ΤΗ Δ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ
ΜΗΝΟΣ
Μνήμη
τών Αγίων επτά
Παίδων τών έν
Εφέσω.
ΕΙΣ ΤΟΝ
ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ
Εις
τό, Κύριε
εκέκραξα, ψάλλομεν
Στιχηρά
Προσόμοια.
Ήχος δ'
Ως γενναίον εν
Μάρτυσιν
Παρανόμου
προστάγματος,
τώ Θεώ
πειθαρχήσαντες,
Παίδες οι
μακάριοι
κατεφρόνησαν,
καί
δεσμευθέντες
διέλυσαν, τής
πλάνης τόν
σύνδεσμον, καί
αξίαν κοσμικήν,
απωσάμενοι
έλαβον, τό
αξίωμα, τό
αυτούς περιδόξους
εκτελέσαν, καί
τήν άνω
προξενήσαν,
τής βασιλείας
απόλαυσιν.
Εαυτούς
πρός τά
σκάμματα, τής
αθλήσεως
Άγιοι, καρτερώς
γυμνάσαντες
κατεκρύπτεσθε,
έν τώ σπηλαίω δεήσεσιν,
απαύστοις τόν
Κύριον,
ικετεύοντες
ισχύν,
χορηγήσαι καί
δύναμιν, οίς δέ
κρίμασιν, ο
φιλάνθρωπος
οίδεν
αφυπνώσαι, εν
ειρήνη υμάς
πάντας,
θεαρχικώς
εγκελεύεται.
Μυστηρίων
μυστήριον,
τοίς Αγίοις
προτίθεται, ως
γάρ
τελευτήσαντες,
ουκ ησθάνοντο,
ούτω καί νύν
εγειρόμενοι,
σαφώς
κατεπλήττοντο,
εις γάρ
πίστωσιν νεκρών,
Αναστάσεως
γέγονε, τό τελούμενον,
όπως γνόντες
οι ταύτην
αθετούντες,
αποφράττωνται
εν πίστει,
δοξολογούντες
τούς Μάρτυρας.
Δόξα... Καί νύν...
Θεοτοκίον
Κατακρίσεως
λύτρωσαι,
Παναγία
Θεόνυμφε, καί
δεινών
πταισμάτων τήν
ταπεινήν μου
ψυχήν, καί τού
θανάτου
απάλλαξον,
ευχαίς σου καί
δώρησαι,
δικαιώσεως
τυχείν, εν η
μέρα ετάσεως,
ής επέτυχον,
τών Αγίων οι
δήμοι
μετανοία,
καθαρθέντα με
πρό τέλους, καί
τών δακρύων
ταίς χύσεσι.
Η
Σταυροθεοτοκίον
Τόν
αμνόν καί
ποιμένα σε, επί
ξυλου ως
έβλεψεν, αμνάς
η κυήσασα,
επωδύρετο, καί
μητρικώς σοι
εφθέγγετο, Υιέ
ποθεινότατε,
πώς εν ξύλω τού
Σταυρού, ανηρτήθης
μακρόθυμε; πώς
τάς χείράς σου,
καί τούς πόδας
σου Λόγε
προσηλώθης, υπ'
ανόμων καί τό
αίμα, τό σόν
εξέχεας
Δέσποτα;
Απολυτίκιον Ήχος δ'
Οι
μάρτυρές σου
Κύριε, εν τή
αθλήσει αυτών,
στεφάνους εκομίσαντο
τής αφθαρσίας,
εκ σού τού Θεού
ημών, σχόντες
γάρ τήν ισχύν
σου, τούς
τυράννους
καθείλον, έθραυσαν
καί δαιμόνων,
τά ανίσχυρα
θράση, Αυτών
ταίς ικεσίαις,
Χριστέ ο Θεός,
σώσον τάς
ψυχάς ημών.
ΕΙΣ
ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Η
συνήθης
Στιχολογία,
καί οι Κανόνες
τής Οκτωήχου,
καί τών Αγίων ο
παρών, ού η
Ακροστιχίς.
Τοίς
επτά Παισίν
αίνον άδω
προσφόρως.
Εν
δέ τοίς
Θεοτοκίοις
«Κλήμεντος,
ελλείποντος
τού Λ' διά τό
οκτάριθμον τών
Ωδών.
