως δυνατόν σοι αγ ιότητα.

 

Πλουσίως θεοφόρε λάμπων φωτί, καί χορείας Αγγέλων Θεώμενος, φωτοειδείς, περιπολευούσας τό τρισσόν φώς, καί δεχομένας χάριτι, τάς τής θεοπτίας επιβολάς, μή παύση ικετεύων, αφέσεως πταισμάτων, αξιωθήναι τούς υμνούντάς σε.

Θεοτοκίον

Ωράθης ώ Παρθένε Μήτηρ Θεού, υπέρ φύσιν τεκούσα εν σώματι, τόν αγαθόν, Λόγον εκ καρδίας τής εαυτού, όν ο Πατήρ ηρεύξατο, πάντων πρό αιώνων ως αγαθός, όν νύν καί τών σωμάτων, επέκεινα νοούμεν, εί καί τό σώμα περιβέβληται.

 

Εξαποστειλάριον

Εν Πνεύματι τώ Ιερώ

Τήν έρημον επόλισας, τρόποις εν φιλοσόφοις, Πατέρων τό αγλάϊσμα, Σάββα Πάτερ θεόφρον, καί ταύτην απετέλεσας, νοητόν Παράδεισον, κομώσαν άνθεσι θείοις, μονοτρόπων τώ πλήθει, τών αξίως τελούντων, τήν σήν σεβάσμιον μνήμην.

Έτερον, Φώς αναλλοίωτoν Λόγε

Η έρημος ευφραινέσθω, καί εξανθείτω ως κρίνον, ότι επλήθυνας ταύτης, τά τέκνα Σάββα θεόφρον, η χώρα τού Ιορδάνου, αγαλλιάσθω νύν χαρμοσύνως, επί τή θεία σου μνήμη.

Θεοτοκίον

Χρυσοπλοκώτατε Πύργε, καί δωδεκάτειχε Πόλις, ηλιοστάλακτε θρόνε, Καθέδρα τού Βασιλέως, ακατανόητον θαύμα ! πώς γαλουχείς τόν Δεσπότην.

 

Εις τούς Αίνους ιστώμεν Στίχους δ’ καί ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

 

Ήχος α’ Τών ουρανίων ταγμάτων

Ο υπερόπτης τών κάτω, καί παρεπίδημος, ο εραστής τών άνω, καί ερημοπολίτης, Σάββας ο θεόφρων, πάντας ημάς, εορτάσαι προτρέπεται, τής πρός Θεόν εκδημίας αύτού πιστώς, τήν ημέραν τήν σεβάσμιον. (Δίς)

 

Έξω σαρκός καί τού κόσμου, ταίς αρεταίς γεγονώς, καί δι’ αυτών δοξάσας, επί γής διά βίου, τόν Κύριον τής δόξης, Πάτερ σοφέ, κατ’ αξίαν δεδόξασαι, καί ιαμάτων εδείχθης θεία πηγή, παρ’ αυτού Σάββα θεόληπτε.

 

Μέτριος άκακος πράος, απλούς ησύχιος, ως χρηματίσας Πάτερ, υπέρ άνθρωπον όντως, καί άϋλος εν ύλη, οΙκος Θεού, καθωράθης πανάξιος, τάς εξ αύτού προϊούσας σοι δωρεάς, συμπαθώς διαπορθμεύων ημίν.

Δόξα... Ήχος πλ. β’

Όσιε Πάτερ, εις πάσαν τήν γήν εξήλθεν, ο φθόγγος τών κατορθωμάτων σου, δι’ ών εν τοίς ουρανοίς, εύρες μισθόν τών καμάτων σου, Τών δαιμόνων ώλεσας τάς φάλαγγας, τών Αγγέλων έφθασας τά τάγματα, ών τόν βίον αμέμπτως εζήλωσας, Παρρησίαν έχων πρός Χριστόν τόν Θεόν, ειρήνην αίτησαι ταίς ψυχαίς υμών.

Καί νύν… Θεοτοκίον

Θεοτόκε, σύ εί η άμπελος η αληθινή, η βλαστήσασα τόν καρπόν τής ζωής. Σέ ικετεύομεν, πρέσβευε, Δέσποινα, μετά τών Αποστόλων, καί πάντων τών Αγίων, ελεηθήναι τάς ψυχάς ημών.

 

Δοξολογία μεγάλη, καί Απόλυσις.

 

Εις τήν Λειτουργίαν, τά Τυπικά, καί από τού Κανόνος Ωδή γ’ καί ς’.