ΤΗ ΙΒ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

 

Μνήμη τού εν Αγίοις Πατρός ημών Βασιλείου, Επισκόπου Παρίου.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

 

Εις τό, Κύριε εκέκραξα, ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια.

 

Ήχος δ'  Έδωκας σημείωσιν

Ηλίου φαιδρότερον, λελαμπρυσμένη η μνήμη σου, τοίς πιστοίς εξανέτειλε, τήν κτίσιν φωτίζουσα, θείαις φρυκτωρίαις, Βασίλειε μάκαρ, καί παθημάτων τήν αχλύν, καί τών δαιμόνων σκότος διώκουσα, διό σε μακαρίζομεν, καί ετησίως γεραίρομεν, τήν αγίαν σου κοίμησιν, τόν Σωτήρα δοξάζοντες.

 

Βέλει τώ τών λόγων σου, παρανομούντων συστήματα, παμμακάριστε έτρωσας, φωνήν όθεν έδωκαν, ουρανών νεφέλαι, χοροί Ασωμάτων, συνεπεκρότησαν χαρά, τών σών αγώνων τήν καρτερότητα, διό επαγαλλόμενοι, πίστει σύν τούτοις τιμώμέν σε, ως φωστήρα παγκόσμιον, πρεσβευτήν ως θερμότατον.

 

Σοφώς αντικτώμενος, τών επί γής τά ουράνια, καί ρεόντων τά άρρευστα, φθαρτής τε τήν άφθαρτον, αντηλλάξω δόξαν, καί αντ εξορίας, καί πολυτρόπων πειρασμών, τά υπέρ λόγον Θεού βασίλεια, εν οίς καί αγαλλόμενος, σύν Ασωμάτοις Βασίλειε, υπέρ πάντων ικέτευε, τών πιστώς ευφημούντων σε.

Δόξα... Καί νύν... Θεοτοκίον

Άνθρακα κυήσασα, όν Ησαίας τεθέαται, τή λαβίδι τό πρότερον, φρικτώς υπεδέξατο, χρόνων δ' επ' εσχάτων, εκ σού Θεοτόκε, σάρκα οφθέντα καί βροτών, τά πάθη πάντα αποκαθαίροντα, πυρί τώ τής θεότητος, τάς αμαρτίας κατάφλεξον, τάς εμάς Θεονύμφευτε, καί παντός ρύπου πλύνόν με.

Η Σταυροθεοτοκίον

Νεκρούμενον βλέπουσα, Χριστόν η πάναγνος Δέσποινα, καί νεκρούντα τόν δόλιον, ώς μήτηρ δακρύουσα, ύμνει τόν εκ σπλάγχνων, αυτής προελθόντα, καί τό μακρόθυμον αυτού, αποθαυμάζουσα ανεκραύγαζε, Τέκνον μου ποθεινότατον, μή επιλάθη τής δούλης σου, μή βραδύνης φιλάνθρωπε, τό εμόν καταθύμιον.

 

Απολυτίκιον  Ήχος δ’

Κανόνα πίστεως καί εικόνα πραότητος, εγκρατείας διδάσκαλον, ανέδειξέ σε τή ποίμνη σου η τών πραγμάτων αλήθεια, διά τούτο εκτήσω τή ταπεινώσει τά υψηλά, τή πτωχεία τά πλούσια, Πάτερ Ιεράρχα Βασίλειε, πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ σωθήναι τάς ψυχάς ημών.

 

Καί Απόλυσις

 

Ε ΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

 

Οι Κανόνες, ως σύνηθες, καί τού Αγίου, ού η Ακροστιχίς.

 

Τήν σήν τελευτήν συντόνως μέλπω, Πάτερ.

Ποίημα Θεοφάνους.

 

Ωδή α'  Ήχος πλ. δ'  Ο Ειρμός

«Υγράν διοδεύσας ωσεί ξηράν, καί τήν Αιγυπτίαν, μοχθηρίαν διαφυγών, ο Ισραηλίτης ανεβόα, τώ Λυτρωτή καί Θεώ ημών άσωμεν».

 

Τό άφραστον φώς σοι καί τριλαμπές, εν τή ασαλεύτω, βασιλεία τών ουρανών, ανέτειλε Πάτερ καί δικαίων, η ευφροσύνη αξίως εδέξατο.