Ωδή α'
Ήχος β'
Δεύτε λαοί,
άσωμεν
Τούς
αριθμώ,
λάμποντας
τιμίους λίθους
επτά, δεύτε πιστώς
τιμήσωμεν, ότι
πυρσεύουσι τήν
Χριστού Εκκλησίαν,
τής επταφώτου
κρείττον
λυχνίας τής
νομικής.
Οι τής
σαρκός,
πρότερον
νεκρώσει
ζώντες Χριστώ,
Παίδες επτά
ανέθορον, ως
ύπνον θάνατον,
παραδόξως λαβόντες,
κρατύνοντες τό
δόγμα τής
Αναστάσεως.
Ιεριχώ,
πέπτωκε βοή
σαλπίγγων
επτά, η δέ τής
πλάνης
έπαρσις, τή
επταφώτω νύν,
πίστει τών
Αθλοφόρων,
κατήλθεν έως
Άδου καί
διαλέλυται.
Στέφος
διπλούν, Άγιοι
Παίδες επτά
αληθώς,
εδέξασθε
πορθήσαντες,
πλάνην καί
άρνησιν, τής
εγέρσεως πάντων,
τήν μέν πρό τού
θανάτου, τήν δέ
εγέρσει υμών.
Θεοτοκίον
Καινοπρεπή,
τόκον
καινίζεις
Ανύμφευτε, ο
γάρ Πατρί
συνάναρχος εν
θείω Πνεύματι,
συναϊδιος
Λόγος, εκ σού
εσωματώθη,
χωρίς τροπής
καί φυρμού.
Ωδή γ'
Στερέωσον
ημάς εν σοί
Κύριε
Αστέρες
απλανείς επτά
ώφθητε, τή
πίστει
αστράπτοντες,
Αθλοφόροι, καί
τούς πλάνης
νηχομένους
βυθώ, πρός
λιμένα
σωτήριον
ιθύνατε.
Πρό
βήματος
στερρώς
εστώτες Άγιοι,
τυράννου ως πάλαι
οι Μακκαβαίοι,
τής στρατείας
διημείψατε,
τήν επίκηρον
δόξαν
στρατευθέντες
Χριστώ.
Αξίως
τώ Χριστώ
δεκτή
εδείχθητε,
θυσία προσευχής
Άγιοι Παίδες,
καί οσμή
πανευωδέστατος,
τό δυσώδες
ελέγχοντες τής
πλάνης
στερρώς.
Θεοτοκίον
Η
βάτος εν Σινά
προδιετύπωσε,
Παρθένε τό
παράδοξον τού
σού τόκου, τό
γάρ πύρ τό τής
θεότητος, ουκ
εφλέχθης εν
μήτρα δεξαμένη
πιστώς.
Ο Ειρμός
«Στερέωσον
ημάς εν Σοί
Κύριε, ο ξύλω
νεκρώσας τήν
αμαρτίαν, καί
τόν φόβον σου
εμφύτευσον,
εις τάς
καρδίας ημών
τών υμνούντων
σε».
Κάθισμα
Ήχος δ'
Ο υψωθείς
Οι τά
τού κόσμου ως
φθαρτά
παριδόντες,
καί τάς αφθάρτους
δωρεάς
ειληφότες,
αποθανόντες
έμειναν εκτός
καταφθοράς, όθεν
εξανίστανται,
μετά πλείονας
χρόνους,
άπασαν ενθάπτοντες,
δυσμενών
απιστίαν, ούς
εν αινέσει σήμερον
πιστοί,
ανευφημούντες
Χριοτόν
ανυμνήσωμεν.
Δόξα... Καί νύν...
Θεοτοκίον
Φιλαμαρτήμων
πεφυκώς δυσωπώ
σε, τόν
αναμάρτητον Θεόν
τετοκυία, τόν
αμαρτίας αίροντα
τού κόσμου
Σεμνή, τήν
πολυαμάρτητον,
οικτιρήσαι
ψυχήν μου, καί
τάς αμαρτίας
μου, τάς πολλάς
εξαλείψαι
αμαρτωλών αύτη
γάρ ιλασμός,
καί σωτηρία
πιστών καί
αντίληψις.
Η
Σταυροθεοτοκίον
Τόν εξ
ανάρχου τού
Πατρός
γεννηθέντα, η
επ' εσχάτων σε
σαρκί
τετοκυία, επί
Σταυρού
κρεμάμενον
ορώσα Χριστέ,
Οίμοι! ποθεινότατε,
Ιησού ανεβόα,
πώς ο
δοξαζόμενος ως
Θεός υπ'
Αγγέλων, υπό
ανόμων νύν
βροτών Υιέ,
θέλων σταυρούσαι;
Υμνώ σε
μακρόθυμε.