 

Ηνοίγησαν πύλαι σοι τής Εδέμ, καί Αρχιερεύσι, προσετέθης Αρχιερεύς, καί τών πρωτοτόκων εκκλησία, συνηριθμήθης Βασίλειε ένδοξε.

 

Νοός σου τό όμμα προκαθαρθείς, ανήλθες εις όρος, αρετής, ώς άλλος Μωσής, διό καί τόν όντα θεωρήσας, προσεκολλήθης αυτώ Πάτερ Όσιε.

Θεοτοκίον

Σαρκί καθυπόστασιν ενωθείς, τή εκ σού ληφθείση, ο τών όλων Δημιουργός, προήλθεν αφράστως Θεομήτορ, καί τοίς βροτοίς ομιλήσαι ηυδόκησεν.

 

Ωδή γ'  Ο Ειρμός

«Σύ εί τό στερέωμα, τών προστρεχόντων σοι Κύριε, σύ εί τό φώς, τών εσκοτισμένων, καί υμνεί σε τό πνεύμά μου».

 

Η αξιοθαύμαστος, καί παναοίδιμος μνήμη σου, χαρμονικώς, τά τών Ορθοδόξων, κατευφραίνει συστήματα.

 

Νέφος τό τού σώματος, απεκδυσάμενος Όσιε, καί τών δεσμών, απολελυμένος, τώ Θεώ προσεπέλασας.

 

Τέλος τό μακάριον, καί τήν απόλαυσιν Όσιε, τών εκλεκτών, ώς εκλελεγμένος, επαξίως απείληφας.

Θεοτοκίον

Έχων σε βοήθειαν, ουκ αισχυνθήσομαι πάναγνε, Μήτηρ Θεού, έχων σε προστάτιν, τών εχθρών μου ρυσθήσομαι.

 

Κάθισμα  Ήχος α'

Τόν τάφον σου Σωτήρ

Ως ήλιος ημίν, η αγία σου μνήμη, ανέτειλε σοφέ, καί φωτίζει τήν κτίσιν, Βασίλειε θείοις σου, καταυγάζουσα θαύμασιν, ήν περ σήμερον, επιτελούντες βοώμεν, Καθικέτευε, υπέρ ημών Ιεράρχα, Χριστόν τού σωθήναι ημάς.

Θεοτοκίον

Ευφραίνεται πιστών, η πληθύς Θεοτόκε, τό όνομα τό σόν, καθ' εκάστην βοώσα, καί πόθω τάς υψώσεις σου, μεγαλύνουσα πάντοτε, σύ γάρ καύχημα, καί βοηθός καί προστάτις, ακαταίσχυντος, πάντων υπάρχεις Παρθένε, τών πίστει τιμώντων σε.

Ή Σταυροθεοτοκίον

Λαμπάς η φεραυγής, τού ηλίου εκρύβη, εν ξύλω τού Σταυρού, αναβάντος σου Λόγε, η κτίσις πάσα έφριξε, καί τώ φόβω ετρόμαξεν, η δέ Μήτηρ σου, παρισταμένη εβόα, Τέκνον φίλτατον, πώς εκουσίως νεκρούσαι, τό φώς μου τό άδυτον!

 

Ωδή δ'  Ο Ειρμός

«Εισακήκοα Κύριε, τής οικονομίας σου τό μυστή ριον, κατενόησα τά έργα σου, καί εδόξασά σου τήν θεότητα».

 

Λιτανεύων πρός Κύριον, τήν επαιρομένην φρένα κατέβαλες, τής κακόφρονος αιρέσεως, καί τήν Εκκλησίαν Πάτερ εύφρανας.

 

Εν σκηναίς ουρανίαις σε, ο αγωνοθέτης Πάτερ κατώκισε, τήν ανένδοτόν σου ένστασιν, πρός τούς αντιπάλους προσδεξάμενος.

 

Υπέρ τών παραδόσεων, τών πεφυλαγμένων εν Εκκλησία Χριστού, διωκόμενος υπέμεινας, καί προκινδυνεύων διετέλεσας.

Θεοτοκίον

Τόν Θεόν όν εκύησας, άχραντε Παρθένε τούτον δυσώπη σον, τοίς ικέταις σου δωρήσασθαι, τών πλημμελημάτων τήν συγχώρησιν.

 

Ωδή ε'  Ο Ειρμός

«Ορθρίζοντες βοώμέν σοι Κύριε, Σώσον ημάς, σύ γάρει Θεός ημών, εκτός σου άλλον ουκ οίδαμεν».