Ωδή δ'
Εισακήκοα
Κύριε
Ιερώτατον
σύνταγμα, τώ
αριθμώ επτά
τετιμημένον, τούς
επτά τιμίους
Παίδας
υμνήσωμεν.
Σοφιζόμενον
μάταια, τόν
δυσσεβή τής
πλάνης, βασιλέα,
Εφεσίων Παίδες
έδειξαν
άφρονα.
Ιερεία
πανάμωμα, ως
αληθώς καί
θύματα Κυρίου,
εν τή πίστει
ώφθητε Παίδες
άγιοι.
Νεκρωθέντες
τώ σώματι, πρό
τής κοινής
εγέρσεως αφράστως,
αναστάντες
Παίδες, δόξη
εστέφθητε.
Θεοτοκίον
Μή
παρίδης
πρεσβεύουσα,
υπέρ ημών αεί
ευλογημένη,
λυτρωθήναι
πάσης θλίψεως
Άχραντε.
Ωδή ε'
Ο τού φωτός
χορηγός
Ανεπαισθήτως
τό πρίν, κοινόν
θανέντες επί
γής θάνατον,
υπερφυώς
ανέστητε
αύθις,
πιστούμενοι
σαφώς, Εφέσιοι
Παίδες, νεκρών
τήν Ανάστασιν.
Ιερωθέντες
Θεώ, ομολογία
αληθεί
πίστεως, ως
αθληταί
νόμιμοι
Κυρίου,
ερρύσθητε
σοφοί, κλοιών
καί μαστίγων,
καί στέφανον
ήρασθε.
Νενικηκότες
στερρώς,
ειδώλων
πλάνην,
ευκλεείς μάρτυρες,
καί ασεβούς
αιρέσεως
δόγμα,
φυλάττετε αεί,
τούς
ομολογούντας,
νεκρών τήν
Ανάστασιν.
Θεοτοκίον
Εν δύο
ταίς φύσεσι,
καί υποστάσει
δέ μιά πέφηνας,
τέλειος ών,
βροτός
ασυγχύτως, καί
τέλειος Θεός,
τεχθείς εξ
Αγίας Μητρός
Υπερούσιε.
Ωδή ς'
Εν αβύσσω
πταισμάτων
Οι τής
θείας σοφίας
ισάριθμοι,
στύλοι
ευφημείσθωσαν
Άγιοι Παίδες
επτά, λόγοις ως
λίθοις
θλάσαντες, τών
τυράννων τό
άθεον
πρόσταγμα.
Νόμω
θείας προνοίας
φρουρούμενοι,
σχέδιον εδέξασθε
ταφήν τό
σπήλαιον, εν ώ
νεκροί καί
άφθαρτοι, πολυχρόνιοι
Άγιοι ώφθητε.
Αφθαρσία
συνέστιοι
Μάρτυρες,
πίστιν εκδιώκετε
φθοροποιόν καί
νεκράν, καί τώ
Θεώ πρεσβεύετε,
υπέρ τών
ελπιζόντων
Ανάστασιν.
Θεοτοκίον
Νύν η
φύσις τού
θήλεος γέγηθε,
νύν η λύπη
πέπαυται, χαρά
δέ ήνθησεν, ότι
Μαρία τέτοκε,
τήν χαράν τόν
Σωτήρα καί
Κύριον.
Ο Ειρμός
«Εν
αβύσσω
πταισμάτων
κυκλούμενος,
τήν
ανεξιχνίαστον
τής
ευσπλαγχνίας
σου, επικαλούμαι
άβυσσον, Εκ
φθοράς ο Θεός
με ανάγαγε».
Σ υ ν α ξ ά ρ ι ο ν
Τή Δ'
τού αυτού
μηνός, μνήμη
τών Αγίων επτά
Παίδων τών εν
Εφέσω,
Μαξιμιλιανού,
Εξακουστωδιανού,
Ιαμβλίχου,
Μαρτινιανού,
Διονυσίου,
Ιωάννου καί
Κωνσταντίνου.
Στίχοι
·
Τόν
επτάριθμον
τιμώ χορόν
Μαρτύρων,
·
Δείξαντα
Ανάστασιν
νεκρών τώ
κόσμω.
·
Τή δέ
τετάρτη
νεκροέγερτοι
ξύνθανον επτά.
Τή
αυτή ημέρα,
μνήμη τής
ανακομιδής τών
λειψάνων τής
οσίας μητρός
ηιμών καί
Μάρτυρος
Ευδοκίας.
Στίχοι
·
Οσμή!
τί τούτο; Σώμα
τής Ευδοκίας,
·
Αθλητικών
απόζον ήκει
χαρίτων.
·
Πότνια
Ευδοκίη, νεκρά
ήχθη αμφί
τετάρτην.
Τή
αυτή ημέρα, ο
Άγιος Μάρτυς
Θαθουήλ, εν
μηλέα
κρεμασθείς
τελειούται.
Στίχοι
·
Θνήσκε
κρεμασθείς,
Θαθουήλ, εν
μηλέα,
·
Ως άν
τρυγήσης τής
Εδέμ μήλα ξένα.
Τή αυτή
ημέρα, μνήμη
τής Αγίας
Μάρτυρος Ίας
καί τών σύν αυτή.
Στίχοι
·
Οσμήν
ίων έπνευσεν η
Μάρτυς Ία,
·
Ερυθροβαφών
αιμάτων
ατμοπνόων.
Ταίς
αυτών αγίαις
πρεσβείαις, ο
Θεός, ελέησον
καί σώσον ημάς.
Αμήν.
Ωδή ζ'
Εικόνος
χρυσής
Δοχεία
Χριστού,
καθαρά καί
εκλεκτά οι
Παίδες
ώφθησαν, δι' ών
τό δόγμα τής
αιρέσεως, τής
Εκκλησίας
διώκεται, καί
ορθοδοξία
εκλάμπει, ότι
έσται
Ανάστασις,
πάσης ψυχής τε
καί σαρκός
καθά γεγένηται.
Ως
όντως στερροί,
πρό θανάτου
αληθώς εν τή
αθλήσει υμών
Άγιοι Παίδες
αύθις ώφθητε,
καί μετά νέκρωσιν
ζήσαντες, δόξη
κραταιούμενοι
θεία, ευσεβώς
πιστωσάμενοι,
εν εαυτοίς τό
αληθές τής
Αναστάσεως.
Πνευμάτων
ομού, καί
σωμάτων
αισθητών έσται
ανάστασις, ως
γάρ ουκ έφυ
άνευ σώματος,
ψυχή εν κόσμω
προέρχεσθαι,
ούτως ουδέ
σώματος πάρεξ,
οι Πανεύφημοι
έλεγον, ή
δοξασθήσεται
ψυχή ή
ετασθήσεται.
Θεοτοκίον
Τεκούσα
Θεόν, τόν
Σωτήρα τού
παντός Μαρία
γέγονας,
απεγνωσμένων
επανόρθωσις,
πεπλανημένων
αντίληψις, καί
απηλπισμένων
ελπίς τε, καί
ψαλλόντων βοήθεια,
Ευλογημένος ο
καρπός ο τής
κοιλίας σου.
Ωδή η'
Τόν εν καμίνω
τού πυρός
Ρίζαν
πικρίας
ασεβών,
αναφύουσαν
δεινώς οι
θείοι Παίδες,
εκτεμόντες τής
πλάνης, καί τής
αιρέσεως νύν,
κομώσι καρπώ
τώ τής πίστεως,
ζώντες καί
ταφέντες,
πιστώς καί
αναστάντες.
Οι
Εφεσίων
αρχηγοί,
Παίδες Άγιοι
επτά καί
αθλοφόροι, τής
Χριστού Εκκλησίας,
καί βασιλείας
πιστώς, ενθέως
εδείχθησαν στήριγμα,
ούς
υπερυψούμεν
εις πάντας
τούς αιώνας.
Στερροί
φανέντες
αθληταί καί
ισάριθμοι
δειχθέντες τών
αστέρων,
απλανή τήν
πορείαν, τής
ευσεβείας ομού
οι Παίδες
ποιούμενοι
έκραζον, Σέ
υπερυψούμεν
Χριστέ εις
τούς αιώνας.
Φώς
καί ανάστασις
ζωής, τοίς
Παισίν εν τώ
σπηλαίω παραδόξως,
εκ Θεού
εχαρίσθη, καί
αναστάντες οι
πρίν θανέντες,
ως ζώντες
εκραύγαζον,
Σώσον ο Θεός τούς
εν πίστει σε
υμνούντας.