 

Η ένθεος σκηνώσασα χάρις σοι, θεοφόρε, ποιμένα πιστότατον, τής Εκκλησίας σε έδειξε.

 

Νεκρώσας τής σαρκός σου τό φρόνημα, καί τά πάθη, τής ζωής τώ πνεύματι, κατηκολούθησας  Ένδοξε.

 

Σωφρόνως καί δικαίως τόν βίον σου, διανύσας, θεόφρον απείληφας, τών αρετών τήν αντίδοσιν.

Θεοτοκίον

Υπάρχουσα πανάγιον τέμενος, απαθείας, τήν πηγήν εγέννησας, Παρθενομήτορ πανάμωμε.

 

Ωδή ς'  Ο Ειρμός

«Ιλάσθητί μοι Σωτήρ, πολλαί γάρ αι ανομίαι μου, καί εκ βυθού τών κακών, ανάγαγε δέομαι, πρός σέ γάρ εβόησα, καί επάκουσόν μου, ο Θεός τής σωτηρίας μου».

 

Νυττόμενος τώ τερπνώ, τών ουρανίων πυρσεύματι, τόν θρόνον τόν επί γής, κατέλιπες Όσιε, καί κλήρον ακήρατον, εν γή τών πραέων, ώς πραότατος επλούτησας.

 

Τής πλάνης καταγελών, τής τών βλασφήμων αιρέσεως, τό θείον καί ευσεβές, Ορθόδοξον φρόνημα, προθύμως εδίδαξας, τήν εικόνα σέβειν, τού Σωτήρος αξιάγαστε.

 

Ο πόθος σου πρός Θεόν, πεπλήρωται παναοίδιμε, μετέστης γάρ πρός αυτόν, ενθέως γηθόμενος, καί νύν τάς λαμπρότητας, τών Αγίων Πάτερ, εποπτεύεις καί φαιδρότητας.

Θεοτοκίον

Νεκρώσεως καί φθοράς, λελύτρωσαι τό ανθρώπινον, τόν φύσει ζωοποιόν, ασπόρως γάρ τέτοκας, Παρθένε πανάμωμε, επ' ευεργεσία, τών πιστώς ανευφημούντων σε.

 

Τό Μαρτυρικόν τού Ήχου.

 

Συναξάριον

Τή ΙΒ' τού αυτού μηνός, Μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Βασιλείου, Έπισκόπου Παρίου τού Ομολογητού.

Στίχοι

·          Χαίρων τελεύτα, Βασίλειε τρισμάκαρ.

·          Εκεί γάρ ήξεις, ού χαράς πλησθής όσης.

·          Δωδεκάτη Βασίλειε ταφήϊα δύσσαο νεκρός.

 

Τή αυτή ημέρα, εν έτει εξακισχιλιοστώ τετρακοσιοστώ πεντηκοστώ, ανεκομίσθη η τιμία Ζώνη τής υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου από τής επισκοπής Ζήλας επί τήν βασιλίδα τών πόλεων, επί Κωνσταντίνου καί Ρωμανού, τών Πορφυρογεννήτων, μετά δέ ταύτα, ύστερον μετετέθη εν τή αγία σορώ τών Xαλκοπρατείων, κατά τήν τριακοστήν πρώτην τού Αυγούστου μηνός.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τής Οσίας Μητρός ημών Ανθούσης, θυγατρός Κωνσταντίνου τού Κοπρωνύμου.

Στίχοι

·          Ρίζης δυσώδους καρπός ευώδης μάλα,

·          Ανθούσα σεμνή γής απανθεί καί βίου.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τών Αγίων Μαρτύρων Δήμη καί Πρωτίωνος.

Στίχοι

·          Πρώτος κεφαλήν Πρωτίων αφηρέθη,

·          Μεθ' ού κάραν προύτεινε Δήμης δημίω.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμητού Αγίου Ιερομάρτυρος Αρτέμωνος.

Στίχοι

·          Εύρε στεφάνους αρτίτμητος Αρτέμων

·          Πρέποντας αυτού τή τετμημένη κάρα.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τών Αγίων τριών Μαρτύρων Μηνά, Δαυϊδ, καί Ιωάννου.

Στίχοι

·          Δούλους Θεού τρείς Αββάδας παθοκτόνους

·          Τοξεύμασι κτείνουσιν ανθρωποκτόνοι.

 

Ταίς αυτών αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.

 

Ωδή ζ'  Ο Ειρμός

«Παίδες Εβραίων εν Καμίνω, κατεπάτησαν τήν φλόγα θαρσαλέως, καί εις δρόσον τό πύρ, μετέβαλον βοώντες, Ευλογητός εί Κύριε, ο Θεός εις τούς αιώνας».

 

Ω τής αφράστου ευφροσύνης, ής ηξίωσαι Παμμάκαρ απολαύειν, εν αϋλω φωτί, σκηνούμενος καί μέλπων, Ευλογητός εί Κύριε, ο Θεός εις τούς αιώνας.

 

Στέφει τής θείας ευπρεπείας, Παμμακάριστε κοσμίως διαπρέπων, συγχορεύεις βοών, ταίς άνω στρατηγίαις, Ευλογητός εί Κύριε, ο Θεός εις τούς αιώνας.

 

Μύστης υπάρχων τής Τριάδος, μυστηρίων λειτουργός επουρανίων, τόν Δεσπότην ημίν, ιλέωσαι βοώσιν, Ευλογητός εί Κύριε, ο Θεός εις τούς αιώνας.

Θεοτοκίον

Εύας τής πρώτης τήν κατάραν, μεταβέβληκας Αγνή εις ευλογίαν, τόν Υιόν τού Θεού γεννήσασα, ώ πάντες, Ευλογητός εί κράζομεν, ο Θεός εις τούς αιώνας.

 

Ωδή η'  Ο Ειρμός

«Νικηταί τυράννου, καί φλογός τή χάριτί σου γεγονότες, οι τών εντολών σου, σφόδρα αντεχόμενοι Παίδες εβόων, Ευλογείτε πάντα, τά έργα τόν Κύριον, καί υπερυψούτε, είς πάντας τούς αιώνας».

 

Λυπηρών τού βίου, καί δεινής συγχύσεως λελυτρωμένος, τήν χαράν Παμμάκαρ, καί τήν αγαλλίασιν τήν υπέρ λόγον, εκομίσω μέλπων, Υμνείτε τόν Κύριον, καί υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας.

 

Πατρικών δογμάτων, θερμώς προϊστάμενος τάς γλωσσαλγίας, τών βλασφήμων Πάτερ, ευχερώς διέλυσας ιεροφάντορ, Ευλογείτε κράζων, τά έργα τόν Κύριον, καί υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας.

 

Ως τερπνός ο τόπος, εν ώ κατεσκήνωσας Ιερομύστα! ώς ωραίον Πάτερ, τό σόν ενδιαίτημα, ο εκπληρώσω! Ευλογείτε μέλπων, τά έργα τόν κυριον, καί υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας.

Θεοτοκίον

Προστασίαν πάντες, οι πιστοί κεκτή μεθά σε Παναγία, καί ταίς σαίς πρεσβείαις, τών δεινών λυτρούμεθα, Χριστώ βοώντες, Ευλογείτε πάντα, τά έργα τόν Κύριον, καί υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας.

 

Ωδή θ'  Ο Ειρμός

«Κυρίως Θεοτόκον, σέ ομολογούμεν, οι διά σού σεσωσμένοι Παρθένε αγνή, σύν Ασωμάτοις χορείαις σέ μεγαλύνοντες».

 

Αγίως σου τόν βίον, Πάτερ διανύσας, καί τόν Θεόν θεραπεύσας τοίς έργοις σου, τής ουρανών βασιλείας όντως τετύχηκας.

 

Τόν δρόμον εκτελέσας, πίστιν τε τηρήσας, καί τόν αγώνα ανύσας Βασίλειε, δικαιοσύνης εδέξω χαίρων τόν στέφανον.

 

Εφέσεως τρισμάκαρ, έτυχες τής θείας, καί τής ευκταίας τού πόθου πληρώσεως, νύν ούν πρεσβεύων μή παύση υπέρ τής ποίμνης σου.

Θεοτοκίον

Ρευστήν δι' ευσπλαγχνίαν, φύσιν εκ γαστρός σου, ο πλαστουργος προσλαβόμενος Άχραντε, τής άφθαρσίας χιτώνα ταύτην ενέδυσε.

 

Τό Φωταγωγικόν, καί τά λοιπά, ως σύνηθες, καί Απόλυσις.