Θεοτοκίον
Ουδείς
απώλετο αγνή,
τάς τής
πίστεως
ελπίδας κεκτημένος,
επί σοί
ορθοδόξως,
Παρθένε Μήτηρ
Θεού, ή μόνον οι φθόνω
αρνούμενοι,
σού μή
προσκυνείν τήν
μορφήν τής
εμφερείας.
Ο Ειρμος
«Τόν εν
καμίνω τού
πυρός, τών
Εβραίων τοίς
παισί συγκαταβάντα,
καί τήν φλόγα
εις δρόσον,
μεταβαλόντα
Θεόν, υμνείτε
τά έργα ως
Κύριον, καί
υπερυψούτε εις
πάντας τούς
αιώνας».
Ωδή θ'
Η τόν πρό
ηλίουφωστήρα
Όλβος
μυστηρίων καί
θείων,
θαυμασίων
αποκάλυψις, η
τών Αγίων ώφθη
νύν ανάστασις,
οι γάρ πάλαι
τόν φυσικόν,
σαρκί θανόντες
θάνατον,
αφθάρτως νύν
ανέστησαν,
ημφιεσμένοι ως
υπνώττοντες.
Ρώσεως
ταμείον, καί
πίστεως
βεβαίας
αποσφράγισμα,
τό τών Αγίων
ώφθη σπήλαιον,
προμηνύον τό
τής μελλούσης,
κλέος
Αναστάσεως ού
τεταρταίον
Λάζαρον, αλλ'
αιωνίους
αναστήσειν
νεκρούς.
Ως
τετιμημένοι οι
Παίδες, αριθμώ
τε καί τή
πίστει Χριστού,
τής Εκκλησίας
ώφθησαν πιστώς
οφθαλμοί,
υπερτέρως τού
Ζοροβάβελ, λίθου
απαστράπτοντες,
ών περ τά θεία
πνεύματα, πνευματικώς
ανευφημήσωμεν.
Στέφος
μαρτυρίου,
αθλήσαντες
νομίμως
ανεδήσασθε,
Παίδες επτά
καί στύλοι τής
σοφίας Θεού,
καί δογμάτων
ορθοδοξίας
έγερσις
εδείχθητε, ως
Εκκλησίας
πρόμαχοι, καί
πρεσβευταί τών
ευφημούντων
υμάς.
Θεοτοκίον
Σώμα
καί ψυχήν σου,
αμόλυντα Θεώ
διατηρούσης
αγνή, ο
Βασιλεύς
ηράσθη τού σού
κάλλους
Χριστός, καί Μητέρα
τής εαυτού
σαρκώσεως
ανέδειξε,
Μαρία υπερένδοξε,
τήν σωτηρίαν
μου αεί
εκπληρών.
Ο Ειρμός
«Η τόν
πρό ηλίου
φωστήρα, τόν
Θεόν
εξανατείλαντα,
σωματικώς ημίν
επιδημήσαντα,
εκ λαγόνων
παρθενικών,
αφράστως
σωματώσασα,
ευλογημένη
πάναγνε, σέ Θεοτόκε
μεγαλύνομεν».
Εξαποστειλάριον
Τοίς μαθηταίς
συνέλθωμεν
Τυραννικού
πρό βήματος
τόν Χριστόν παρρησία,
Παίδες επτά
καί Μάρτυρες,
εκηρύξατε πάντων,
Θεόν Σωτήρα
καί Κτίστην, υμείς
γάρ θεία προνoία, σπηλαίω
χρόνοις
πλείοσι, κατά
φύσιν
θανόντες,
υπερφυώς,
αύθις
εξανίστασθε ως
εξ ύπνου,
αιρετικών τά
στοματα,
αποφράττοντες
πάντων.
Θεοτοκίον
Σύν
Ιαμβλίχω
μέλψωμεν,
Ιωάννην, Mαρτίνον καί
Κωνσταντίνον
άσμασι,
Μαξιμιλιανόν
τε καί
Διονύσιον άμα,
κλεινώ
Εξακουστωδίω,
φαιδρώς
πανηγυρίζοντες,
τήν φαιδράν
τούτων μνήμην,
όπως ευχαίς
τούτων καί
πρεσβείαις τής
Θεοτόκου,
πταισμάτων
λύσιν εύρωμεν,
πρός Χριστού
τού Σωτήρος.
Καί η λοιπή,
Ακολουθία, ως
σύνηθες, καί
Απόλυσις.